Πραγματεία για τον τουριστικό κλάδο της οικονομίας μας (μέρος τρίτο)

του Παναγιώτη (Τάκη) Κ. Μυλωνά, οικονομολόγου

(Μια εργασία που επιχειρεί και απαντά στο ερώτημα: << Ποιά σχέση υπάρχει μεταξύ, του ελληνικού τουρισμού και της γερμανικής TUI ; >>.)

_______ _______ _______ _______

* {Εργασία που συμπληρώνει την αντίστοιχη προηγούμενή της, με αναδημοσίευση.}

ΜΈΡΟΣ ΤΡΊΤΟ (3/5)

<< ΟΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚΈΣ ΔΡΆΣΕΙΣ ΤΗΣ TUI >>

Ο ασκούμενος “αθέμιτος ανταγωνισμός” της TUI, σε βάρος της χώρας μας και σε βάρος, ακριβέστερα, μιας δίκαιης αμοιβής του ελληνικού τουρισμού, είναι ένα ενδογενές προϊόν, ως είδος που ενδημεί στη χώρα μας. Είναι όμως αποτέλεσμα από μια εισαγόμενη τερατογένεση. Αφού είναι η αναγκαστική και μοιραία συνέπεια της -σκόπιμα υπέρμετρης & στρεβλής- τουριστικής μας υπερανάπτυξης… Είναι ένα εφιαλτικό προϊόν που επιδιώκει, ωστόσο, να κρύβεται πίσω απ’ όλους μας, επίμονα κι επιμελημένα. Ένα προϊόν, το οποίο, μας “δώρισε” και μας επέβαλε -προ πολλού καιρού ήδη, από την αρχική δραστηριοποίησής της TUI, στη χώρα μας- ο γερμανικός αυτός τουριστικός κολοσσός. Με την ανορθολογική και προοδευτικά κλιμακούμενη, υπονομευτική δράση του. Η οποία κατατείνει στην εφαρμογή του “τουριστικού μοντέλου της TUI”, που μας εγκαθίδρυσε κι επέβαλε η ίδια αυτή εταιρία. Ενός “μηχανισμού”, δηλαδή, ο οποίος -ως εκ των συνεπειών της συμπεριφοράς και της δράσης του- δείχνει να έχει, ως για αποστολή του, όχι την εποικοδομητική οικονομική του δραστηριότητα, μιας μεγάλης πολυεθνικής εταιρίας, που δρα και λειτουργεί ως Tour Operators, αλλά από τη φανερή -σε ένα βαθμό- μα και υπόγεια -σε άλλο βαθμό- λειτουργία της, για προπαρασκευή -με τους παντοειδείς τρόπους- των όρων και των συνθηκών, που καλλιεργεί και στήνει, για την επίτευξη των ιδιαίτερα χαμηλών τιμών στην αγορά του τουριστικού μας προϊόντος. Σε τιμές, μάλιστα, έως πολύ κάτω κι απ’ το κόστους παραγωγής του. Με καθήλωση των τιμών του τουρισμού, σε τόσο χαμηλά επίπεδα, ώστε, να μην είναι δυνατόν να παρασχεθούν ποτέ, ούτε δίκαιες και αξιοπρεπείς αμοιβές, στους λειτουργούς του κλάδου, μήτε και βιώσιμες αποδοχές για τους εργαζόμενους του. Ιδίως δε όταν, με βάση τα δημοσιευμένα στοιχεία του Ι.Ο.Β.Ε. (Ινστιτούτο Οικονομικών & Βιομηχανικών Ερευνών), οι μέσες ετήσιες αποδοχές των: 552.000 εργαζομένων, στον τουρισμό, μέσα στην πανδημική χρονιά του 2021, έφτασαν να συγκρίνονται και να είναι έως και κατά (-25%), κατώτερες κι από το θεσμοθετημένο όριο του κατώτερου βασικού μισθού, της ισχύουσας -για το 2021- Ε.Σ.Σ.Ε., στη χώρα μας. Κι όταν, επίσης, αυτά σημειώνονται στον κλάδο της οικονομίας, τον τουρισμό, οποίος, εγχωρίως, αλλά και διεθνώς, θεωρείται -και είναι- ένας “κλάδος εντάσεως εργασίας”! Ωστόσο, το μισθολογικό κόστος του ελληνικού τουρισμού, για το 2021, δείχνει να απορροφά ή και να συγκρίνεται, μόλις, με το: 37%, των συνολικών εσόδων του τουρισμού μας, απ’ αυτόν τον κλάδο. Αντί -το κόστος αυτό- να φτάνει, να αποσπά, την πλειονότητα των τουριστικών μας εσόδων, όπως θα όφειλε, αντικειμενικά, να έχει, ως, ο οικονομικός κλάδος του τουρισμού, ο οποίος και παντού αλλού, θεωρείται και είναι, “εντάσεως εργασίας”…

