Ιφικράτης Αμυράς: Εισερχόμαστε στη μεταφιλελεύθερη εποχή

Εχουμε  την τιμή να  πάρουμε συνέντευξη από τον κο Ιφικράτη Αμυρά, προεδρο του ΙΕΡΑΚΣ, έναν από τους πρώτους Έλληνες διανοητές που ενόχλησαν κομμάτι της ‘πολιτικά ορθής’ δημοσιογραφίας στην Ελλάδα για τις ρηξικέλευθες απόψεις του, όπως σε θέματα διαχείρισης του δημόσιου χρέους και νομισματικής πολιτικής.

 

Κυριε Αμυρά ποιες έχετε αναφερθεί στο ότι διανύουμε την ‘μεταφιλελεύθερη εποχή’. Ποια ακριβώς είναι τα χαρακτηριστικά της εποχής αυτής και σε τι διαφέρει από το μοντέλο που έχει προωθηθεί στην Ελλάδα της εποχής των μνημονίων (2010-2017);

Κατ’ αρχάς ευχαριστώ που μου δίνετε την δυνατότητα να εκφράσω τις απόψεις μου. Εύχομαι καλή επιτυχία στην ηλεκτρονική σας εφημερίδα, new-economy.gr

Η μεταφιλελεύθερη εποχή είναι όρος που χρησιμοποιείται ακόμη και από δυτικούς αναλυτές. Σηματοδοτεί την μετάβαση σε μία νέα τάξη πραγμάτων από αυτήν που γνωρίσαμε στο τέλος του 2ου παγκοσμίου πολέμου. Με τον όρο liberal international order εννοούμε την διεθνή τάξη πραγμάτων που επεβλήθη από τις ΗΠΑ και τον Δυτικό συνασπισμό σε οικονομικό, νομικό, κοινωνικό, στρατιωτικό, διπλωματικό, και πολιτικό επίπεδο, ήτοι το αξιακό σύστημα του φιλελευθερισμού.

Αφού για περίπου είκοσι πέντε χρόνια, βιώσαμε το μονοπώλιο των ΗΠΑ στην διευθέτηση των διεθνών υποθέσεων, τώρα αναδύεται ο πολυπολικός κόσμος. Ασιατικές χώρες όπως η Ρωσσία, η Κίνα, η Ινδία, η Ινδονησία, το Ιράν, απορρίπτουν τον φιλελευθερισμό ως αξιακό σύστημα και υιοθετούν εναλλακτικά κοινωνικά υποδείγματα, τα οποία θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε υβριδικά. Η Κίνα για παράδειγμα, εφαρμόζει ένα μείγμα κομμουνισμού, καπιταλισμού, και εθνικισμού, και συγχρόνως επαναφέρει τον Κομφουκιανισμό ως ιδεολογικό στοιχείο της πολιτισμικής της ταυτότητος.

Αυτό που με ενδιαφέρει να τονίσω είναι οι βαθύτερες αιτίες της μεταβάσεως στην μεταφιλελεύθερη εποχή. Στην Δύση, οι τρεις βασικοί πυλώνες μίας κοινωνίας, η δημογραφία, ο πολιτισμός, και η (πραγματική) οικονομία, πριονίζονται συνεχώς εξ αιτίας των πολιτικών αντιλήψεων που έχουν επικρατήσει.

Οι αμβλώσεις χωρίς κανένα περιορισμό, πλήττουν την δημογραφική ευρωστία των δυτικών κοινωνιών. Η γηγενής πολιτισμική ταυτότητα πλήττεται από ψευδεπίγραφα κινήματα με πρόσχημα τον αντιρατσισμό και τον πολυπολιτισμό. Πολυπολιτισμός σημαίνει να σεβόμαστε τον πολιτισμό άλλων εθνοτήτων, και όχι να αλλοιώσουμε την δική μας πολιτισμική ταυτότητα στο όνομα του αντιρατσισμού. Τέλος, η πραγματική οικονομία που άλλοτε εστηρίζετο στην βιομηχανική παραγωγή, κυριολεκτικώς αποσαθρώνεται και εγκαταλείπεται στην τύχη της, ενώ συγχρόνως επιδοτείται και επικροτείται ο καπιταλισμός-καζίνο, η μη-παραγωγική τραπεζοκεντρική άϋλη «οικονομία».

