Γιατί οι δημοσκοπήσεις κάνουν κακό στη Νέα Δημοκρατία;

Τα χρόνια των μνημονίων έχουν αυξήσει κατακόρυφα την πολιτική αβεβαιότητα στη χώρα, κάτι το οποίο αντικατοπτρίζεται ανά διαστήματα στο ελληνικό χρηματιστήριο και τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, ίσως αποτελέσει την πρώτη κυβέρνηση η οποία υπέγραψε μνημόνιο και θα εξαντλήσει την θητεία της έως το τέλος, ή σχεδόν έως το τέλος.

Βέβαια αυτό δεν χρεώνεται αποκλειστικά στην κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό, αλλά και στην έλλειψη μιας ισχυρής αντιπολιτευτικής στρατηγικής από την αξιωματική αντιπολίτευση, και κυρίως από τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας, κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος και είναι αυτός που χαράσσει την στρατηγική του κόμματος.

Προκειμένου να αποφευχθούν παρεξηγήσεις, αξίζει να σημειωθεί ότι ο γράφων ούτε ανήκει στη Νέα Δημοκρατία, ούτε ανήκε, αλλά και ούτε έχει κάποιο συμφέρον από το εν λόγω κόμμα. Απλά ως ένας αντικειμενικός παρατηρητής (όσο αυτό είναι εφικτό), βλέπει ξεκάθαρα την αναποτελεσματικότητα της αξιωματικής αντιπολίτευσης, παρά τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων, προβλέποντας εκλογικό ντέρμπι όποτε κι εάν διεξαχθούν οι εκλογές.

Η λάθος στρατηγική

Η Νέα Δημοκρατία αποτελεί ίσως το μόνο κόμμα, το οποίο χαρακτηρίζεται από την άρτια οργάνωση και το υψηλο επίπεδο των στελεχών του, καθώς και από την αρτιότητα του προγράμματος του, με ένα συμπαγές εκλογικό σώμα περίπου στο 15%. Για ποιο λόγο όμως μέχρι στιγμής δεν καταφέρνει να επιτύχει το επιθυμητό αποτέλεσμα, που είναι να προκηρύξει πρόωρες εκλογές; Και μάλιστα με ένα προβάδισμα δέκα ποσοστιαίων μονάδων;

Η απάντηση είναι απλή· στην λάθος στρατηγική. Η ανάλωση καθημερινώς σε απαντήσεις στις δηλώσεις και αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα διαφόρων κυβερνητικών στελεχών και μελών του υπουργικού συμβουλίου, που μόνο στόχο έχουν τον αποπροσανατολισμό τόσο της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όσο και της κοινής γνώμης, μετατοπίζει την δεύτερη σε μια ουδέτερη στάση απέναντι σε ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Δημοκρατία. Η στρατηγική του κ. Μητσοτάκη, κατά την ταπεινή μου άποψη, θα πρέπει να ήταν προσανατολισμένη αποκλειστικά και μόνο στις εναλλακτικές των επιλογών της κυβέρνησης, σε εθνικά, οικονομικά, επενδυτικά, και κοινωνικά θέματα. Κι εάν το τελευταίο λίγο έως πολύ μπορούν να ισχυριστούν κάποιοι ότι το πράττει ήδη η Νέα Δημοκρατία, αυτό δεν σημαίνει ότι θα πάρει περίπατο τις εκλογές όποτε κι εάν αυτές γίνουν.

Θα σας θυμίσω τις εκλογές της 9ης Απριλίου του 2000, όταν μετά τα πρώτα αποτελέσματα άρχισαν να ανοίγουν σαμπάνιες στη Ρηγίλλης, και λίγες ώρες αργότερα το εορταστικό κλίμα μεταφέρθηκε στη Χαριλάου Τρικούπη, με το ΠΑΣΟΚ να κερδίζει τις εκλογές με 41,49%, αφήνοντας δεύτερη τη Νέα Δημοκρατία με 38,12%.

Οι δημοσκοπήσεις δημιουργούν αλαζονεία

Για ποιο λόγο όμως κάνουμε αυτή την αναδρομή στις εκλογές του 2000; Η πρόσφατη δημοσκόπηση της ALCO η οποία δημοσιεύτηκε από το «Έθνος», έδειξε κλείσιμο της διαφοράς μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η μεν πρώτη λαμβάνει ποσοστό 21,4% και ο δεύτερος 16,5%. Βέβαια πολλοί από εσάς θα πείτε τα διάφορα που λέγονται για τις δημοσκοπήσεις και τις εταιρείες που διενεργούν αυτές και δεν θα έχετε άδικο. Ο κ. Μητσοτάκης και οι επιτελείς του όμως θα πρέπει να λάβουν σοβαρά την δημοσκόπηση της ALCO, και δεν θα πρέπει να επαναπαυθούν στις δάφνες άλλων δημοσκοπήσεων. Το ότι η μέχρι στιγμής η διαφορά μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ είναι στις δέκα ποσοστιαίες μονάδες πάνω-κάτω, αυτό κάνει κακό στην πρώτη, καθώς επαναπαύεται δημιουργώντας τόσο στην ηγεσία, όσο και στα στελέχη της, αλλά και στο εκλογικό της σώμα μια αλαζονεία, και όπως γνωρίζουμε όλοι ο αλαζόνας πολλές φορές την «πληρώνει».