Γίνεται αντιληπτό, επίσης, για όσους έχουν τη σχετική πληροφόρηση και διεθνή στατιστικά στοιχεία, για σύγκριση κι αξιολόγηση, πως: οι επιδιώξεις αυτές της TUI, δεν περιορίζονται μόνο στα προαναφερόμενα. Καθίσταται πολύ πιθανό, πως: μετά την επίτευξη των στόχων της, όπως, της καθήλωσης και κατάπτωσης των πολύ χαμηλών τιμών στον ελληνικό τουρισμό -όπως, αρχικά, στόχευε- είχε και μια ακόμα, σημαντικότατη, αποσκόπηση της, σε διεθνές επίπεδο. Αποσκοπούσε, δηλαδή -ως ολιγοψώνιο του τουρισμού, που είναι- στην επίτευξη ανάλογων στόχων κι επιτευγμάτων της, στη διεθνή τουριστική αγορά. Έτσι που, ως ο μεγαλύτερος -διεθνώς επίσης- Tour Operator, να θέλει να επιβάλει, τα υποτιμημένα αυτά ελληνικά τιμολόγια, των τουριστικών μας πακέτων, στη διεθνή τουριστική αγορά, καταστώντας τα και ως το “σημείο αναφοράς” της, για την ευρύτερη προσομοίωση τους και την επιδρασή τους, από τα ελληνικά επίπεδα τιμών στον τουρισμό. Με επιδιωκόμενο στόχο της, την ανάσχεση της αύξησης των διεθνών τιμών του τουριστικού προϊόντος. Και τη χώρα μας -με τη χαμηλότερη “μέση κατά κεφαλή τουριστική δαπάνη” (ΜΚΚΤΔ)- να μπορέσει να την μετατρέψει σε μια “ζωντανή ασπίδα” και κατάλληλο “μέσο” (εργαλείο), στην πολιτική που εφαρμόζει. Για ανάσχεση, της αύξησης τιμών, στη διεθνή τουριστική αγορά. Εφαρμόζοντας, για λογαριασμό, της TUI και των συνεργατών της, το -ασκούμενο απ’ την ίδια- “Dumbing τιμών”, σε όλη την μεσογειακή -τουλάχιστον- διεθνή τουριστική αγορά. Και ιδίως, σε όλη τη βόρεια ακτή, της λεκάνης της Μεσογείου Θάλασσας, τουλάχιστον. Προκειμένου να επιτευχθεί -στην ευρύτερη αυτή περιοχή- η συγκράτηση, αν όχι και η ανάσχεση στο ύψος, των επικρατουσών τιμών του τουριστικού προϊόντος, σε ένα ευρύτερο -διεθνώς- γεωγραφικό πλαίσιο. Κάτι που εμπεδώνεται, πράγματι, με την εφαρμογή και την άσκηση μιας πολιτικής, “τιμών dumbing”, από τον παγκόσμιο τουριστικό καθοδηγητή στα θέματα τουρισμού, την TUI. Με τη χρήση κάθε θεμιτού κι αθέμιτου, μέσου και τρόπου δράσης και λειτουργίας της, τόσο στην Ελλάδα, όσο και διεθνώς.

