Ποια σχέση υπάρχει μεταξύ, του ελληνικού τουρισμού και της γερμανικής TUI; (μέρος τρίτο)

του Παναγιώτη (Τάκη) Κ. Μυλωνά, οικονομολόγου

«ΟΙ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΙΚEΣ ΔΡΆΣΕΙΣ ΤΗΣ TUI»

Ο ασκούμενος “αθέμιτος ανταγωνισμός” της TUI, σε βάρος της χώρας μας και σε βάρος, ακριβέστερα, μιας δίκαιης αμοιβής του ελληνικού τουρισμού, είναι ένα ενδογενές προϊόν, ως είδος, που ενδημεί στη χώρα. Είναι όμως ένα αποτέλεσμα τερατογένεσης. Μα είναι το αναγκαστικό και μοιραίο εξαγόμενο μιας υπέρμετρης και στρεβλής τουριστικής ανάπτυξης. Είναι ένα εφιαλτικό προϊόν, που επιδιώκει, ωστόσο, να κρύβεται πίσω απ’ όλους μας, επίμονα κι επιμελημένα. Προϊόν το οποίο, μας “δώρισε” κι επέβαλε -προ πολλού καιρού ήδη, από την αρχική δραστηριοποίησής της TUI, στη χώρα μας- ο γερμανικός αυτός τουριστικός κολοσσός. Με την ανορθολογική και προοδευτικά κλιμακούμενη υπονομευτική δράση του. Η οποία κατατείνει στην εφαρμογή του “τουριστικού μοντέλου της TUI“, που μας εγκαθίδρυσε κι επέβαλε. Ένα μηχανισμό, δηλαδή, ο οποίος -ως εκ των συνεπειών της συμπεριφοράς και της δράσης του- δείχνει να έχει κύρια αποστολή του, την προπαρασκευή των συνθηκών, προς επίτευξη των ιδιαίτερα χαμηλών τιμών στην αγορά του τουριστικού προϊόντος. Με την καθήλωση τους, έως και κάτω του κόστους παραγωγής. Και επίσης, μετά την επίτευξη του στόχου αυτού, της κατάπτωσης των πολύ χαμηλών τιμών του ελληνικού τουρισμού, προς τις οποίες στόχευσε, αρχικά, η TUI, έχει και μια ακόμα, σημαντικότατη αποσκόπησή της, στο διεθνές επίπεδο…

Αποσκοπεί, ακριβώς, η TUI, ως διεθνές ολιγοψώνιο τουρισμού που είναι, στη διεθνή τουριστική αγορά. Κι ως μεγαλύτερος, διεθνώς επίσης, Tour Operators, στο: να επιβάλει και τα υποτιμημένα αυτά τιμολόγια, των πακέτων του ελληνικού τουρισμού, ως “σημείο αναφοράς” της, για την ευρύτερη, διεθνώς, προσομοίωση τους, προς ανάσχεση και των διεθνών τιμών του τουριστικού προϊόντος. Και τη χώρα μας, -με τη χαμηλότερη “μέση κατά κεφαλή τουριστική δαπάνη” (ΜΚΚΤΔ)- ως τη “ζωντανή ασπίδα” κι ως το “μέσο” (εργαλείο), για την ασκούμενη πολιτική, με το ασκούμενο “Dumbing τιμών“, στην μεσογειακή μας -τουλάχιστον- διεθνή τουριστική αγορά, της TUI και των συνεργατών της. Και ιδίως, σε όλη τη βόρεια ακτή της λεκάνης, της Θάλασσας της Μεσογείου. Προκειμένου να επιτύχει έτσι και -στην ευρύτερη αυτή περιοχή- την ανάσχεση των επικρατουσών τιμών του διεθνούς αυτού τουριστικού προϊόντος. Κάτι που επιδιώκεται, άλλωστε, με την εφαρμογή και την άσκηση πολιτικής τιμών dumbing -από τον παγκόσμιο αυτόν τουριστικό καθοδηγητή στα θέματα τουρισμού, της TUI- με κάθε θεμιτό κι αθέμιτο μέσο ή και τρόπο δράσης και λειτουργίας της, αρχικώς, στην Ελλάδα, μα και διεθνώς.