Το συνδυαστικό αποτέλεσμα αυτών των τριών παραγόντων, είναι η μεταφορά πλούτου και ισχύος στην Ανατολή από την Δύση. Αν συνυπολογίσουμε το δημογραφικό πλεονέκτημα των Ασιατικών έναντι των Δυτικών κρατών, τεκμαίρουμε ότι το κέντρο βάρους των πολιτικών εξελίξεων σε λίγα χρόνια θα είναι η Ανατολή.

Όταν Ασιατικές χώρες όπως η Κίνα αρχίσουν να προβάλλουν την ισχύ τους διεθνώς σε στρατιωτικό και πολιτικό επίπεδο, θα επακολουθήσει και η αλλαγή του πολιτικού  παραδείγματος. Από την φιλελεύθερη τάξη πραγμάτων, θα περάσουμε σε μία μη-φιλελεύθερη. Η αλλαγή του αξιακού συστήματος που θα κυριαρχεί σε διεθνές διπλωματικό επίπεδο, αποτελεί ήδη θέμα εντόνων συζητήσεων στις δυτικές δεξαμενές σκέψεως.

Για εμάς στην Ελλάδα η μεταφιλελεύθερη εποχή σημαίνει ότι θα αναδυθούν κόμματα και προσωπικότητες που θα προσανατολίζωνται σε λύσεις εκτός Δύσεως για τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που απασχολούν την Χώρας μας. Σήμερα για ό,τι πρόβλημα παρουσιάζεται, οι πολιτικοί είτε ζητούν την βοήθεια της Ευρώπης, είτε μιμούνται ευρωπαϊκές προσεγγίσεις.

Στην εποχή των μνημονίων, αν είχαμε ψάξει λύσεις εκτός Δυτικού συνασπισμού, μία διαφορετική προσέγγιση στα πλαίσια του πολυπολικού κόσμου, θα ήταν η στρατηγική συνεργασία με χώρες όπως η Ινδία, η Κίνα, η Ιαπωνία, και η Ρωσσία.

Αυτές οι χώρες έχουν ανεπτυγμένη βιομηχανία και θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε μαζί τους για την εκβιομηχάνιση της Ελλάδος. Αντί να υποτασσόμαστε συνεχώς στην εξοντωτική και ανθελληνική πολιτική λιτότητος της Τρόϊκα, θα μπορούσαμε να υπογράψουμε διμερείς συμφωνίες με Ασιατικές χώρες, δια των οποίων η Χώρα μας θα αποκτούσε εναλλακτικές λύσεις σε θέματα εμπορίου, αμύνης, και τεχνολογίας.

Για μένα το βασικότερο πλεονέκτημα που θα αποκομίσει η Χώρα μας στην μεταφιλελεύθερη εποχή θα είναι η κατάργηση των ανοικτών συνόρων η οποία εγκυμονεί τεραστίους κινδύνους για την εθνική ασφάλεια του Ελληνικού Λαού.

 

Ποιος εκτιμάτε ότι μπορεί να είναι ο ρόλος της Ελλάδος στα πλαίσια της ειρηνικής της συνύπαρξης αλλα και ενίσχυσης της θέσης της στο λεγόμενο Ευρασιατικό τόξο; Τι διδάγματα αντλούμε από την στάση άλλων κρατών όπως της Τουρκίας και πώς μπορούμε να τα αξιοποιήσουμε; Πως κερδίζουμε από συνεργασία με ΗΠΑ, ΕΕ και Ρωσία; Εκτιμάτε ότι η συγχρονη τακτικη της χωρας, επι Κοτζιά σε θεματα όπως των Σκοπίων, και της Κυπρου είναι επιτυχής. Επιδέχεται  βελτίωσης ;

Η Ελλάδα θα μπορούσε να συνεργαστεί με την Ευρασία σε πολλά θέματα καθότι βρίσκεται στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων. Θα μπορούσε να ακολουθεί μία πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, όπως ακριβώς πράττει η Τουρκία.

