Το “μεγάλο κόλπο” της γερμανικής TUI

του Παναγιώτη (Τάκη) Κ. Μυλωνά, οικονομολόγου

(Η αφαίμαξη της χώρας, με “δούρειο ίππο”, την ποιότητα, μέσω υπερμόχλευσης τουριστικών επενδύσεων, σε πεντάστερα ξενοδοχεία)

Οι Έλληνες ξενοδόχοι -στη τουριστική επανεκκίνηση του 2022- αντί να έχουν τα οικονομικά αποτελέσματα που ανάμεναν και προσδοκούσαν -μετά και την ύφεση της πανδημίας του Covid-19- κι αντιδρώντας στην μη βιώσιμη οικονομική διαχείριση και λειτουργία των μονάδων τους, ανακάλυψαν και τις αιτίες, για τις πολύ “κοντές”, έως και αρνητικές, επιδόσεις τους. Και την πλήρη ανικανότητα τους, δηλαδή, να είναι: γόνιμοι και παραγωγικοί στις δράσεις τους, αλλά και αποδοτικοί στη διαχείρισή τους.

Και αναζητώντας τα αίτια της δεινής τους κατάστασης, έφτασαν, ως και να κραδαίνουν πλέον, μια δικαιολογία που ήδη προτάσσουν. Μια δικαιολογία που μοιάζει να υπαγορεύτηκε απ’ τη γερμανική TUI, πως: τους φταίνε “οι μακριές τρίχες”, απ’ τις “πλατφόρμες της βραχυχρόνιας μίσθωσης, των AirBnb” κ.λπ., ακόμα και για την αφλογιστία γονιμότητας που εμφανίζουν, στην οικονομική τους δράση. Δακτυλοδείχνοντας έτσι -με τις δηλώσεις τους αυτές- τόσο στο τύπο, όσο και στην Επιτροπή Ανταγωνισμού, τις “τρίχες”, που αφορούν στις “βραχυχρόνιες μισθώσεις”, γενικώς και αορίστως, τις οποίες και θεωρούν υπεύθυνες, για την οικονομική τους ανημπόρια… Θεωρώντας τες υπεύθυνες, τις “βραχυχρόνιες”, τόσο για την υπέρβαση της “φέρουσας ικανότητας”, στις περιοχές του τουριστικού προορισμού που δραστηριοποιούνται και οι ίδιοι, όσο και για τον “αθέμιτο ανταγωνισμό” που υφίστανται οι επιχειρήσεις τους κι οι τιμές του τουριστικού τους προϊόντος. ( Πρόκειται, δηλαδή, για έναν “αθέμιτο ανταγωνισμό” που θεωρούν πως τους ζημιώνει, καθιστώντας τους μη βιώσιμους, τελικά, όπως ισχυρίζονται…).