Η περιγραφή του τρόπου που έδρασε και το είδος τουριστικής ανάπτυξης που επέβαλε, στη χώρα, η TUI, αποδόθηκε -ικανοποιητικά νομίζω- στην αλληγορία που χρησιμοποίησα, σε ομιλία μου, στην “Ημερίδα, για την απουσία πολιτικής στον τουρισμό, στη Ζάκυνθο“, στις 24-10ου-2020! Και ειδικά, μετά την ώρα, 1:19′ λεπτά, του video, που εμπεριέχεται στο σύνδεσμο που, αμέσως εδώ, επικολλώ:

https://m.facebook.com/story.php?story_fbid=3537388272965239&id=100000823047236

Η άσκηση πολιτικής, “αθέμιτου ανταγωνισμού” στον τουρισμό -που ήταν υπονομευτική για την εθνική μας οικονομία- εφαρμόστηκε με την υιοθέτηση των σύγχρονων κι επιδέξιων εμπορικών τεχνασμάτων της γερμανικής TUI. Τα οποία και λειτουργούσαν υπόγεια, αλλά και με πολύμορφες, άλλες και πολυσχιδείς συμπράξεις, για τις αισχροκερδείς επιδιώξεις, της ίδιας της TUI και των λοιπών συνεργατών της. Ανάλογες ήταν -και στην ίδια κατεύθυνση έδρασαν- οι συμπεριφορές των άλλων Tour Operators, των ξενοδοχειακών ομίλων και άλλων συνεργών της. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της κυπριακής, διεθνούς αλυσίδας ξενοδοχείων, Atlantica. (Των γιών του Νικολή Νικολαΐδη). Εταιρία που “διακτινίστηκε” στην Ελλάδα, συγχρόνως προς την TUI, με τα δεκάδες ξενοδοχεία της. Στην οποία εταιρία, η TUI, έφτασε να κατέχει ως και το 49% του μετοχικού της κεφαλαίου. Όπως και άλλων συνοδοιπόρων της, που έδρασαν μαζί της, εναρμονισμένα. Εφαρμόζοντας τις κοινές και εναρμονισμένες τους τακτικές σε απόκρουση οποιασδήποτε εξισορροπηστικής πίεσης ή και ενέργειας, που θα οδηγούσε σε εξυγίανση τον κλάδο και την τουριστική αγοράς. Αλλά, θα επέφερε όμως την αποκατάσταση μιας στάθμης τιμών, στο τουριστικό μας προϊόν, που θα αντιστοιχούσε στη βιώσιμη προοπτική του κλάδου. Μια στάθμη τιμών στον τουρισμό, που να βρίσκεται εντός των περιθωρίων που θα επέτρεπαν -σε Έλληνες ξενοδόχους- να αποζημιώνουν και να αποπληρώνουν -δίκαια κι αξιοπρεπώς- τις υποχρεώσεις τους: προς τους εργαζόμενους τους, προς την κοινωνία, προς το δημόσιο ή προς το περιβάλλον κλπ.. Κι όπου, πολύ καιρό τώρα, είχαν θέσει -τους ξενοδόχους- σε ομηρία. Κι εξακολουθούν να τους έχουν, ακόμα, νομικά ομήρους, σε μεγάλη και οριακή υπαρξιακή δοκιμασία, τις αντοχές τους, με τους ήδη συναφθέντες αποικιακούς όρους των μεταξύ συμβάσεων ή συμφωνιών τους.

Κι αυτά συμβαίνουν, κάτω από το καθεστώς, πια, μιας εθνικά επιβλαβούς οικονομικής πολιτικής της TUI, στην Ελλάδα, η οποία, μόνο με βάση -προσδιορισμού της- τη τουριστική κίνηση του 2019, εκτιμούμε πως: μας έχει αποστερήσει, τις δεδουλευμένες αξίες, σε μη εισπραχθέντα έσοδα τουριστικών υπηρεσιών, μιας τάξης μεγέθους, εκτιμούμενου ποσού, περί τα: 10 δισ. ευρώ!!! Όπως, άλλωστε είχαμε και σε προηγούμενες σχετικές αρθρογραφίες μας, καταγράψει…

Μη μπορώντας να αποκτήσουν, στην πράξη -οι ίδιοι πάντα ξενοδόχοι- τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν μια νόμιμη αποζημίωση κι ένα, κάποιο, λογικό και δίκαιο περιθώριο κέρδους, απ’ τη δραστηριότητά τους αυτή. Κέρδος, που ματαίως προσδοκούν και για το μέλλον. Εξακολουθούν, ωστόσο, να λειτουργούν και να εναρμονίζονται -μαζί με την TUI, που τους εξαπατά- με βάση τις “αντιανταγωνιστικές πρακτικές” της, ως να ήταν κι αυτοί συνεργοί και μέλη, του άτυπου αυτού “καρτέλ” σε βάρος του ελληνικού τουρισμού. Ως να ήταν κι αυτοί οι ίδιοι, εκείνοι που επιδίωκαν να πετύχουν, τη διαρκή πτώση της “μέσης κατά κεφαλή τουριστικής δαπάνης” (ΜΚΚΤΔ), που πλήττει τους ίδιους, αυτοϋπονομευόμενοι με τις δράσεις τους αυτές…

