Πως το ελληνικό κράτος ωθεί σε ακραίες συμπεριφορές τους πολίτες του
Του Γρηγορίου Μπρόζου
Το τελευταίο χρονικό διάστημα η Ελλάδα συγκλονίστηκε από δύο δολοφονίες. Οι δολοφονίες του Ζακ Κωστόπουλου και του Κωνσταντίνου Κατσίφα. είναι δύο περιστατικά με ασυμβίβαστες διαφορές αλλά και με μερικά κοινά όπως θα διαπιστώσουμε παρακάτω.
Οι δύο αυτές δολοφονίες συνέβησαν σε εντελώς διαφορετικό χρόνο και τόπο και για εντελώς διαφορετικές αιτίες.
Η υπόθεση του Ζακ Κωστόπουλου
Στις 21 Σεπτεμβρίου ένας νεαρός άνδρας, εμφανώς υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών και οπλισμένος με ένα μαχαίρι, εισβάλει σε ένα κοσμηματοπωλείο στην περιοχή την Ομόνοιας, αφού πρώτα είχε εκδιωχτεί και από άλλα μαγαζιά όπου προσπάθησε να εισέλθει. Ήταν εκεί με πρόθεση να ληστέψει ή δεν είχε συναίσθηση των κινήσεων του; Έψαχνε καταφύγιο από κάτι; Δεν θα μάθουμε πότε. Το περιστατικό είχε δυσάρεστη κατάληξη, καθώς ο ιδιοκτήτης του κοσμηματοπωλείου μαζί με μερικούς ακόμη άνδρες ξυλοκόπησαν τον Ζακ, με αποτέλεσμα να χάσει την ζωή του. Ο Ζακ ήταν μέρος μιας κοινωνικής ομάδας όχι και τόσο αποδεκτής από μέρος της κοινωνίας, ήταν ομοφυλόφιλος. Αμέσως μετά το θάνατο του, εξαγριωμένοι διαδηλωτές αρχίζουν να κατακλύζουν τους δρόμους με πανό και συνθήματα υπέρ της «διαφορετικότητας» και κατά του κοινωνικού ρατσισμού. Λες και ο κοσμηματοπώλης ήξερε τις σεξουαλικές προτιμήσεις του Ζακ και θέλησε να τον τιμωρήσει.
Η υπόθεση του Κωνσταντίνου Κατσίφα
Ένα μήνα σχεδόν αργότερα, κάπου πολύ μακριά από το κέντρο της Αθήνας, σε ένα Ελληνικό χωριό της βορείου Ηπείρου, ο Κωνσταντίνος Κατσίφας χάνει την ζωή του από το πυρά της Αλβανικής αστυνομίας. Κοντά στον τόπο καταγωγής και διαμονής του, στο χωριό Βουλιαράδες, υπάρχει ένα ελληνικό στρατιωτικό νεκροταφείο. Περνώντας από εκεί ο Κατσίφας αντίκρισε Αλβανούς αστυνομικούς και τις Ελληνικές σημαίες κατεβασμένες. Ακολούθησε λογομαχία και απειλές και των δύο πλευρών. Ο Κωνσταντίνος αποχωρεί και επανέρχεται οπλισμένος με ένα αυτόματο όπλο τύπου ΑΚ-47 (Καλάσνικοφ). Ακολουθεί ένοπλη συμπλοκή, ενώ παράλληλα ειδικές δυνάμεις της Αλβανικής Αστυνομίας καταφθάνουν από τα Τίρανα. Λίγες ώρες αργότερα ο Κωνσταντίνος Κατσίφας κείτεται νεκρός.
Πως συνδέονται οι παραπάνω περιπτώσεις;
Τα δύο αυτά περιστατικά γεννούν δύο βασικά ερωτήματα. Πρώτον, ποιος φταίει, και δεύτερον, τι έχει κάνει η Ελληνική πολιτεία μετά από αυτές τις δολοφονίες;
Σε καμία περίπτωση φυσικά δεν υιοθετούμε κάποια ακραία άποψη από τις πολλές που έχουν διατυπωθεί, όπως ότι φταίνε οι «ακροδεξιοί φασίστες» ή φταίνε οι Αλβανοί γιατί «μας μισούνε» ή κάτι παρόμοιο. Κατά την προσωπική μου άποψη, ως ηθικός αυτουργός και στις δύο περιπτώσεις περιπτώσεις είναι το Ελληνικό κράτος και οι αρμόδιες αρχές. Όταν το Ελληνικό κράτος και η Ελληνική αστυνομία δεν προστατεύει τους πολίτες, όταν αδυνατεί να τους εξασφαλίσει ασφάλεια για να δραστηριοποιηθούν οικονομικά και κοινωνικά, τότε είναι φυσικό επακόλουθο οι πολίτες να πάρουν τον νόμο στα χέρια τους, και με το πρόσχημα της αυτοάμυνας να επιδίδονται σε τέτοιες ενέργειες όπως αυτή του κοσμηματοπώλη. Επίσης, είναι ευθύνη του Ελληνικού κράτους να περιορίσει, αν όχι να παύσει, την χρήση ναρκωτικών και κυρίως να προστατεύει και να ωθεί στην απεξάρτηση άτομα που έχουν γίνει συστηματικοί χρήστες. Είναι αδιανόητο σε μία χώρα που θέλει να λέγεται Ευρωπαϊκή, ο καθένας να μπορεί να κάνει χρήση ναρκωτικών και έπειτα να κυκλοφορεί οπλισμένος στο κέντρο της πρωτεύουσας.