Οι Έλληνες ξενοδόχοι, υφίστανται μια πίεση -πράγματι- και μια υποβάθμιση, στην ολική ποιότητα του τουριστικού προϊόντος τους, απ’ την υπέρβαση των ορίων της “φέρουσας ικανότητας”, σε πολλές περιοχές, που είναι και τουριστικοί προορισμοί της χώρας μας. Αλλά όμως, οι βραχυχρόνιες αυτές μισθώσεις, δευτερευόντως φταίνε για τα αποτελέσματα αυτά. Πρωτευόντως, φταίει η αδυνατότητα, των ίδιων των ξενοδόχων, να ιδούν στον καθρέπτη τους, τις δικές τους τις ευθύνες. Να ιδούν, εξειδικευμένα, ότι, χωρίς επαρκείς υποδομές & με ασυνάρτητη -έως εγκληματική- τη χωροταξία στη χώρα -την οποία κι οι ίδιοι διαμόρφωσαν, παραβιάζοντάς την συχνότατα- δημιούργησαν ένα μέγεθος ξενοδοχειακού δυναμικού, που λειτουργεί ήδη δυστροπικά και δυστοπικά… Παρ’ ότι είναι σε θέση και μπορεί -στην ολική του πληρότητα- να φιλοξενήσει το σύνολο των διανυχτερεύσεων όλου του έτους 2019, μέσα σε 33 -μόλις- μέρες ή σε ένα και μόνο, μήνα, σε χονδρική εκτίμηση! Και ειδικότερα, να “φιλοξενήσει” -με τις 870.000 κλίνες, σήμερα, του δυναμικού του- τον αριθμό τουριστών του έτους εκείνου, ακριβώς, με τα ρεκόρ, στις αφίξεις τουριστών στη χώρα μας, όλων των εποχών. Το έτος, όμως, που “τίναξε τα πέταλα” και τη “φέρουσα ικανότητα”, των τουριστικών προορισμών όλης της χώρας και την “τίναξε τον αέρα”, επίσης, χωρίς καμιά εύκολη διορθωτική κίνηση, πλέον. Ενώ και ο “αθέμιτος ανταγωνισμός”, άλλωστε -που υφίστανται και οι τιμές του τουριστικού μας προϊόντος- δεν οφείλεται στον ανταγωνισμό του, με τις τιμές των AirBnb, βραχυχρόνιων, δηλαδή, μισθώσεων. Αφού αυτές αφορούν διαφορετικά και πάντως μη ανταγωνιζόμενα -ευθέως μεταξύ τους- είδη προϊόντων, στη τουριστική μας αγορά. Όταν μάλιστα κι ο ανταγωνισμός των τιμών, που σημειώνεται στον εισερχόμενο τουρισμό, ασκείται -κυρίως εγχωρίως- στα πεντάστερα ξενοδοχεία μας. Με τις συμφωνίες, με τους Tour Operators, στα τουριστικά πακέτα, που υποκλιμακώνται -στη συνέχεια- σε αναλογούσες τιμές, σε όλες τις κατηγορίες ξενοδοχειακών καταλυμάτων. Και στον ανταγωνισμό αυτό, των τιμών, το “πάνω χέρι” -στην πλάστιγα του “νόμου, Ζήτησης & Προσφοράς”- το έχουν οι Tour Operators. Με προεξάρχουσα τη θέση, της γερμανικής Tour Operator, TUI, που κατέχει, αδιαμφισβήτητα, τη δεσπόζουσα θέση ανάμεσά τους.

Λειτουργώντας έτσι, σε βάρος της τουριστικής μας αγοράς: είτε με την αυτοτελή δύναμη του “ολιγοψωνίου” που αντιπροσωπεύει και διαθέτει, είτε και με τη δύναμη των εναρμονισμένων πρακτικών που ασκούνται συστηματικά, από το συνασπισμένο κι άτυπο, “Καρτέλ Ζήτησης” του τουριστικού προϊόντος στην Ελλάδα. Με μεθόδους που, επηρεάζουν, την ισορροπία των τιμών και τον τρόπο, που οδηγεί στην υπερβάλλουσα αύξηση της προσφοράς του τουριστικού προϊόντος και στην υποτιμολόγηση των τιμών του. Βασικότερη μέθοδο τους, είναι: η -επίμονη και πολύχρονα ασκούμενη- υπερμόχλευση των τουριστικών επενδύσεων, για την απότομη αύξηση των προσφερόμενων ξενοδοχειακών μας κλινών και για αύξηση της αδιάθετης διαθεσιμότητάς τους -ιδίως στα πεντάστερα ξενοδοχεία- που -με την κατάρρευση των τιμών τους- καταρρίπτουν και τις τιμές όλων των άλλων κατηγοριών καταλυμάτων. Μια μεθόδευση, ακριβώς, που οδηγεί: στη διαρκή υπερπροσφορά του τουριστικού προϊόντος, στη δραματική πτώση των τιμών τουρισμού και σε έντονα ελλειμματική διαχείριση των τουριστικών μας μονάδων. Με δευτερογενή επίπτωση, την υπέρβαση και της “φέρουσας ικανότητας”, σε περιοχές τουριστικών προορισμών, αλλά και σε έντονα φαινόμενα υπερτουρισμού, σε πολλές περιοχές της χώρας. Φαινόμενα που ανατροφοδοτούν ένα, επί πλέον, υφεσιακό σπιράλ, μιας διαρκούς απομείωσης, της ολικής ποιότητας του προσφερόμενου τουριστικού προϊόντος, με αρνητική επίπτωση στις τιμές πώλησής του, στην επόμενη περίοδο και σε ραγδαία υπονόμευση της βιωσιμότητας των τουριστικών μονάδων, μα και της οικονομίας της χώρας μας, με τα συνολικά μεγέθη των ελλειμμάτων που συσσωρεύουν οι ξενοδοχειακές μονάδες κι έφτασαν, αυτές, να αντιπροσωπεύουν, ως εθνικολογιστικά μεγέθη…