Θα μπορούσαμε να συνεργαστούμε ακόμη και θέματα οικοδομήσεως νέων διεθνών οργανισμών, όπως Ασιατική Τράπεζα Επενδύσεων και Υποδομών (AIIB), ώστε να υπάρχει αντίβαρο στο μονοπώλιο του ΔΝΤ.

Ένα στοιχείο που διαφεύγει από αρκετούς αναλυτές στην Ελλάδα είναι η ευρασιατική μας πολιτική. Διότι είναι ανύπαρκτη. Ουδείς μέχρι τώρα πολιτικός φορέας επένδυσε διπλωματικώς στο ευρασιατικό τόξο.

Η δική μου πρόταση και ταυτοχρόνως ανησυχία είναι ότι η νεο-Οθωμανική Τουρκία, υιοθετώντας παλαιότερα δόγματα περί πανισλαμισμού, επενδύει πολιτικώς στον Καύκασο, στις Παρευξείνιες χώρες, στην Μέση Ανατολή, και στην Βόρεια Αφρική. Τα διπλωματικά της πλοκάμια φθάνουν μέχρι την αυτόνομη επαρχία Σιντσιάνγκ των Ουιγούρων.

Στην ευρασιατική της στρατηγική η νέο-Οθωμανική Τουρκία ενσωματώνει πολλαπλασιαστές ισχύος. Αποκτά συμμάχους. Εκτουρκίζει ευρασιατικές εθνότητες. Με αποτέλεσμα στο μέλλον, αντί να είμαστε αντιμέτωποι με ένα κράτος εβδομήντα εκατομμύριων, να βρεθούμε αντιμέτωποι με ένα κράτος εκατόν εβδομήντα εκατομμυρίων.

Οπότε το ζήτημα δεν είναι αν, αλλά πότε θα αποκτήσουμε και εμείς ευρασιατική στρατηγική. Το «Ανήκομεν εις την Δύσιν» δεν είναι απλώς παρωχημένο, είναι άκρως επικίνδυνο για την εθνική ασφάλεια της Ελλάδος.

Η χάραξη ευρασιατικής στρατηγικής απαιτεί συνεργασία στρατιωτικών αναλυτών, δεξαμενών σκέψεως, πανεπιστημιακών καθηγητών, πολιτικών κομμάτων, επιχειρηματικών ομίλων, πολιτιστικών ιδρυμάτων, διπλωματικών παραγόντων. Απαιτείται συνέχεια, επαγγελματισμός, και επιμονή. Οι καλύτεροι Έλληνες διπλωμάτες πρέπει πιά να αποστέλλωνται στην Κίνα και στην Ινδία, και όχι στο Βερολίνο και στην Ουάσιγκτον.

Θεωρώ ότι η Χώρα μας δεν μπορεί να αποκομίσει σοβαρά οφέλη από την συνεργασία με  ΗΠΑ, ΕΕ, και Ρωσσία διότι δεν διαθέτει ανεξάρτητη εξωτερική  πολιτική, ώστε να δύναται να ελιχθεί καταλλήλως. Η αποκόμιση σημαντικών πολιτικών οφελών δεν είναι ζήτημα πρόσκαιρων συμμαχιών και συγκυριών.

Για να αποκομίσουμε σημαντικά οφέλη θα πρέπει να υιοθετήσουμε μερικούς βασικούς κανόνες, παραφράζοντας το γνωστό απόφθεγμα του Λόρδου Πάλμερστον, «Δεν υπάρχουν μόνιμοι σύμμαχοι, υπάρχουν μόνιμα εθνικά συμφέροντα». Είναι δύσκολο να αποκομίσουμε οφέλη από την Ρωσσία όταν ακολουθούμε τυφλά τους δυτικούς «εταίρους» και της επιβάλλουμε κυρώσεις.