Η Ελλάδα είναι μία χώρα με πολύ μεγάλη διασπορά και στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Πολλοί εκ τον Ελλήνων του εξωτερικού μάλιστα, διατηρούν την Ελληνική τους υπηκοότητα. Είναι συχνό φαινόμενο οι μειονότητες σε διάφορες χώρες να υφίστανται περιθωριοποίηση και διώξεις. Μία τέτοια κατάσταση βιώνουν καθημερινά επί πολλές δεκαετίες οι Έλληνες της Βόρειας Ηπείρου. Το ερώτημα που γεννάται είναι το εξής: είναι αυτοί οι άνθρωποι μόνοι και αβοήθητοι; Η απάντηση θα έπρεπε να είναι όχι, το Ελληνικό κράτος θα έπρεπε να είναι εκείνο που θα λειτουργήσει ως ασπίδα για τους πολίτες του στην Βόρεια Ήπειρο ή νότια Αλβανία όπως θεωρείται από στελέχη της κυβέρνησης, απέναντι στον Αλβανικό αλυτρωτισμό και εθνικισμό. Ο Κωνσταντίνος έχασε την ζωή του προσπαθώντας να επαναφέρει την Ελληνική σημαία σε ένα Ελληνικό μνημείο. Η μέριμνα των εθνικών μνημείων όμως είναι αρμοδιότητα και ευθύνη του Ελληνικού κράτους, και όχι αιτία θανάτου πολιτών. Για ακόμα μια φορά κάποιος προσπάθησε να συμπληρώσει τα κενά και τις δυσλειτουργίες του κράτους με τραγικό αντίτιμο την ίδια του τη ζωή. Όπως και στην περίπτωση του Κωστόπουλου, η ανεπάρκεια των αρχών κόστισε ακόμα μία ζωή.
Συμπέρασμα
Σε κάθε περίπτωση η απώλεια ανθρώπινης ζωής είναι κάτι τραγικό. Σε αυτήν παύουν να έχουν σημασία τα ιδεολογικά φρονήματα, η καταγωγή, οι σεξουαλικές προτιμήσεις. Σε μια τέτοια κατάσταση είμαστε όλοι υποχρεωμένοι να επιδείξουμε τον αναγκαίο σεβασμό. Ακόμα και μετά από τα δύο τραγικά γεγονότα που σχολιάστηκαν, το Ελληνικό κράτος αποκάλυψε τα κενά του. Μετά το θάνατο του Ζακ κινήθηκαν πολύ γρήγορα οι διαδικασίες και ο κοσμηματοπώλης παραπέμφθηκε σε δίκη αμέσως, ενώ ο ίδιος ο πρωθυπουργός επικοινώνησε με την μητέρα του θύματος. Από την άλλη πλευρά, μετά την δολοφονία του Κατσίφα οι Αλβανικές αρχές «φυλάκισαν» το πτώμα του για οκτώ ημέρες. Παράλληλα, Αλβανοί αξιωματούχοι τον χαρακτήρισαν τρομοκράτη και παράφρονα, ενώ τις μέρες εκείνες πολλοί Βορειοηπειρώτες υπέστησαν προσαγωγές. Μπροστά σε αυτές τις βάναυσες συμπεριφορές το κράτος μας παρουσίασε μια αδράνεια έως και αδιαφορία.
Κάποιος θα πρέπει να μάθει στις κυβερνώντες ότι πέρα από την βελτίωση των οικονομικών μεγεθών της χώρας, είναι ανάγκη να δημιουργήσουν μια ασφαλή και φιλόξενη κοινωνία στην θέση της «ζούγκλας» που επικρατεί σήμερα. Το σπουδαιότερο όμως που θα πρέπει να αντιληφθούν οι πολιτικοί, είναι ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, και θα πρέπει να επιδεικνύουν τον ίδιο σεβασμό σε όλους, και στον Κωνσταντίνο και στον Ζακ.
*Γρηγόριος Γεωργίου Μπρόζος.