Μια δημοσιευμένη, εξάλλου, συνέντευξη του CEO της TUI, κ. Friedrich Joussen, την οποία παραθέτουμε μια αποκαλυπτική ομολογία, του εκπρόσωπου της γερμανικής εταιρίας, για τις θεμιτές κι αθέμιτες δυνατότητες της TUI, στην ενάσκηση κι επιβολή, κάθε είδους πολιτικής, που θα μπορούσαν να εξυπηρετούν τα επιχειρηματικά της σχέδια, στο σύνολό τους. Σε βαθμό, που να τολμά να πει -στη συνέντευξη του- πως: μπορεί να εγγυηθεί -στα λόγια, η TUI- ως και την ίδια τη βιωσιμότητα των συνεργατών της. Των Ελλήνων ξενοδόχων, εννοείται. Ταυτόχρονα δε, στην ίδια πάντα συνέντευξη, εμμέσως πλην σαφώς, μαρτυρά ό,τι: αποτελεί “κοινό μυστικό” -τουλάχιστον στα ανώτατα κλιμάκια της TUI και των Ελλήνων ξενοδόχων- πως: το “τουριστικό μοντέλο της TUI”, που υιοθετούμε στη χώρα μας, δεν φαίνεται να ήταν βιώσιμο, μέχρι και σήμερα! Και μόνο με την παρηγοριά των μελλοντικών υποσχέσεων του CEO της TUI, μπορούμε να ελπίζουμε σε καλύτερες -διαχειριστικά- μέρες, στο μέλλον… Ωστόσο, όπως ο ίδιος και πάλι, ο CEO, δηλώνει, με νόημα, πως: “η TUI προτίθεται να περιορίσει στο εξής, την έως τώρα έκθεσή της, στη χώρα μας, σε ιδιόκτητα ξενοδοχεία”, σε σημαντικό βαθμό…

Προφανώς γιατί, τα υφιστάμενα, ιδιόκτητα ξενοδοχεία της, υπήρξαν κι αυτά ζημιογόνα και μη βιώσιμα. Αλλά, αφού έκαναν τη δουλειά, για την οποία αποκτήθηκαν, τώρα αποσύρονται από αυτή τη δραστηριότητα. (Και την μη βιώσιμη δραστηριότητα, την αφήνει και την εγκαταλείπει πλέον, στους Έλληνες ξενοδόχους και συνεργάτες της, εννοείται…). Ιδού και ο σχετικός αυτός σύνδεσμος του δημοσιεύματος της προαναφερόμενης συνέντευξης, που επικολλώ αμέσως εδώ:

https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=2081557658686539&id=118560981652893

Η περιγραφή του τρόπου που έδρασε, αλλά και το είδος τουριστικής ανάπτυξης, που επέβαλε στη χώρα, η TUI, αποδόθηκε -ικανοποιητικά νομίζω- στην αλληγορία που χρησιμοποίησα, σε ομιλία μου, στην “Ημερίδα για την απουσία πολιτικής στον τουρισμό, στη Ζάκυνθο”, στις 24-10ου-2020. Και ειδικά, μετά την ώρα, 1:19′ λεπτά, αλλά και μετά την ώρα, 2:38′, λεπτά, του video, που εμπεριέχεται στο σύνδεσμο που, αμέσως εδώ, επικολλώ:

https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=3537388272965239&id=100000823047236

Η άσκηση πολιτικής, “αθέμιτου ανταγωνισμού” στον τουρισμό -που ήταν υπονομευτική για την εθνική μας οικονομία- εφαρμόστηκε με την υιοθέτηση σύγχρονων κι επιδέξιων εμπορικών μεθόδων, μα και των άλλων ευφάνταστων τεχνασμάτων, της γερμανικής TUI. Οι οποίες λειτουργούσαν υπόγεια, αλλά και με τις πολύμορφες και τις πολυσχιδείς συμπράξεις της, με αισχροκερδείς επιδιώξεις, της ίδιας της TUI και των λοιπών συνεργατών της. Ανάλογες ήταν -και στην ίδια κατεύθυνση έδρασαν- οι συμπεριφορές και των άλλων Tour Operators, των ξενοδοχειακών ομίλων, μα και των λοιπών συνεργατών της… Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση, της κυπριακής, διεθνούς αλυσίδας ξενοδοχείων, της Atlantica. (Των γιών του Νικολή Νικολαΐδη). Μια εταιρία που “διακτινίστηκε” στην Ελλάδα, συγχρόνως προς την TUI, με τα δεκάδες ξενοδοχεία της. Την Atlantica, μια εταιρία, στην οποία, η ίδια η TUI, έφτασε να είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος και να κατέχει ως και το: 49% του μετοχικού της κεφαλαίου. Όπως και των άλλων συνοδοιπόρων της, που έδρασαν από κοινού, μαζί της, εναρμονισμένα και στοχοπροσηλωμένα, στον κοινό τους “αντικειμενικό σκοπό” (ΑΝ.ΣΚ.). Εφαρμόζοντας τις κοινές κι εναρμονισμένες τους τακτικές, για απόκρουση οποιασδήποτε αντίθετης, εξισορροπηστικής πίεσης ή ενέργειας, που οδηγεί, όμως, σε εξυγίανση τον κλάδο και την τουριστική μας αγορά. Η οποία, θα επέφερε αποκατάσταση στάθμης τιμών, στο τουριστικό προϊόν, ενώ θα αντιστοιχούσε σε μια βιώσιμη προοπτική για τον κλάδο. Μια στάθμη τιμών, στον τουρισμό, δηλαδή, η οποία, θα μπορούσε να βρίσκεται εντός των περιθωρίων που θα επέτρεπαν -τους Έλληνες ξενοδόχους- να αποζημιώνουν και να αποπληρώνουν -δίκαια κι αξιοπρεπώς- τις υποχρεώσεις τους: προς τους εργαζόμενους, προς την κοινωνία, προς το δημόσιο ή προς το περιβάλλον κ.λπ.. Και όπου -οι καταστάσεις αυτές- είχαν θέσει -τους ξενοδόχους, και για πολύ καιρό- σε ομηρία και σε ανεπάρκεια να ανταποκριθούν σε αυτά. Εξακολουθούν ακόμα, πάντως οι ξενοδόχοι, να βρίσκονται σε ομηρία, από την TUI -οικονομικά και νομικά. Και να εκτίθενται σε μια μεγάλη οριακή και υπαρξιακή δοκιμασία, για τις αντοχές τους, μέσα από τους -συναφθέντες ήδη- αποικιακούς όρους που υπογράφονται στις κρισιμότατες -μεταξύ τους- συμβάσεις και συμφωνίες τους.