Χωρίς ανάκτηση της εθνικής μας ανεξαρτησίας, δεν μπορούμε να μιλάμε για αποκόμιση ούτε σημαντικών, ούτε μονίμων οφελών στην εξωτερική μας πολιτική.

Η πολιτική που ασκεί ο κύριος Κοτζιάς διακατέχεται από παλινωδίες. Από την στιγμή που εγκατέλειψε την σκέψη για ένα σοβαρό άνοιγμα στην Ευρασία, υποχρεωτικώς κινείται στα πλαίσια μίας βαλκανικής χώρας υπό την σκέπη του ΝΑΤΟ. Τα διπλωματικά όρια ελιγμών μέσα στην ΕΕ είναι μικρά. Στα σημαντικά θέματα υποχρεούται να ευθυγραμμίζεται με τις οδηγίες της κυρίας Μογκερίνι, ΥΠΕΞ της ΕΕ.

Επίσης πάσχει από έλλειψη τολμηρότητος. Στο ζήτημα των Σκοπίων αντί να ακολουθεί την πεπατημένη, θα μπορούσε να θέσει ζήτημα επανελληνίσεως των εκσλαβισμένων Ελλήνων των Σκοπίων, και αντί να αποσκοπεί στην απομακεδονοποίηση των Σκοπίων, να ζητούσε την ειρηνική και σταδιακή επανένωση της Βορείου Μακεδονίας με την υπόλοιπη Ελλάδα. (Με τον όρο Βόρεια Μακεδονία εννοώ τα εδάφη που δεν κατάφεραν να απελευθερώσουν οι Έλληνες στους Βαλκανικούς πολέμους).

Στο ζήτημα της Κύπρου έχει εγκαταλειφθεί ακόμη και το παλαιό πασοκικό αίτημα για άμεση και άνευ όρων αποχώρηση των τουρκικών κατοχικών στρατευμάτων από την Μεγαλόνησο.

Βελτίωση στην εξωτερική μας πολιτική θα επέλθει όταν τα στελέχη του κρατικού μηχανισμού θα σκέπτωνται και θα δρούν ως Έλληνες, και όχι ως ευρωπαίοι. Όταν θα θέτουν πάνω από όλα την Ελλάδα, και όχι την ΕΕ. Φυσικά αυτό προϋποθέτει απεγκλωβισμό της Ελλάδος από την παρακμάζουσα ΕΕ. Χωρίς ένα εθνοκεντρικό στρατηγικό πλαίσιο, είναι αδύνατον να αποκτήσουμε εξωτερική πολιτική διαρκείας, που να αποφέρει σημαντικά οφέλη σε βάθος χρόνου.

 

Πολλοί αναφερονται στην αναγκη επιστροφής στο Εθνικό νόμισμα. Εχει κάποια λογική αυτή η σκέψη; Τι πλεονεκτήματα και τι εθνικούς κινδύνους βλέπετε σε αυτή την προσέγγιση;

Στο ζήτημα του εθνικού νομίσματος όπως και στα περισσότερα ζητήματα που απασχολούν τον Ελληνικό Λαό δεν έχουν αναδειχθεί όλες οι πτυχές, με αποτέλεσμα πολύς κόσμος να εγκλωβίζεται σε ζητήματα όπως τί θα γίνει με την ισοτιμία, τί θα γίνει με τις εισαγωγές καυσίμων κλπ. Ενώ δεν αγνοώ αυτά τα ζητήματα, θεωρώ ότι υπάρχουν σημαντικότερα που δεν έχουν αναδειχθεί.