Τα δύο κρίσιμα λάθη του κ. Μητσοτάκη

Συλλαλητήρια

Είναι γνωστό το τι προηγήθηκε του πρώτου συλλαλητηρίου στη Θεσσαλονίκη για το όνομα της Μακεδονίας στα Σκόπια, όπου παρά την προπαγάνδα από διάφορα ΜΜΕ, και την μη τηλεοπτική κάλυψη αυτού, η επιτυχία του ήταν μεγάλη. Το λάθος του κ. Μητσοτάκη έγκειται στο γεγονός ότι δεν εκμεταλλεύτηκε πολιτικά το συλλαλητήριο, καθώς κανένα στέλεχος της Νέας Δημοκρατίας δεν παρευρέθηκε επίσημα σε αυτό. Μπορεί το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να έχει τις θέσεις του όσο αφορά το εν λόγο θέμα, αλλά ο τρόπος που διαχειρίστηκε το συλλαλητήριο μπορεί να θεωρηθεί λανθασμένος.

Θα μπορούσε κάλλιστα να δηλώσει παρών με κάποια προβεβλημένα στελέχη του, ή ακόμη περισσότερο με την παρουσία του κ. Κωνσταντίνου Καραμανλή, πολύ δε περισσότερο εάν ανέβαινε και στο βήμα. Εκτιμώ ότι σε αυτή την περίπτωση η Νέα Δημοκρατία θα ενισχυόταν στις δημοσκοπήσεις ακόμη περισσότερο, «χτίζοντας» μια συμπαγέστερη διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Σκάνδαλο Novartis

Πιθανόν το πρόσφατο σκάνδαλο της Novartis, να αποτελέσει το κύριο πλήγμα της Νέας Δημοκρατίας για τον δρόμο προς την εξουσία. Η απέχθεια του εκλογικού σώματος προς την πολιτική, εκφράζοντας την άποψη «όλοι ίδιοι είναι», είναι γνωστή.

Μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου στο οποίο εμπλέκονται πρωτοκλασάτα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας (κι όχι μόνο), η αντίδραση του κ. Μητσοτάκη θα πρέπει να ήταν άμεση και αστραπιαία. Δηλαδή θα έπρεπε να θέσει εκτός κόμματος τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση, έως ότου αυτή φθάσει στο τέλος της, τοποθετώντας στις θέσεις τους νέα στελέχη άφθαρτα, με όραμα τόσο για το κόμμα όσο και για την Ελλάδα. Στην περίπτωση αυτή η κοινή γνώμη θα έβλεπε με άλλο μάτι τον πρόεδρο του κόμματος, στου οποίου τις κινήσεις θα διαφαινόταν ότι, και επιθυμεί αλλά και μπορεί να κόψει τον ομφάλιο λώρο με το παλαιοκομματικό καθεστώς, όχι μόνο στο κόμμα του αλλά και γενικότερα στην πολιτική ζωή του τόπου.

Εκτός όμως από την παραπάνω κίνηση, η Νέας Δημοκρατία θα πρέπει να ήταν και η πρώτη η οποία θα πρωτοστατούσε ώστε να ριχθεί άπλετο φως στην υπόθεση, κι όχι να προσπαθεί να αντικρούσει την κυβέρνηση με επιχειρήματα του τύπου «να δοθούν τα ονόματα των μαρτύρων». Δεν τιμά την Νέα Δημοκρατία, και πολύ περισσότερο το εκλογικό της σώμα, μια εμπλοκή της σε ένα σκάνδαλο εκατομμυρίων ή και δισεκατομμυρίων, με την ηγεσία της στρέφεται περισσότερο προς την συγκάλυψη παρά προς την αποκάλυψη.

Συμπέρασμα

Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, την μάχη την κερδίζουν οι στρατηγοί και η στρατηγική τους. Η ανάλωση σε ανούσιες μάχες εντυπωσιασμού, οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια χρόνο με τον χρόνο σε κλείσιμο της ψαλίδας μεταξύ Νέας Δημοκρατίας και ΣΥΡΙΖΑ, επαναφέροντας στις μνήμες τον Απρίλιο του 2000.