Τι αποκαλύφθηκε στο σεμινάριο ΚΕΔΙΣΑ για κυβερνοασφάλεια
To Κέντρο Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων-ΚΕΔΙΣΑ διοργάνωσε με μεγάλη επιτυχία την Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2025 διαδικτυακή εκδήλωση (webinar) με θέμα: «Στρατηγική Αυτονομία της ΕΕ: Προκλήσεις για την κυβερνοασφάλεια» Ομιλητές ήταν: ο Δρ. Γεώργιος Στεργιόπουλος (Επίκουρος Καθηγητής Ασφάλειας Πληροφοριακών Συστημάτων του Τμήματος Πληροφορικής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών), ο Ελευθέριος Αθουσάκης (Ειδικός σε θέματα Κυβερνοασφάλειας) και η Δρ. Ελένη Καψοκόλη (Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια σε θέματα Κυβερνοασφάλειας και Υβριδικών Απειλών του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς). Συντονιστής του webinar ήταν ο Αντιπρόεδρος Δ.Σ. & Δ/ντης Ερευνών του ΚΕΔΙΣΑ Δρ. Παναγιώτης Σφαέλος.
Στην σύντομη εισαγωγική του ομιλία ο Ιδρυτής & Πρόεδρος Δ.Σ. ΚΕΔΙΣΑ, Δρ. Ανδρέας Γ. Μπανούτσος ανέφερε ότι γίνεται πολύς λόγος από την πλευρά των Ευρωπαϊκών πολιτικών ηγεσιών ότι μέσα σε ένα περιβάλλον έντονου γεωπολιτικού ανταγωνισμού όχι μόνο μεταξύ Ανατολής και Δύσης αλλά και εντός της ίδιας της Δύσης η ΕΕ θα πρέπει να αυτονομηθεί στρατηγικά και να μην εξαρτάται στρατιωτικά και τεχνολογικά από τον μεγάλο υπερατλαντικό εταίρο της, τις ΗΠΑ. Σήμερα η εφαρμογή στην πράξη μίας πολιτικής στρατηγικής αυτονομίας είναι περισσότερο αναγκαία από ποτέ και η ΕΕ οφείλει να επιδιώξει την χειραφέτηση της από τις ΗΠΑ και στο πεδίο της κυβερνοασφάλειας και της Τεχνητής Νοημοσύνης. Επιπρόσθετα η ΕΕ καλείται να επιβάλλει αποτελεσματικούς περιορισμούς και ελέγχους στη χρήση παράνομων λογισμικών παρακολούθησης όπως το Predator και το Pegasus προκειμένου να θωρακίσει τόσο την Ευρωπαϊκή Ασφάλεια από την δράση ξένων κρατικών και μη δρώντων όσο και την ιδιωτικότητα και τα προσωπικά δεδομένα εκατομμυρίων Ευρωπαίων πολιτών.
Ο Επίκουρος Καθηγητής Ασφάλειας Πληροφοριακών Συστημάτων του Τμήματος Πληροφορικής στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών Δρ. Στεργιόπουλος ξεκίνησε την ομιλία του λέγοντας ότι στρατηγική αυτονομία στην κυβερνοασφάλεια σημαίνει την ικανότητα της ΕΕ να προστατεύει ψηφιακές υποδομές και δεδομένα χωρίς δυσανάλογη εξάρτηση από τρίτες δυνάμεις. Ο στόχος της στρατηγικής αυτονομίας είναι να ελέγχει τις τεχνολογίες, τα δεδομένα, τις αλυσίδες εφοδιασμού και επιχειρησιακών δυνατοτήτων. Πρακτικά, η αυτονομία καλύπτει τη μείωση της εξάρτησης από παρόχους εκτός ΕΕ για κρίσιμες υπηρεσίες, τη χρήση προτύπων με