Τί θα γίνει σε περίπτωση που η Χώρα μας εμπλακεί σε έναν πόλεμο διαρκείας, πχ στην Θράκη; Πού θα βρούμε τα χρήματα για τον Αγώνα; Σε τέτοιες κρίσιμες ώρες θα ψάχνουμε δανεικά από τους Γερμανούς; Ή μήπως θεωρούμε ότι το ΝΑΤΟ θα μας σώσει και άρα δεν χρειάζεται να διαθέτουμε νομισματική αυτάρκεια;

Ας αφήσουμε το ακραίο σενάριο του πολέμου. Ας πάμε στο ζήτημα της εξαγοράς των Ελληνικών υποδομών. Τί θα γίνει με την διείσδυση ξένων συμφερόντων και τον διαρκή αφελληνισμό της Ελληνικής οικονομίας; Θα αποφασίσουμε να δράσουμε ή όχι; Στην Θράκη και σε άλλες ευαίσθητες περιοχές εξαγοράζονται πάγια στοιχεία και ανθρώπινες συνειδήσεις από ξένα συμφέροντα. Εμείς θα αδιαφορούμε; Περιμένοντας τί; Την «ανάπτυξη» που μας υποσχέθηκε η Τρόϊκα;

Εις ό,τι αφορά το καθαυτό ζήτημα του νομίσματος υπάρχει μία πτυχή που οι δυτικόφιλοι αναλυτές επιμένουν να αγνοούν. Εγώ την αποκαλώ ηθελημένη και δόλια άγνοια. Ισχυρίζονται, είτε ότι δεν έχει σημασία ποιός εκδίδει το νόμισμα, και άρα το ζητούμενο είναι οι επενδύσεις, η μείωση της γραφειοκρατίας, κλπ, είτε ότι είναι καλύτερα να διαχειρίζωνται το νόμισμα οι ξένοι διότι οι πολιτικοί μας απεδείχθησαν ανίκανοι στην διαχείριση του εθνικού νομίσματος.

Πρώτον, είναι απαράδεκτο κάποιος να δηλώνει οικονομολόγος και συγχρόνως να αγνοεί την θεμελιώδη διαφορά μεταξύ του «δανείζομαι με τόκο ένα ξένο νόμισμα», και του «εκτυπώνω δωρεάν το δικό μου νόμισμα». Επίσης είναι αδιανόητο να αγνοείται ότι άλλες είναι οι επιπτώσεις όταν το δημόσιο χρέος είναι σε ξένο νόμισμα, και μάλιστα με εμπράγματες εγγυήσεις, και άλλες οι επιπτώσεις όταν το χρέος είναι σε εθνικό νόμισμα. Κανονικώς θα έπρεπε η διαφορά να ήταν αυτονόητη, αλλά δεν είναι, διότι αρκετοί δυτικόφιλοι αναλυτές έχουν τυφλωθεί από την «λάμψη» του καταρρέοντος ευρωπαϊκού ιδεολογήματος.

Δεύτερον, αν ο Ελληνικός Λαός διαπιστώσει ότι όσοι πολιτικοί τον κυβέρνησαν στο παρελθόν ήταν ανίκανοι να διαχειριστούν το εθνικό νόμισμα, το συμπέρασμα που πρέπει να εξάγει είναι ότι πρέπει να απομακρυνθούν από την εξουσία. Σε καμμία περίπτωση δεν θα εξάγει το συμπέρασμα ότι πρέπει καταργήσει το εθνικό νόμισμα. Αν ο διοικητής ενός κρατικού νοσοκομείου είναι άχρηστος, καταργούμε τον συγκεκριμένο διοικητή, δεν καταργούμε το νοσοκομείο.

Το εθνικό νόμισμα αποτελεί βασικό στοιχείο εθνικής ανεξαρτησίας, όπως και ο εθνικός στρατός. Είναι δυνατόν να λέει κάποιος ότι, «Δεν πειράζει αν καταργηθεί ο εθνικός στρατός. Τί ξένος στρατός, τί Ελληνικός Στρατός, το ίδιο είναι. Το ζητούμενο είναι να γίνεται σωστή διαχείριση πόρων, καλύτερος στρατηγικός σχεδιασμός, καλύτερη εκπαίδευση, κλπ, κλπ». Αν κάποιος πολιτικός ή αναλυτής εκστόμιζε τέτοια ανοησία θα ήταν φανερό το πόσο επικίνδυνοι είναι όσοι μιλούν με εμμονικό τρόπο υπέρ του ευρώ και κατά του εθνικού νομίσματος.