Κι αυτά συμβαίνουν κάτω από το καθεστώς, πια, μιας εθνικά επιβλαβούς οικονομικής πολιτικής της TUI, στην Ελλάδα, η οποία, μόνο με βάση προσδιορισμού της, τη τουριστική κίνηση του 2019, εκτιμούμε πως: μας έχει ήδη αποστερήσει, τις δεδουλευμένες αξίες, σε μη εισπραχθέντα -αλλά δεδουλευμένα- έσοδα τουριστικών υπηρεσιών, μιας υψηλής τάξης μεγέθους. Με εκτιμούμενο ποσό διαφυγής εσόδων, περί τα: 10 δις Ευρώ!!! Όπως είχαμε, άλλωστε και σε προηγούμενες αρθρογραφίες μας, αναφέρει, υπολογίσει -εκτιμητικά- και καταγράψει, προσκομίζοντας και συγκριτικά στοιχεία για τους υπολογισμούς μας αυτούς.

Ως μοιραία συνέπεια, της παραπάνω αυτής απώλειας εσόδων τους, ήταν, να μην μπορούν να αποκτήσουν -οι ίδιοι οι ξενοδόχοι- καμιά δυνατότητα να εξασφαλίσουν, ούτε τη νόμιμη αποζημίωση, για τους ίδιους, από ένα λογικό και δίκαιο περιθώριο κέρδους τους. Κέρδος, το οποίο ματαίως και τώρα, προσδοκούν για το μέλλον, στο τουριστικό τους “επιχειρείν”, ώστε να είναι περισσότερο συνεπείς και αξιόπιστοι, ως εργοδότες, συναλλασσόμενοι πολίτες και ως υπεύθυνοι συμπολίτες, απέναντι: στο περιβάλλον και τις τοπικές κοινωνίες, τις οποίες εξακολουθούν ακόμα να ταλαιπωρούν άδικα. Ωστόσο, εξακολουθούν να λειτουργούν και να εναρμονίζονται -μαζί με την TUI, που τους εξαπατά- με βάση τις “αντιανταγωνιστικές πρακτικές” της, ως να ήταν κι αυτοί συνεργοί και μέλη, ενός άτυπου “καρτέλ”, σε βάρος του ελληνικού τουρισμού και σε βάρος τους, τελικά. Ως να ήταν οι ίδιοι, εκείνοι που επιδίωκαν να πετύχουν, τη διαρκή πτώση, της “μέσης κατά κεφαλή τουριστικής δαπάνης” (ΜΚΚΤΔ), που πλήττει τους ίδιους, αυτοϋπονομευόμενοι, όμως, με τις δράσεις τους αυτές.