επίκεντρο την ΕΕ και τη δημιουργία εγχώριων λύσεων. Ο Δρ. Στεργιόπουλος τόνισε ότι η πλήρης αυτονομία δεν είναι ρεαλιστική. Ο εφικτός στόχος είναι η μείωση του κινδύνου από την εξάρτηση και όχι η απομόνωση. Η ΕΕ δίνει έμφαση στη διαφοροποίηση των προμηθευτών και στις ισχυρότερες εσωτερικές δυνατότητες, παραμένοντας παράλληλα συνδεδεμένη με παγκόσμια δίκτυα και συμμάχους. Όπως ανέλυσε, υπάρχουν υψηλά επίπεδα απειλών ενώ παρατηρείται και αύξηση διακρατικών και κρατικά ευθυγραμμισμένων δραστηριοτήτων. Επίσης, υπάρχει ανομοιογένεια μεταξύ των κρατών μελών και κλάδων σε ετοιμότητα και εφαρμογή ελέγχων. Ορισμένες βιομηχανίες και χώρες έχουν προηγμένες δυνατότητες ενώ άλλες υστερούν, κάτι που περιπλέκει την ομοιόμορφη εφαρμογή σε όλη την ΕΕ. Σύμφωνα με τον Ευρωπαικό Οργανισμό για την Ασφάλεια των Δικτύων και Πληροφοριών (ENISA), οι πολίτες έχουν υψηλότερες ψηφιακές δεξιότητες και ευαισθητοποίηση σχετικά με τους κινδύνους στον κυβερνοχώρο από ότι στο παρελθόν. Από την άλλη πλευρά, η μεγαλύτερη χρήση ψηφιακών εργαλείων αυξάνει και τους κινδύνους.
Σε σχέση με την εξάρτηση από τις ΗΠΑ, οι τοπικές εταιρείες cloud της ΕΕ επεκτάθηκαν αλλά το μερίδιο αγοράς μειώθηκε από 29% σε 15% καθώς η Amazon και η Google αύξησαν το μερίδιό τους. Αυτή η εξάρτηση από την υποδομή cloud των ΗΠΑ είναι ένα παράδειγμα εξάρτησης της ΕΕ από ξένες υπηρεσίες κυβερνοασφάλειας. Το 2024 περίπου τα δύο τρίτα της αγοράς υποδομών cloud της Ευρώπης ελέγχονταν από αμερικανικούς τεχνολογικούς γίγαντες. Οι Ευρωπαϊκές CERT και οι υπηρεσίες ασφάλειας συχνά καταναλώνουν ροές απειλών από οντότητες των ΗΠΑ. Οι κρίσιμες υποδομές διαδικτύου και οι αλυσίδες εφοδιασμού υλικού συχνά εντοπίζονται σε οργανισμούς ή εργοστάσια των ΗΠΑ. Η ανάγκη στρατηγικής αυτονομίας της ΕΕ έχει επηρεαστεί από γεωπολιτικούς παράγοντες. Πρώτον, η μεταβλητότητα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, καθώς η νέα ηγεσία Τραμπ σηματοδότησε ότι μπορεί να υποβαθμίσει την Ευρωπαϊκή ασφάλεια υπονοώντας ότι η ΕΕ μπορεί να τα βγάλει πέρα μόνη της. Δεύτερον, η ρωσική επιθετικότητα και οι υβριδικές απειλές. Οι αρχές κυβερνοασφάλειας της ΕΕ ανέφεραν ότι οι ανατρεπτικές επιθέσεις διπλασιάστηκαν το 2024, πολλές από τις οποίες εντοπίστηκαν σε ομάδες που υποστηρίζονται από τη Ρωσία. Τρίτον, η πολυπλοκότητα. Η κινέζικη τεχνολογία θέτει τα δικά της στρατηγικά διλλήματα σχετικά με την ασφάλεια και τον έλεγχο. Οι ευρωπαϊκές συζητήσεις για την Huawei στα δίκτυα 5G ή για την κινεζική τεχνολογία επιτήρησης, τροφοδοτούν το αφήγημα της αυτονομίας.
