Οι πωλήσεις δανείων «ροκανίζουν» τα τραπεζικά έσοδα

Όσο πιο πολλά δάνεια «πρασινίσουν» με οργανικό τρόπο οι ελληνικές τράπεζες τόσο λιγότερες θα είναι και οι πωλήσεις δανείων στις οποίες θα προχωρήσουν. Το ύψος των προβληματικών χορηγήσεων που θα χρειαστεί οι τράπεζες να βγάλουν στο σφυρί έως και το 2021 θα εξαρτηθεί κατά βάση από τις επιδόσεις τους στη θεραπεία επισφαλειών μέσω ρυθμίσεων.

Το τίμημα που θα αποκομίσουν από τις μεταβιβάσεις αυτές οι τράπεζες θα εξαρτηθεί κατά κύριο λόγο από το μέγεθος των προς πώληση χαρτοφυλακίων, τα χρονικά περιθώρια που θα υπάρχουν για την ολοκλήρωση των συναλλαγών, την πορεία της οικονομίας, αλλά και τα πρώτα δείγματα γραφής από τη διαχείριση των δανείων που έχουν ήδη πωληθεί σε ξένα funds.

Οι ρευστοποιήσεις έχουν αναμφίβολα θετική επίδραση στο σύστημα, καθώς μέσω αυτών επιτυγχάνεται το γρήγορο καθάρισμα του ενεργητικού των τραπεζών, οι οποίες αποκτούν ταυτόχρονα ρευστότητα που μπορεί να διοχετευθεί μέσω νέων χορηγήσεων στην οικονομία. Στον αντίποδα ωστόσο, πέρα από τον κίνδυνο των ζημιών και του «καψίματος» προβλέψεων και κεφαλαίων, δημιουργείται ένα κενό στα καθαρά έσοδα, με δεδομένο ότι σε αυτά συμμετέχουν σε έναν βαθμό και τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.

Τραπεζικές πηγές εκτιμούν ότι εάν πουληθούν δάνεια 30 δισ. ευρώ, η ετήσια απώλεια εσόδων θα κυμανθεί στα επίπεδα των 300 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για ένα ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο 15% των δαπανών μισθοδοσίας των ελληνικών ομίλων.

Αυτή η απώλεια μπορεί να αναπληρωθεί είτε με τη χορήγηση νέων δανείων, ώστε να παραχθούν νέα έσοδα, είτε με την περικοπή εξόδων λειτουργίας. Η πρώτη επιλογή ωστόσο εξαρτάται από την υγιή ζήτηση για δανεικά από τον εταιρικό τομέα και δεν μπορεί να εφαρμοστεί από τη μία ημέρα στην άλλη.

Ως εκ τούτου, είναι πολύ πιθανό το μεγαλύτερο βάρος της προσαρμογής να πέσει αναγκαστικά στα έξοδα. Δηλαδή στο δίκτυο και στο προσωπικό, ενισχύοντας τις τάσεις συρρίκνωσης που δημιουργεί ούτως ή αλλιώς η μετάβαση στη νέα ψηφιακή για τον κλάδο εποχή.

Θανάσης Κουκάκης

Πηγή:cnn.gr