Αλλά, η ιδιαίτερη προσήλωσή τους στην αύξηση του τζίρου τους, είχε κι ένα άλλο παρεπόμενο αποτέλεσμα. Πρόκειται για τη διόγκωση των εισαγωγών, προς κάλυψη των εισροών τους για παραγωγή του τουριστικού προϊόντος. Εισροών, τις οποίες αδυνατούσε να καλύψει η εγχώρια παραγωγή. Και με σαφή περαιτέρω συνέπειά τους: τη βελτίωση του πλεονασματικού ισοζυγίου των εξωτερικών συναλλαγών -όχι της δικής μας, αλλά- των χωρών προέλευσης των τουριστών (όπως της Γερμανίας, π.χ.). Εξ αιτίας, ακριβώς, των φτηνών πακέτων των διακοπών τους, τα οποία αγοράζονται, εξακολουθητικά, πλέον, σε τιμές, κάτω και του κόστους παραγωγής τους. Αλλά και λόγω της οικονομικής απώλειας -απ’ τις αρνητικές επιπτώσεις των φτηνών τιμών του τουρισμού- στο ισοζύγιο των δικών μας εξωτερικών συναλλαγών. Με τις βαριές συνέπειες των επιπτώσεων αυτών, από την ανάσχεση και παρεμπόδιση των επιδόσεών μας, σε κάθε αναπτυξιακή μας προσπάθεια και προοπτική. Ένεκα, ακριβώς, των μειωμένων -κάτω του κόστους της παραγωγής- εσόδων μας, από τον τουρισμό. Αλλά και από την προαναφερθείσα αυτή, τεράστια εξάρτηση του τουριστικού κλάδου, από τις εισαγωγές του, απ’ το εξωτερικό…

Οι αρνητικές αυτές αποδόσεις, στον κλάδο του τουρισμού, φαίνονται ότι προέρχονται, ιδίως: τόσο από την απώλεια -ή διαφυγή- της μη είσπραξης των μη αξιωθέντων εσόδων μας, από τις δεδουλευμένες, πάντως, υπηρεσίες μας, για την εξυπηρέτηση των τουριστών μας. Εξ αιτίας, ακριβώς, της υποτιμολόγησης του τουριστικού μας προϊόντος, κυρίως. Όσο επίσης κι απ’ την μεγάλη αύξηση των εισαγωγών μας, όπως ήδη θίξαμε, εξ αιτίας της υπέρμετρης, αύξησης του τουριστικού τζίρου, σε όγκο και εμπορική αξία, σε χαμηλές τιμές όμως. Και χωρίς τη δυνατότητα ή την προοπτική, ποσοτικής και συμφέρουσας -σε ξενοδόχους- τιμολογιακής ικανοποίησής τους, για εισροές, απ’ την εγχώρια αγορά κι από την εγχώρια παραγωγή, σε αγαθά και υπηρεσίες. Αλλά αποδεχόμενοι μόνο τις ζημιές τους, απ’ τα -συνεπαγόμενα της υποτιμολόγησης αυτής- διαχειριστικά τους ελλείμματα. Τα οποία κι αντανακλώνται στους εθνικούς λογαριασμούς και στην ίδια την εθνική οικονομία και τις προοπτικές της…

Η χαρακτηριστική αυτή καθήλωση των τιμών του τουρισμού μας, κατά κανένα λόγο δεν θα πρέπει να συγχέεται ή και να συσχετίζεται, με τις -επίσης- πολύ χαμηλές τιμές τουρισμού στη γειτονική μας χώρα. Την Τουρκία. Όπως, ίσως, εντέχνως και ψευδώς, αφήνεται να υπονοηθεί ή και ψευδώς να την επικαλούνται ορισμένοι. Όπως, επίσης, την προφασίζονται και την υπονοούν, ιδίως, οι θιασώτες του “τουριστικού μοντέλου της TUI”. Όταν αυτοί αναφέρονται στις πολύ χαμηλές τιμές του τουρκικού τουρισμού. Τις οποίες, ωστόσο, δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν, ως το άλλοθι, οι υπεύθυνοι των αρνητικών τουριστικών τους αποδόσεων, αποσιωπώντας τις ευθύνες τους, για τις δικές τους κακές επιχειρηματικές τους επιδόσεις, ως ξενοδόχοι. Πολύ περισσότερο, μάλιστα, όταν: οι τιμές του τουρισμού στη Τουρκία -συγκρινόμενες αντίστοιχα, με τη δική μας “μέση κατά κεφαλή τουριστική δαπάνη (ΜΚΚΤΔ)- δεν φαίνονται να είναι καθόλου χαμηλότερες, τουλάχιστον μέχρι και το 2019. Αλλά να είναι: από 15%, μέχρι και 20%, υψηλότερες, με βάση διαθέσιμα στοιχεία, που υπάρχουν και με τη στάθμισή τους, με τις ισοτιμίες τους.