Στο πλαίσιο πρωτοβουλιών της ΕΕ για αυτονομία, η ΕΕ εγκαινίασε την δική της βάση δεδομένων τρωτών σημείων την όποια διαχειρίζεται ο ΕNISA. To 2024 η ΕΕ υιοθέτησε τον Κανονισμό Cyber Resilience Act που επιβάλλει υποχρεωτικές απαιτήσεις κυβερνοασφάλειας σε προϊόντα με ψηφιακά στοιχεία. Αυτός ο νόμος υποχρεώνει τους κατασκευαστές και τους προγραμματιστές λογισμικού να διασφαλίζουν ότι οι συσκευές είναι ασφαλείς. Επίσης, το 2025 υιοθετήθηκε ο Κανονισμός Cyber Solidarity Act για την αλληλεγγύη στο κυβερνοχώρο. Πρόκειται ουσιαστικά για έναν συλλογικό μηχανισμό της ΕΕ για τον εντοπισμό και την αντιμετώπιση κυβερνοαπειλών. Υπάρχουν όμως κίνδυνοι και συμβιβασμοί που πρέπει να γίνουν στη πορεία για στρατηγική αυτονομία. Δημιουργώντας ειδικά συστήματα ή πρότυπα για την ΕΕ, κατακερματίζουμε το παγκόσμιο οικοσύστημα στον κυβερνοχώρο. Υπάρχει κόστος για εγχώρια προϊόντα κυβερνοασφάλειας ή νέους θεσμούς καθώς η ΕΕ ουσιαστικά αντιγράφει δυνατότητες που ήδη προσφέρουν σύμμαχοι όπως οι ΗΠΑ. Υπάρχει κίνδυνος μετατόπισης της εξάρτησης αντί εξάλειψης της καθώς η πλήρης εξάλειψη είναι ανέφικτη σε μια παγκοσμιοποιημένη βιομηχανία τεχνολογίας. Υπάρχει και εσωτερικός διχασμός εντός της ΕΕ καθώς δεν συμφωνούν όλοι για την ένταση της ατζέντας αυτονομίας. Ορισμένα κράτη μέλη φοβούνται τον υπερβολικό αποκλεισμό μη ευρωπαίων πωλητών που θα μπορούσε να είναι προστατευτικός ή να οδηγήσει σε αντίποινα (πχ. δασμοί ΗΠΑ). Αυτές οι αποκλίσεις έχουν ήδη προκαλέσει καθυστερήσεις. Για παράδειγμα, το σύστημα πιστοποίησης cloud της ΕΕ σταμάτησε λόγω διαφωνιών των κρατών μελών σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης των παρόχων των ΗΠΑ. Η ΕΕ κινείται από την εξάρτηση προς ελεγχόμενη διαφοροποίηση και ενδοευρωπαϊκές ικανότητες. Σε κάθε περίπτωση, οι σχετικοί Ευρωπαϊκοί Κανονισμοί δημιουργούν την «σπονδυλική στήλη» για την κυβερνοανθεκτικότητα. Η υλοποίηση απαιτεί διαλειτουργικότητα, επενδύσεις και ενιαία πολιτική βούληση. Η «έξυπνη αυτονομία» της ΕΕ είναι σημαντική καθώς δεν διαρρηγνύει τις συμμαχίες και την διαλειτουργικότητα.