Η μονοσήμαντη επιδίωξη, όμως, της ποιότητας στον τουρισμό και στην τουριστική μας πολιτική, όταν ξεπερνά το φυσιολογικό “μέτρο”, δεν μπορεί να είναι, ούτε αυτοσκοπός, μήτε και η κύρια απάντηση στα μεγάλα και υπαρξιακά προβλήματα της βιωσιμότητας που απειλούν και τον τουρισμό και ολόκληρο τον τόπο, στις μέρες μας. Το μεγάλο πρόβλημά μας είναι: αυτή η ίδια η υπέρβαση “μέτρου” και η επερχόμενη -εξ αιτίας της απουσίας του- “νέμεσις”… Η “νέμεσις”, ως απόρροια, ακριβώς, της απουσίας της έννοιας του αρχαιοελληνικού “μέτρου”. Και ειδικότερα, της απουσίας του “μέτρου” αυτού, σε όλες εκείνες τις δράσεις, που μας επέβαλαν: (α) το “τουριστικό μοντέλο της γερμανικής TUI” και (β) η ακρισία των πολιτικών μας ταγών. Οι οποίοι και το ανέχθηκαν ή και το υπέθαλψαν, με τις τόσο “αντιανταγωνιστικές” και παράνομες -στο δίκαιο του ανταγωνισμού- συμπεριφορές λειτουργίας της TUI στη χώρα μας. Ώστε, αυτή η TUI, να μπορεί να αφαιμάζει το ελληνικό τουριστικό προϊόν, με το “άτυπο Καρτέλ” που σύστησε και μας λεηλατεί, από πολλά χρόνια πλέον, εξακολουθητικά…

Άλλωστε, η κύρια μέθοδος που ακολουθεί, σε εμάς, η TUI -για τον προπεριγραφόμενο αυτό σκοπό της- δεν έχει απλώς, ως πρόσχημα, την αναβάθμιση της ποιότητας του ελληνικού τουρισμού. Αλλά, την εννοεί κιόλας, με την προώθηση της ποιότητας στο ελληνικό τουριστικό γίγνεσθαι! (Έχω αναδημοσιεύσει τα σχετικά στοιχεία, που εμπεριέχονται και στο “5ο μέρος -αλλά και στο 4ο μέρος- της πραγματείας μου για τον ελληνικό τουρισμό”, την οποία φιλοξενεί η ηλεκτρονική έκδοση του New-economy.gr, η οποία περιλαμβάνεται & στις προτεινόμενες επιλογές συνδέσμων, στο τέλος του παρόντος άρθρου μας, Η ίδια η TUI, υπηρετεί κιόλας, αυτήν την ποιοτική μας αναβάθμιση, αλλά με την ιδιοτελή δολιότητα της. Και πρακτικά, εξυπηρετεί την ποιότητα, με τη σκόπιμη και συστηματική, παντοειδή υποδαύλιση και μόχλευση υπέρμετρων των τουριστικών επενδύσεων, για την απότομη αύξηση -έως διπλασιασμού- των πεντάστερων ξενοδοχείων μας, τα τελευταία, μόλις, χρόνια (από όλο το “Καρτέλ ζήτησης”, στην αγορά του τουριστικού μας προϊόντος, στο οποίο καρτέλ; κυριαρχεί & συντονίζει η γερμανική TUI…).