Άλλωστε, ας μην μας παραπλανούν. Αυτή η υποτιμολόγηση, στην αγορά του ελληνικού τουριστικού προϊόντος, διαμορφώνεται, κυρίως, στην εγχώρια τουριστική αγορά. Κι οπωσδήποτε, στηρίζεται στην εδώ, εγχώρια λειτουργία της. Η επιρροή της, βασικά, έχει εμβέλεια, μόνο στον ελλαδικό χώρο. Όπως, εγχωρίως “δουλεύει”, επίσης κι ο “νόμος της προσφοράς & ζήτησής” της, στην αγορά της τουριστικής Ελλάδας. Με τιμές, όμως, που είναι συμπιεσμένες, με αθέμιτες παρεμβάσεις ή και με τις παραβατικές συμπεριφορές της TUI. Με τη συνεχώς υποδαυλιζόμενη διόγκωση, της προσφοράς του τουριστικού μας προϊόντος, ως συνέπεια κι αποτέλεσμα, των συστηματικά ασκούμενων μεθοδεύσεών της. Μέσα και από τις επενδύσεις παγίων στοιχείων της, σε μεγάλα ξενοδοχεία, της ίδιας, αλλά και τρίτων, συνεργών της. Μα και με δικά της ξενοδοχεία, με τα οποία έφτασε, σε αριθμό, τις 50 ξενοδοχειακές μονάδες στη χώρα, σε πεντάστερα και τετράστερα ξενοδοχεία. Μέσω των οποίων, όμως, κατάφερε, ως κι αυτόν τον “νόμο, της ζήτησης και προσφοράς”, στην αγορά του τουρισμού, να τον καταστήσει -όχι “ολίγον έγκυο”, όπως λένε, αστειευόμενοι κάποιοι- αλλά, ως το: “πιο σύντομο ανέκδοτο”! Το ανέκδοτο του: “Γιάννης κερνά και Γιάννης πίνει”!!! Και τη γερμανική TUI, να βρίσκεται & στις δυο όχθες του ανταγωνισμού. Στις δυο πλευρές, της πλάστιγγας διαμόρφωσης των τιμών στην τουριστική μας αγορά. Όπου, οι τιμές του τουρισμού μας, μπορούν και να “ισορροπούν” κοντά στις επιθυμίες των Tour Operators… Γιατί, όταν η TUI, ως ξενοδόχος, απ’ την πλευρά της “προσφοράς”, μπορεί και να χάνει σκόπιμα, από τις πολύ χαμηλές τιμές των τουριστικών πακέτων, ως Tour Operstor. Ταυτόχρονα, απ’ την πλευρά της “ζήτησης”, όμως, κερδίζει πολλά περισσότερα. Κι όχι, απλώς, συμψηφίζει, τις ζημιές που έχει ως ξενοδόχος. Αλλά, επειδή πλεονεκτεί καθαρά -στη δραστηριοποίησή της στη χώρα μας- από ποσοτική άποψη, περισσότερο στη “ζήτηση”, παρά στην “προσφορά” του τουριστικού προϊόντος, στην Ελλάδα, φτάνει να κερδίζει απ’ το πλεονέκτημα αυτό, από τις πολύ χαμηλές τιμές που, προηγουμένως, η ίδια διαμόρφωσε στα ξενοδοχεία της. Διευρύνοντας, στη συνέχεια, την εξομοίωση κι αποδοχή αυτών των πολύ χαμηλών τιμών -ως ολιγοψώνιο η ίδια- και σε άλλους ξενοδόχους και συνεργάτες της. Κι ενώ συμβαίνουν αυτά, εξακολουθεί να υλοποιεί επενδύσεις μεγάλης κλίμακας, μέσω τρίτων ή και αφανών αντιπροσώπων και συνεργατών της, τόσο σε όλη την μνημονιακή περίοδο της χώρας -περίοδο μεγάλης αποεπένδυσης- όσο, ακόμα και μέσα στην κρίση της πανδημίας του Covid-19 και του παγώματος που προκάλεσε η πανδημία στη τουριστική μας κίνηση…