Ο Ειδικός σε θέματα Κυβερνοασφάλειας Ελευθέριος Αθουσάκης τόνισε ότι η κυβερνοανθεκτικότητα αποτελεί το θεμέλιο πάνω στο οποίο μπορεί να οικοδομηθεί αληθινή στρατηγική αυτονομία στην ΕΕ. Χωρίς ασφαλείς ψηφιακές υποδομές και κυρίαρχες τεχνολογικές δυνατότητες, η πολιτική ανεξαρτησία της ΕΕ παραμένει απλώς μια φιλοδοξία. Οι κυβερνοεπιθέσεις μπορούν να παραλύσουν οργανισμούς και κράτη. Πάνω από το 70% της ευρωπαϊκής υποδομής cloud βασίζεται σε μη Ευρωπαίους συμμάχους δημιουργώντας σημαντικές ανησυχίες για την κυριαρχία. Το θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ παρέχει δυνατότητες κυβερνοανθεκτικότητας. Από το 2020, η ΕΕ έχει ολοκληρωμένο όραμα για την οικοδόμηση συλλογικής ανθεκτικότητας σε ολόκληρη την Ένωση. Η Οδηγία NIS2 προβλέπει ενισχυμένες απαιτήσεις για την ασφάλεια δικτύων και πληροφοριακών συστημάτων σε κρίσιμους τομείς, διευρύνοντας το πεδίο εφαρμογής και τους μηχανισμούς επιβολής. Η Πράξη για την Ψηφιακή Επιχειρησιακή Ανθεκτικότητα (DORA) ενισχύει την ανθεκτικότητα του χρηματοπιστωτικού τομέα έναντι των κυβερνοαπειλών μέσω υποχρεωτικών δοκιμών, αναφορών και διαχείρισης. Το αρνητικό είναι ότι έχουμε υπερπαραγωγή Κανονισμών με απουσία δεσμευτικού συντονισμού και ανομοιογενείς δυνατότητες κυβερνοάμυνας. Η στρατηγική αυτονομία της ΕΕ σκοντάφτει στις κατακερματισμένες αρμοδιότητες, την τεχνολογική εξάρτηση, κενά στην κοινή χρήση πληροφοριών, στην ετερογένεια πόρων και τις νομοθετικές καθυστερήσεις. Η στρατηγική αυτονομία δεν μπορεί να παραμένει νομική έννοια ή πολιτική φιλοδοξία αλλά πρέπει να μετατραπεί σε επιχειρησιακή πραγματικότητα. Χωρίς κοινή άμυνα στον κυβερνοχώρο, δεν μπορεί να υπάρξει γνήσια αυτονομία σε κανένα τομέα. Η ψηφιακή τρωτότητα υπονομεύει την ίδια την κυριαρχία. Πρέπει να υπάρχει επιχειρησιακός συντονισμός, κοινή νοοτροπία, αμοιβαία εμπιστοσύνη. Σημαντική είναι η συλλογική ευθύνη καθώς η κυνερνοασφάλεια δεν εινα εθνικό ζήτημα αλλά μια συλλογική προϋπόθεση για τη στρατηγική ελευθερία στον 21ο Αιώνα.
Η Μεταδιδακτορική Ερευνήτρια σε θέματα Κυβερνοασφάλειας και Υβριδικών Απειλών του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς Δρ. Ελένη Καψοκόλη ανέφερε ότι η στρατηγική αυτονομία έχει πλέον μετατραπεί σε βασικό πυλώνα της Ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής. Η στρατηγική αυτονομία συνίσταται στην ικανότητα κάποιου διεθνούς δρώντα να ενεργεί αυτόνομα και να λαμβάνει αποφάσεις χωρίς υπερβολική εξάρτηση από τρίτους παράγοντες. Δεν μπορούμε να έχουμε πλήρη απεξάρτηση από τρίτους παράγοντες στο σημερινό διεθνές σύστημα. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και η Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης της ΕΕ συντονίζουν τις δράσεις κυβερνοασφάλειας και επιδιώκουν να οικοδομήσουν στρατηγική αυτονομία. Σοβαρό πρόβλημα είναι η έλλειψη κοινής στρατηγικής κουλτούρας και η ετερογένεια των εθνικών συμφερόντων. Ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η διασυνδεσιμότητα που αναπτυχτήκαν μετά την πανδημία έχουν βοηθήσει πολύ στην στρατηγική αυτονομία της ΕΕ. Η ΕΕ αντιμετωπίζει διάφορες προκλήσεις καθώς εξαρτάται ακόμη από μη ευρωπαϊκούς παρόχους σε κρίσιμους τομείς, όπως είναι τα cloud αμερικανικής προέλευσης, τα δίκτυα 5G κινέζικης προέλευσης και οι παγκόσμιες πλατφόρμες τεχνητής νοημοσύνης. Η τεχνητή νοημοσύνη είναι μια νέα πρόκληση για την ΕΕ. Η κακόβουλη χρήση της τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να απειλήσει την ψηφιακή ασφάλεια ενός οργανισμού όπως η ΕΕ. Η στρατηγική αυτονομία δεν αφορά μόνο την άμυνα έναντι επιθέσεων αλλά και το να μπορεί η ΕΕ να ορίζει τους κανόνες στο ψηφιακό της οικοσύστημα. Η αυτάρκεια της ΕΕ στους ψηφιακούς τομείς είναι κρίσιμη. Μια προώθηση στην ανάγκη αυτονομίας της ΕΕ δόθηκε και από την επιτακτική χρήση τεχνολογίας στο πλαίσιο του ρώσο-ουκρανικού πολέμου καθώς οι ευρωπαϊκές ψηφιακές υποδομές ήταν πιθανοί στόχοι κυβερνοεπιθέσεων. Η στρατηγική αυτονομία επιτυγχάνεται με την μείωση εξάρτησης από τεχνολογικούς κολοσσούς εκτός ΕΕ.