Και με βασικό σκοπό της, τον μειωτικό επηρεασμό, στην αγοραία τουριστική πλάστιγγα -του “νόμου προσφοράς και ζήτησης”- για την ισορροπία των τιμών, στα τουριστικά πακέτα, που προσφέρει, ενώ τ’ αγοράζει η ίδια, πιέζοντας προς την πλευρά της μείωσης των τιμών τους. Με παρεπόμενη επιδίωξή της, την ανάσχεση των τιμών και στα τουριστικά πακέτα των τουριστικών προορισμών όλης της βόρειας “όχθης”, της ευρύτερης διεθνούς τουριστικής μεσογειακής λεκάνης (της Μεσόγειου Θάλασσας). Απ’ την αρνητική επίδραση που θα ασκούσε, η μεγάλη απόσταση, απ’ την υστέρηση των τιμών του ελληνικού τουρισμού, έναντι αυτής, των τουριστικών χωρών της βόρειας ακτής της Μεσογείου. Και με διαθέσιμες τις δυνατότητες, για πρόσθετη φιλοξενία σημαντικού αριθμού τουριστών, στο εφεδρικό δυναμικό ξενοδοχειακών κλινών, που θα αργεί στην Ελλάδα, ακόμα και στις τουριστικές περιόδους του high season. Και στη χώρα μας, να μονιμοποιείται η περίοδος μακριάς διάρκειας ετών, με τη διαμόρφωση πολύ χαμηλών τιμών στον τουρισμό και στα υποτιμολογημένα του επίπεδα τιμών, τα οποία υπονομεύουν, θανάσιμα, τη βιωσιμότητα, στο σύνολο του τουριστικού κλάδου της οικονομίας, αλλά και -με το μέγεθος που αντιπροσωπεύει, πια, ως μονοκαλλιέργεια του παραγωγικού μας μοντέλου- υπονομεύει και τη βιωσιμότητα, σε ολόκληρη τη χώρα μας, μεσομακροπρόθεσμα. Όταν και η διαμόρφωση αυτή των τιμών, στα 5άστερα ξενοδοχεία μας, αφορά κι εξαρτάται, ως και από τις απολαβές των υπόλοιπων τουριστικών καταλυμάτων μας, με την υποκλιμάκωση (δηλαδή, την αναλογική αποκλιμάκωση) των τιμών που “επέτυχαν”, οι ξενοδόχοι, για τα 5άστερα ξενοδοχεία τους. Και με τιμές, στις οποίες συγκρίνονται και στοιχίζονται, όλες οι άλλες κατηγορίες καταλυμάτων, αναλογικά, επίσης.

Αποκαλυπτική είναι σχετικά & η αρθρογραφία μας, που επικολλώ εδώ, σε σύνδεσμο:

ΕΠΙΜΥΘΙΟ:

Η υπαρξιακή μας αγωνία, για το εάν θα επιβιώσουμε, ως Λαός και ως Έθνος, συνάδει και συνυφαίνεται, με τις ανάσες και τις αναπνοές που μας αποστερούν: οι πυρκαγιές, η κλιματική αλλαγή, η ενεργειακή και επισιτιστική κρίση, έως κι ο απροσχημάτιστος και αμείωτος τουρκικός αναθεωρητισμός, που μας προϊδεάζει, ακατάπαυστα, ασχημονώντας ολοένα και περισσότερο και σε μια καθόλου ανύποπτη εποχή, στην ανήσυχη γειτονιά μας.