Κι όλα αυτά, μέσω εφαρμογής ευφάνταστων, έμμεσων, μεθόδων εξαναγκασμού, που ασκεί συστηματικά, η TUI, για: υποτιμολόγηση των τιμών στα τουριστικά μας πακέτα. Υπό την αβέβαιη υπόσχεση και το πρόσχημα της, για ευοίωνες, άλλες, μελλοντικές αποζημιώσεις της, στους -συναλλασσόμενους μαζί της- Έλληνες ξενοδόχους. Έτσι, με την ακόρεστη πλεονεξία της, πετυχαίνει τους στόχους της, κυριαρχικά. Επιβάλλοντας τη βουλιμία της, με την πλήρη υποταγή της τουριστικής μας αγοράς, στις ακραίες κι εκμεταλευτικές της επιδιώξεις. Τελευταία, αλλάζει τις μορφές και τους τρόπους δράσης και συμπεριφοράς της. Αναδιπλώνεται από την πολύ ζημιογόνα υπερέκθεση της, στα δικά της ξενοδοχεία και ανασυντάσσεται δομικά, αναδιαρθρώνοντας τη διοικητική αρχιτεκτονική της δομή, με τις πολυσχιδείς νέες μεθόδους λειτουργίας της -τύπου franchise & hansa- και με πολλές άλλες συνεργασίες της, με τρίτους εμπλεκόμενους μαζί της. Προβάλλοντας και κρυπτόμενη, ταυτόχρονα, πίσω από σύγχρονες εμπορικές τεχνικές, κάθε νέου “επιτυχημένου” μοντέλου εμπορικής της λειτουργίας. Μιας φιλικής -δήθεν- δραστηριότητας και επιχειρηματικής “εταιρικής” λειτουργίας, που προβάλλουν για να βλέπει ο πελάτης τους, ως η μόνη βιτρίνα τους, μέσω μιας εξειδικευμένα κατάλληλης “πολιτικής μάρκετιγκ”, που εφαρμόζεται σχετικά. Ακολουθώντας, πάντως, τις ειδικά τροποποιημένες προδιαγραφές άλλων εμπορικών προτύπων εξυπηρέτησης πελατών, στη λειτουργία των επιχειρήσεων. Όπως γίνεται ήδη με τα -απονεμημένα σε τρίτους- εμπορικά σήματά της, καθώς και με άλλες μεθόδους που μας ασκεί σκόπιμα & συστηματικά. Πολύ χαρακτηριστικό, εξάλλου είναι και το αποκαλυπτικό, δημοσίευμα, που σας επικολλώ εδώ, ακολούθως. Με υπέρθεμα, το σχολιασμό μου, για τις εφαρμοζόμενες νέες κι αναθεωρητικά τροποποιημένες, σύγχρονες μεθόδους εκμετάλλευσης, των αντιανταγωνιστικών πρακτικών της TUI, σε βάρος του ελληνικού τουρισμού, όπως και ο σύνδεσμος που έπεται:

https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=3941716719199057&id=100000823047236

Με τη συσκότιση και με την απόκρυψη της αντιανταγωνιστικής λειτουργίας της, στην τουριστική μας αγορά. Έχει δε ως στόχο της, τη διάχυση της εκπεμπόμενης εικόνας της και των συστατικών στοιχείων της ταυτότητας και της λειτουργίας της, για τον μη εντοπισμό της ιδιοκτησίας και των μετόχων της.

Και ιδίως, για τον μη εντοπισμό του ενιαίου κέντρου διοίκησης της εταιρίας, που σχεδιάζει και υλοποιεί τον “στρατηγικό σχεδιασμό” εξάσκησης -εναρμονισμένα με άλλους- και συντονισμένης -από κοινού, με τρίτους- πολιτικής “καρτέλ στον τουρισμό”, που εφαρμόζει. Σε βαθμό μάλιστα που, έφτασε στο σημείο, να διαχέει την εικόνα της: δραστηριοποιούμενη, από το χρηματιστήριο του Λονδίνου, έως να ανήκει και σε κάποιον Ρώσο ολιγάρχη, ο οποίος εφέρετο να ήταν -μέχρι λίγο πριν την Εισβολή του Πούτιν στην Ουκρανία- ο κάτοχος (ως & του 30%) μεγάλου ποσοστού μετοχικού της κεφαλαίου. Ενώ -αμέσως προηγούμενα- εμφανίζεται να ενισχύεται, υποστηριζόμενη -για τις ζημιές της απ’ την πανδημία Covid-19- από την ίδια την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση της Γερμανίας. Με μια υποστήριξη, ισότιμα αναλογική με τη Lufthansa και με πολλά δισεκατομμύρια Ευρώ και μόνο για την οικονομική χρήση του 2020. Κι όλα αυτά, λέγονται για το συνδυαστικό σκοπό, του ξεκαθαρίσματος της σκόπιμης σύγχυσης και του αποπροσανατολισμού, που εκπέμπει, με τη συνολική αντιανταγωνιστική δράση της, εντελώς σκόπιμα & παραπειστικά. Για αποφυγή του εντοπισμού της, σε τυχούσα αναζήτηση των πιθανών ευθυνών και των υπευθύνων της, στις αθέμιτες αυτές δράσεις της στη χώρα μας. Αλλά και για τη διεθνή συμπεριφορά της μητρικής εταιρίας, με την απόκρυψη των συγκεκριμένων -και κατ’ εξακολούθηση- παραβάσεων και παραβιάσεων του “Δίκαιου του Ανταγωνισμού”, όπως αυτό θεσμοθετήθηκε και λειτουργεί στη χώρα μας, αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση…