Η ΕΕ έχει ήδη λάβει σημαντικές πρωτοβουλίες σε αυτή την κατεύθυνση, όπως την σύσταση Ευρωπαϊκού Κέντρου Ικανοτήτων Κυβερνοασφάλειας στην Ρουμανία και της Ακαδημίας Δεξιοτήτων Κυβερνοασφάλειας. Η ΕΕ έχει υιοθετήσει μια πολύ-επίπεδη προσέγγιση θεσμικά μέσω ενίσχυσης του ENISA, ο οποίος διαδραματίζει καίριο ρόλο στο να προστατεύει κρίσιμες υποδομές αλλά και να οικοδομεί τις δυνατότητες κυβερνοασφάλειας των κρατών μελών. Έχουμε την Οδηγία NIS για την ενίσχυση κρίσιμων υποδομών, τον Κανονισμό για την κυβερνο-ανθεκτικότητα, τον Κανονισμό για την ψηφιακή λειτουργική ανθεκτικότητα (DORA) και το ΑΙ Αct. Η ΕΕ έχει ανακοινώσει το ΑΙ Ιnnovation Package και το Invest AI με σκοπό την ενίσχυση ενός ανθεκτικού ψηφιακού οικοσυστήματος. Όλα αυτά θέτουν σαφείς κανόνες και κοινά πρότυπα για την ασφάλεια των ψηφιακών προϊόντων μεταφέροντας μεγαλύτερη ευθύνη στους κατασκευαστές ψηφιακών προϊόντων, ώστε να έχουμε αυξημένη κύβερνο-ανθεκτικότητα στα κράτη μέλη και στις εταιρείες ψηφιακής τεχνολογίας.
Η Δρ. Καψοκόλη τόνισε στην ομιλία της ότι παρά τα βήματα προόδου, η κυβερνο-ασφάλεια παραμένει εθνική ικανότητα στην ΕΕ. Σημαντική πρόκληση παραμένει η δημιουργία μιας κοινής ευρωπαϊκής στρατηγικής κουλτούρας ασφαλείας βασισμένη στην εμπιστοσύνη και στον αποτελεσματικό συντονισμό των κρατών μελών. Η ΕΕ πρέπει να μεταβεί από την λογική της ασφάλειας στην καινοτομία και την παράγωγη Ευρωπαϊκού τεχνολογικού εξοπλισμού μέσω επενδύσεων και στήριξης νεοφυών επιχειρήσεων τεχνητής νοημοσύνης και κυβερνοασφάλειας. Η στρατηγική αυτονομία θα επιτευχθεί μόνο με την παράγωγη τεχνολογικής γνώσης και ανθρώπινου δυναμικού. Η ανθεκτικότητα στον κυβερνοχώρο ξεκινά από τον άνθρωπο και καταλήγει στον άνθρωπο. Οι Ευρωπαίοι πολίτες πρέπει να λειτουργούν με ψηφιακή υπευθυνότητα, να κατανοούν τους κίνδυνους και να έχουν εμπιστοσύνη στο ανθεκτικό ψηφιακό οικοσύστημα της ΕΕ. Η κυβερνοασφάλεια αποτελεί επιχειρησιακή διάσταση της στρατηγικής αυτονομίας. Είναι κλειδί για την γεωπολιτική και γεωστρατηγική κυριαρχία της ΕΕ. Η κυβερνοασφάλεια είναι ένα τεστ αξιοπιστίας της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας. Η ΕΕ πρέπει να μπορεί αυτόνομα να προστατεύει τα ψηφιακά της σύνορα από κυβερνοεπιθέσεις.