Ωστόσο όμως, σήμερα, η υπαρξιακή μας συνέχεια, εξαρτάται, επίσης -εξ ίσου βάσιμα και ισοβαρώς με τα προαναφερόμενα- και από ένα νέο διεκδικούμενο -επιτυχώς ή μη- δεδομένο. Απ’ τη δυνατότητά μας, δηλαδή, να ανταπεξέλθουμε στο διαφαινόμενο ναυάγιο της βιωσιμότητάς μας, απ’ την επελθούσα, πια, μονοκαλλιέργεια του τουρισμού, στον παραγωγικό ιστό της πατρίδας μας. Είναι μια εμπεδωμένη πραγματικότητα, στην οποία μας παρασέρνει η παγίδευση μας στο “τουριστικό μοντέλο της γερμανικής TUI”!!! Της TUI, που, για τα περισσότερα, απ’ τα 12 τελευταία χρόνια, υποτιμολογεί συστηματικά και εξοντωτικά, το τουριστικό μας προϊόν και τη χώρα, εφαρμόζοντας τις “αντιανταγωνιστικές πρακτικές” της, μεθοδικά και σε βάρος μας. Με τις επιμελημένα ασκούμενες πρακτικές της, οι οποίες κατατείνουν σε υπερμόχλευση των τουριστικών επενδύσεων στη χώρα μας, ακόμα και σε περιόδους παρατεταμένης κρίσης και αποεπένδυσης. Και με υποδαύλιση της υπερεπέκτασης, ιδίως, των πεντάστερων ξενοδοχείων μας. Με σκοπό, ακριβώς, την κατάρρευση των τιμών του τουριστικού μας προϊόντος, όπως ήδη προείπαμε. Αλλά και για την επαύξηση των πλεονασμάτων και του ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών. Όχι, βέβαια, της χώρας. Αλλά της Ομοσπονδιακής Γερμανίας. Της χώρας που επεδίωξε -με τις πολιτικές της κας Μέρκελ και Σρέντερ, προηγουμένως- να μετατρέψει την Ε.Ε., σε μια Γερμανική Ευρώπη. Και εάν -όπως λέει κι ένας ορισμός της πολιτικής- ισχύει ότι: “η πολιτική συνιστά μια συμπυκνωμένη έκφραση της οικονομίας”; Τότε, με αυτή την πολιτική, της βουλιμίας και της απληστίας, που άσκησαν, δυο, τουλάχιστον, Καγκελάριοι της Γερμανίας -κι οπωσδήποτε, η ασκηθείσα πολιτική της κας Μέρκελ- μπορούν να δώσουν ικανοποιητική ερμηνεία και για τη διαχρονική πολιτική συμπεριφορά της Γερμανίας, απέναντί μας. Ιδιαίτερα, στο χρόνο εφαρμογής της σκληρής & διπλής, οικονομικής μέγγενης: (α) των αιματηρών κι εσφαλμένων μνημονίων και (β) της εκμεταλλευτικά ληστρικής πολιτικής της TUI, στην Ελλάδα, η οποία, από το 2016, ενισχύθηκε, επί πλέον, με την -επίσης γερμανική- FRAPORT. Αναφέρομαι, ιδίως, στις πολιτικές της πρώην Καγκελαρίου της Ομοσπονδιακής Γερμανίας, της κας Μέρκελ, όπως ήταν κι αυτές, που έφτασαν σε σημείο, σήμερα, να δοκιμάζουν, ως και το σύνολο των Ευρωπαίων συμπολιτών μας, σε ακραίο βαθμό. Οι οποίοι πλήττονται, απ’ τις ίδιες αυτές, πολιτικές συλλογιστικές, που επέφεραν και την εξάρτηση -με την απληστία τους- απ’ τις ενεργειακές πηγές της Ρωσίας. Ώστε να υποχρεώσουν κι εμάς, στο πρόωρο κλείσιμο των ηλεκτροπαραγωγικών μονάδων, των λιγνιτωρυχείων μας και την αντικατάστασή τους, με τις ασταθείς παραγωγικά, γερμανικές ανεμογεννήτριες και με μεγάλη αύξηση στο ενεργειακό μας μείγμα, από το φυσικό αέριο, που τώρα το πληρώνουμε άδικα & πανάκριβα. Και με βαρύ το τίμημα που καταβάλλει, όλη η Ευρώπη, απ’ το -αδικαιολόγητα υψηλό- επίπεδο εξάρτησης, των ενεργειακών μας αναγκών. Μια εξάρτηση η οποία, πλήττει ποικιλοτρόπως και την ευημερία των Λαών της Ευρώπης. Αφού, έφτασαν στο σημείο, να εξαρτόμαστε, τόσο δραματικά -εξ αιτίας της ανομολόγητης προηγούμενης γερμανικής πολιτικής- από τις ορέξεις, του αιμοδιψή αναθεωρητή και ΝεοΤσάρου, του αυταρχικού Ρώσου Προέδρου και αρχιφασίστα Πούτιν…

Για άλλα άρθρα του κ. Μυλωνά πατήστε εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώεδώ, εδώεδώ, εδώ, εδώ, εδώεδώεδώ, εδώ, εδώ, εδώ, κι εδώ.

Πραγματεία για τον τουριστικό κλάδο της οικονομίας μας, πατήστε εδώ, εδώ, εδώ, εδώ,κι εδώ.

Οι απόψεις των αρθρογράφων είναι προσωπικές, δημοσιεύονται στα πλαίσια της ελευθερίας του λόγου, και δεν είναι απαραίτητο να εκφράζουν κι αυτές του new-economy.gr.