Παρεμπιπτόντως δεν είναι μακριά η εποχή που ενδέχεται να απορροφηθεί αρχικώς, και σταδιακώς να καταργηθεί ο Ελληνικός Στρατός στα πλαίσια του ευρωπαϊκού στρατού, και στα πλαίσια της Ομοσπονδιακής Ευρώπης. Είμαι σίγουρος ότι αρκετοί αναλυτές θα προσπαθούν και τότε να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα με σοφίσματα αντιστοίχου επιπέδου, όταν καταργήθηκε το εθνικό μας νόμισμα. Τότε, το 2002, το βασικό τους επιχείρημα ήταν ότι θα μπορούμε να ταξιδεύουμε φθηνότερα, χωρίς συναλλαγματικούς περιορισμούς… Το ότι καταργήθηκε το εκδοτικό προνόμιο και παραχωρήθηκε στους Γαλλο-Γερμανούς, δεν τους στεναχώρησε καθόλου.

Υπάρχουν κίνδυνοι από την επαναφορά του εθνικού νομίσματος; Ναι, υπάρχουν, αλλά όχι αυτοί που αναφέρουν όσοι αντιστρατεύονται το εθνικό μας νόμισμα. Ο βασικός κίνδυνος προέρχεται από το ποιός φορέας θα επαναφέρει το εθνικό νόμισμα, με βάση ποιό πολιτικό πρόγραμμα, μέσα σε ποιό αξιακό πλαίσιο. Αν το επαναφέρει ένα από τα κόμματα που πρόσκεινται στο υπάρχον καθεστώς, θα γίνει ό,τι έγινε στις ΗΠΑ.

Δηλαδή, θα γίνει αύξηση της νομισματικής κυκλοφορίας, αλλά προς όφελος των μεγάλων συστημικών τραπεζών, οι οποίες θα πάρουν τα χρήματα και δεν θα τα διοχετεύσουν στην πραγματική οικονομία. Θα συνεχίσουν τον χρηματιστηριακό τζόγο, χωρίς να ωφεληθεί ο εργαζόμενος Λαός.

Η επαναφορά του εθνικού νομίσματος πρέπει να συνδεθεί αρρήκτως με την εκ θεμελίων αλλαγή του τραπεζικού συστήματος. Για να έχει θετικό αποτέλεσμα η  εκτύπωση εθνικού νομίσματος, πρέπει να ωφεληθεί ο Λαός και η πραγματική οικονομία. Όχι οι συστημικές τράπεζες. Τα τραπεζικά συστημικά κουφάρια πρέπει να τεθούν σε εκκαθάριση. Γι’ αυτό είμαι υπέρ της συγκροτήσεως πολλών μικρομεσαίων τραπεζικών ιδρυμάτων, τα οποία θα χρηματοδοτούν την παραγωγική οικονομία λαμβάνοντας ως εγγύηση μετοχές της πιστολήπτριας εταιρείας. Αντί οι τράπεζες να κοιτάζουν πώς να εγγράψουν περισσότερες υποθήκες στα ακίνητα των εταιρειών, θα επιμερίζωνται τον πιστωτικό κίνδυνο, ώστε να έχουν κίνητρο να μην κλείσουν οι παραγωγικές εταιρείες.

Παρά την κινδυνολογία που εκπέμπουν οι ευρωλάγνοι, κίνδυνοι από έλλειψη φαρμάκων λόγω επαναφοράς του εθνικού νομίσματος, δεν υφίστανται, για πολλούς λόγους. Υπάρχουν Ελληνικές φαρμακευτικές εταιρείες που μπορούν να καλύψουν σε ελάχιστο χρονικό διάστημα τις ανάγκες της αγοράς. Αντιθέτως η πολιτική ηγεσία της Χώρας επί δεκαετίες μεροληπτεί υπέρ ξένων πολυεθνικών φαρμακευτικών εταιρειών και εις βάρος Ελληνικών, (πχ εταιρεία ΧΡΩΠΕΙ).