Μετά το τέλος των ομιλιών, ακολούθησαν ερωτήσεις και συζήτηση. Σε ερώτηση του κοινού για το αν η ΕΕ πρέπει να αναπτύξει μια κεντρική ευρωπαϊκή ικανότητα κυβερνοάμυνας υπό την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Εξωτερικής Δράσης ή να κρατήσει την κυβερνοασφάλεια σε επίπεδο κρατών μελών, ο Δρ. Στεργιόπουλος απάντησε ότι αυτή τη στιγμή η ΕΕ δεν είναι ΗΠΑ, δεν έχει ολοκληρωμένες ομοσπονδιακές δομές και συνεπώς δεν είναι εύκολο να αποκτήσουμε μια κεντρική ευρωπαϊκή ικανότητα κυβερνο-ασφάλειας. Ο κ. Αθουσάκης συμφώνησε ότι θα πρέπει να δημιουργηθεί κάποια νέα κεντρική υπηρεσία σε επίπεδο ΕΕ που να συντονίζει την κυβερνοασφάλεια αλλά δεν είναι εφικτή μια ολοκληρωμένη κεντρική διοίκηση. Η Δρ. Καψοκόλη είπε ότι δεν είναι εύκολη η κεντρική ρύθμιση της κυβερνασφάλειας σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Σε ερώτηση του Ιδρυτή & Προέδρου του ΚΕΔΙΣΑ, Δρ. Ανδρέα Γ. Μπανούτσου για το τι έχει κάνει η ΕΕ για τα παράνομα λογισμικά παρακολούθησης, ο Δρ. Στεργιόπουλος είπε ότι υπάρχουν κάποιες πρωτοβουλίες για τα παράνομα συστήματα παρακολούθησης αλλά δεν υπάρχει αρκετός χώρος για να γίνει κάτι πέρα από την απαγόρευση και τον έλεγχο. Η αύξηση της κυβερνοανθεκτικότητας είναι το μόνο που μπορεί να γίνει. Ο κ. Αθουσακης είπε ότι το κυβερνοέγκλημα είναι τεράστιο και δεν είναι εύκολο να το παταχθεί. Υπάρχει εύρος κινήσεων για τους επιτιθεμένους οπότε είναι κάτι που διαδίδεται εύκολα αλλά δεν είναι εύκολο να σταματήσει. Μόνο αυστηρά μέτρα ασφάλειας μπορούν να επιτύχουν την μείωση του κυβερνοεγκλήματος. Η Καψοκόλη είπε ότι η κυβερνοκατασκοπεία είναι σοβαρό πρόβλημα στην ΕΕ. Δεν υπάρχει όμως ένα δεσμευτικό νομικό πλαίσιο σε επίπεδο ΕΕ για λογισμικά κατασκοπείας. Αυτές οι απειλές αντιμετωπίζονται σε επίπεδο κρατών μελών.
Σε ερώτηση του Αντιπρόεδρου του ΚΕΔΙΣΑ Δρ. Παναγιώτη Σφαέλου για το πώς αντιμετωπίζονται μια υβριδικές επιθέσεις κατά της ΕΕ από τρίτες χώρες, ο Δρ. Στεργιόπουλος απάντησε ότι ενεργοποιούνται μηχανισμοί που ενημερώνουν για τα δεδομένα της επίθεσης. Ένα μέρος του πολέμου είναι και σε πραγματικό επίπεδο. Οπότε σε τέτοια περίπτωση, η ευθύνη ανήκει στα εθνικά επιτελεία εθνικής άμυνας των κρατών που αναλαμβάνουν την διαχείριση της κρίσης. Η Δρ. Καψοκόλη είπε ότι μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει ποτέ κυβερνοπόλεμος χωρίς παράλληλη στρατιωτική επέμβαση. Σε υβριδικές επιθέσεις μεγάλης κλίμακας που περιλαμβάνουν και στρατιωτική επίθεση την διαχείριση αναλαμβάνουν τα γενικά επιτελεία εθνικής άμυνας που έχουν και τη σχετική υπηρεσία κυβερνοάμυνας.