Προς επίτευξη των αποσκοπήσεων της αυτών η TUI, χρησιμοποίησε ή αξιοποίησε μια μεγάλη παλαιότερη -και εγχώρια- παραπλάνηση, που είναι σχετική με εντυπώσεις που διαχέονται, συστηματικά κι εσκεμμένα, αναφορικά με την αποδοτικότητα του ελληνικού τουρισμού. Μια παραπλάνηση που, παρέσυρε, κατά την έναρξη της πανδημίας του Covid-19, ακόμα και τους μεγαλύτερους κι εγκυρότερους διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς, όπως ήταν και ο ΟΟΣΑ. Τους οποίους οδήγησε να αστοχήσουν, τόσο πολύ, στις αρνητικές τους προβλέψεις για την Ελλάδα. Αφού, έφτασαν να εκτιμήσουν, Μάρτιο του 2020, μια ύφεση, για την Ελλάδα, στο: ( -35% του Α.Ε.Π. της), για όλο το 2020. Αντί του: (-8,2%), που σημειώθηκε, τελικά. Κι αυτό, παρά την “εγχώρια προστιθέμενη αξία”, στο παραγόμενο τουριστικό μας προϊόν, που ήταν μικρότερη -συγκριτικά- και του 20%, των συνολικών του εσόδων. Εμείς, παραμείναμε παγιδευμένοι, ίσως, απ’ την μοιραία μας προκατάληψη, της παραπλάνησής μας από το στερεότυπο που καλλιέργησε, μια παλαιότερη -προ τριακονταετίας- μελέτη του ΙΟΒΕ (επί Στουρνάρα). Το “στερεότυπο” της “θετικής και πολλαπλασιαστικής αποδοτικότητας του ελληνικού τουρισμού”. Αλλά και της -επίσης- πολλαπλασιαστικής επίδρασης -του δείκτη αυτού- στους άλλους κλάδους και τομείς της οικονομίας μας… Και με συντελεστή του, τον αριθμό: “3”… Του λεγόμενου και “πολλαπλασιαστή ανάπτυξης τουρισμού”, στην οικονομία μας, ο οποίος όμως, είναι εξωπραγματικός, πλέον, για τις σημερινές μας συγκυρίες!!!

Ιδού και η σχετική αρθρογραφία μας, από τις 14-4-2020 κιόλας:

https://new-economy.gr/…/to-amartima-ton-diethnon…/

Οι δε τιμές που μας πρόσφερε το τουριστικό μοντέλο της TUI, ήταν τόσο χαμηλές -παρ’ ότι, ανύποπτα κι ανυποψίαστα, τις αποδεχτήκαμε όλοι- ώστε, να μπορούν, στη συνέχεια, να στραγγαλίζουν, ανενόχλητοι, ως κι αυτή, την ίδια, τη γενικότερη οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Όπως, άλλωστε, ο καθένας μας μπορεί να το αντιληφθεί, με όσα εκθέτουμε και στο -επικολλούμενο εδώ- άρθρο μας:

https://new-economy.gr/…/17/to-touristiko-modelo-tis-tui/

 

Για το πρώτο και δεύτερο μέρος πατήστε εδώ κι εδώ.

Για άλλα άρθρα του κ. Μυλωνά πατήστε εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώεδώ, εδώεδώ, εδώ, εδώ, εδώεδώεδώ, εδώ, εδώ, εδώ, κι εδώ.