Επομένως το ζητούμενο στην μετάβαση από το ευρώ στο εθνικό νόμισμα είναι να υποστηριχθούν τα Ελληνικά προϊόντα και οι Ελληνικές εταιρείες, και όχι να εκφοβίζεται ο Λαός μας για το αν θα διαθέτουμε αρκετά ευρώ για να αγοράζουμε  ξένα φάρμακα.

Αν παρ’ όλα αυτά υπάρξει πρόσκαιρο πρόβλημα εισαγωγών λόγω μεταβάσεως στο εθνικό νόμισμα, υπάρχουν εναλλακτικές λύσεις. Μία εξ αυτών είναι οι διμερείς συμφωνίες με την χρήση κοινής λογιστικής μονάδος και αλληλόχρεου λογαριασμού. Μία άλλη λύση είναι οι απευθείας συναλλαγές σε εθνικά νομίσματα. Ιράν, Τουρκία, Κίνα, Ιαπωνία, Ινδία, Ρωσσία, στην προσπάθειά τους να ενισχύσουν τα εθνικά τους νομίσματα υπογράφουν διμερείς συνθήκες για απευθείας εμπορικές συναλλαγές χωρίς την παρεμβολή αποθεματικού νομίσματος.

Τέλος υπάρχουν διεθνή αποθεματικά νομίσματα πλην του ευρώ, όπως το γιέν, το δολλάριο, και προσφάτως το γουάν, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως συνάλλαγμα. Οι κεντρικές τράπεζες αυτών των χωρών έχουν τελείως διαφορετική αντίληψη απ’ αυτήν που επικράτησε στην Ευρώπη λόγω Γερμανίας. Θεωρώ ότι η Ιαπωνία ή η Κίνα για παράδειγμα, θα εδέχοντο να πιστώσουν την Χώρα μας, διότι απλούστατα θέλουν να επεκτείνουν την χρηματοπιστωτική σφαίρα επιρροής των δικών τους νομισμάτων εις βάρος του ευρώ.

Υπάρχει άλλος ένας κίνδυνος, γεωπολιτικής φύσεως, από την μετάβαση σε εθνικό νόμισμα που θα πρέπει να ληφθεί σοβαρώς υπ’ όψιν. Αν η μετάβαση σε εθνικό νόμισμα συνοδευτεί από έξοδο της Ελλάδος από την ΕΕ και μονομερή διαγραφή του εξωτερικού χρέους, όπως προτείνω εγώ, μαζί με στρατηγική συνεργασία με Ασιατικές χώρες όπως η Ινδία και η Κίνα, τότε ενδέχεται να κλιμακωθεί μία πολιτική κρίση στην Ευρώπη, η οποία να φθάσει μέχρι το σημείο επιβολής οικονομικών κυρώσεων στην Ελλάδα.

Ο λόγος; Το φαινόμενο ντόμινο. Το ευρωϊερατείο θα φοβηθεί ότι και άλλες χώρες πλήν της Ελλάδος θα θελήσουν να αποκτήσουν την εθνική τους ανεξαρτησία, και ίσως να σκεφτεί να φτάσει μέχρι τα άκρα προκειμένου να αποτρέψει την επικείμενη διάλυση της ΕΕ.

Οι κυρώσεις μπορεί να φθάσουν μέχρι του σημείου να απαγορευθεί η πρόσβαση στο σύστημα ενδοτραπεζικών συναλλαγών SWIFT, του ελληνικού τραπεζικού συστήματος. Κάτι τέτοιο επιχειρήθηκε να γίνει από τις ΗΠΑ και την ΕΕ εις βάρος του Ιράν και της Ρωσσίας.

Γι’ αυτό από τώρα, όσοι φορείς και προσωπικότητες υποστηρίζουν το εθνικό νόμισμα, θα πρέπει να έχουν προετοιμάσει σχέδια αντιμετωπίσεως τέτοιου ενδεχόμενου. Λύσεις υπάρχουν και σε αυτό το πρόβλημα. Η Κίνα και η Ρωσσία οικοδομούν νέες χρηματοοικονομικές υποδομές παρακάμπτουσες το δυτικό χρηματοοικονομικό τραπεζικό δίκτυο. Μπορούμε να συνεργαστούμε μαζί τους ώστε να παρακάμψουμε τις ευρωπαϊκές κυρώσεις.

Σε ακραίες περιπτώσεις, υπάρχει και το «σύστημα» Ιράν. Συγκεκαλυμμένο proxy banking. Το εφήρμοσε το Ιράν μέσω τουρκικών τραπεζών, προκειμένου να παρακάμψει τις Αμερικανικές κυρώσεις.

 

Ποια θα μπορούσε να είναι η σταση της Ελλάδος έναντι της Γερμανίας στο θέμα των πολεμικών επανορθώσεων που εκτιμάται ότι ειναι στο υψος των 300 δις; Εκτιμάτε ότι έχει βάση η συζήτηση για συμψηφισμού του χρέους με την υποχρέωση της Γερμανίας ή διαγραφης του χρέους στα πλάισια αξιοποιησης της ‘επιτροπής δημόσιου χρέους’;

Και στο ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων, υπάρχουν πτυχές που δεν έχουν αναδειχθεί. Οι περισσότεροι πολίτες κάνουν αναφορές μόνον στις γερμανικές αποζημιώσεις του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Φαίνεται ότι λησμονούν τον ρόλο της Γερμανίας του Κάιζερ στην γενοκτονία του Μικρασιατικού Ελληνισμού στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Εγώ, ως πολιτικός, θέτω ζήτημα αποζημιώσεως και για τα γερμανικά εγκλήματα του πρώτου παγκοσμίου πολέμου.

Στο ερώτημα αν υπάρχει βάση συζητήσεως για έναν συμψηφισμό των γερμανικών αποζημιώσεων με το Ελληνικό χρέος, η απάντηση είναι όχι από νομικής απόψεως, ναι από πολιτικής.

Από νομικής απόψεως όσοι πολιτικοί της Ελλάδος υπέγραψαν τα μνημόνια, εδέχθησαν ως συμβατικό όρο ότι δεν τίθεται ζήτημα συμψηφισμού. Θεωρητικώς οι διεθνείς συνθήκες αναθεωρούνται, αλλά όχι από το υπάρχον πολιτικό καθεστώς, το οποίο άγεται και φέρεται από τις εντολές των Βρυξελλών και του Βερολίνου.

Η επιτροπή του δημοσίου χρέους έπρεπε να λειτουργούσε πολύ πριν μας επιβάλλουν τα μνημόνια διότι είναι αδιανόητο ο Ελληνικός Λαός να χρεώνεται με ποσά, τα οποία δεν ξέρει πώς προήλθαν.

Από εκεί και πέρα, το πρόβλημα του δυσθεώρητου εξωτερικού χρέους, δεν λύνεται με οικονομικούς όρους. Μόνον με πολιτικούς.  Ο γόρδιος δεσμός και ο νεαρός Βασιλιάς εκ Μακεδονίας αποτελεί έναν ικανοποιητικό πολιτικό συμβολισμό για το πώς πρέπει να σκεπτόμαστε για το εξωτερικό χρέος.

Η λογιστική προσέγγιση στο ζήτημα του εξωτερικού χρέους, αμβλύνει τα εθνικά ανακλαστικά. Το θεμελιώδες ερώτημα δεν είναι αν θα πρέπει να συμψηφίσουμε το χρέος με τις γερμανικές αποζημιώσεις. Το θεμελιώδες ερώτημα είναι αν θέλουμε να συνεχίσουμε να είμαστε αποικία χρέους και γερμανικό προτεκτοράτο.

Αν η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι ότι θέλουμε να είμαστε Ανεξάρτητο Ελληνικό Έθνος-Κράτος, τότε η πολιτική λύση είναι μονομερής διαγραφή του εξωτερικού χρέους, επαναφορά του εθνικού νομίσματος, έξοδος από την ΕΕ,  και προσανατολισμός της Ελλάδος σε συνεργασίες με έναν πολυπολικό κόσμο.