Αλλά, η ιδιαίτερη προσήλωσή τους στην αύξηση του τζίρου τους, είχε και ένα άλλο παρεπόμενο αποτέλεσμα. Όπως, τη διόγκωση των εισαγωγών, για κάλυψη των εισροών στην παραγωγή του τουριστικού προϊόντος και τις οποίες, αδυνατούσε να καλύψει η εγχώρια παραγωγή. Με σαφή περαιτέρω συνέπεια: τη βελτίωση του πλεονασματικού ισοζυγίου των εξωτερικών συναλλαγών -όχι της δικής μας, αλλά- των χωρών προέλευσης των τουριστών (όπως της Γερμανίας, π.χ.). Εξ αιτίας, ακριβώς, των φτηνών πακέτων των διακοπών τους, τα οποία αγοράζονται, πλέον, σε τιμές, κάτω του κόστους παραγωγής τους. Όσο και λόγω της οικονομικής απώλειας -απ’ τις αρνητικές επιπτώσεις των τιμών του τουρισμού- στο ισοζύγιο των δικών μας εξωτερικών συναλλαγών. Αλλά με συνέπειες επιπτώσεων, από ανάσχεση των επιδόσεών μας, σε κάθε αναπτυξιακή μας διαδικασία και προοπτική οικονομικής μας ανάπτυξη. Λόγω των μειωμένων -κάτω του κόστους της παραγωγής τους- εσόδων, από τον τουρισμό. Αλλά κι από την προαναφερθείσα, τεράστια εξάρτηση του τουριστικού κλάδου, από τις εισαγωγές του, απ’ το εξωτερικό…

Οι αρνητικές αυτές αποδόσεις στον κλάδο του τουρισμού, φαίνονται ότι προέρχονται, ιδίως: τόσο από την απώλεια ή διαφυγή, της μη είσπραξης των μη αξιωθέντων εσόδων μας, από δεδουλευμένες, πάντως, υπηρεσίες μας, για εξυπηρέτηση των τουριστών μας. Εξ αιτίας, κυρίως, αυτής της υποτιμολόγησης του προϊόντος μας. Όσο επίσης και απ’ την μεγάλη αύξηση των εισαγωγών μας, όπως ήδη θίξαμε, εξ αιτίας της υπέρμετρης, επίσης, αύξησης του τουριστικού τζίρου, σε όγκο κι εμπορική αξία, σε χαμηλές τιμές και χωρίς δυνατότητα κάποιας προοπτικής για κάποια συμφέρουσα -για ξενοδόχους- τιμολογιακή ικανοποίηση των εισροών τους, απ’ την εγχώρια αγορά και την εγχώρια παραγωγή. Αλλά μόνο ζημιές, απ’ τα -συνεπαγόμενα της υποτιμολόγησης αυτής- διαχειριστικά ελλείμματά τους. Τα οποία και αντανακλώνται στους εθνικούς λογαριασμούς, μα και στην ίδια την εθνική μας οικονομία και τις προοπτικές της.

Η χαρακτηριστική αυτή καθήλωση των τιμών του τουρισμού μας, κατά κανένα λόγο δεν θα πρέπει να συγχέεται ή και να συσχετίζεται, με τις -επίσης- χαμηλές τιμές του τουρισμού στη γειτονική μας χώρα. Την Τουρκία. Όπως, ίσως, εντέχνως και ψευδώς, αφήνεται να υπονοηθεί ή και ψευδώς να την επικαλούνται ορισμένοι. Όπως, επίσης, την προφασίζονται ή και την υπονοούν, ιδίως, οι θιασώτες του τουριστικού “μοντέλου της TUI“. Όταν αναφέρονται στις πολύ χαμηλές τιμές του τουρκικού τουρισμού. Τις οποίες, δεν θα πρέπει να χρησιμοποιούν ως άλλοθι των αρνητικών τουριστικών τους αποδόσεων, αποσιωπώντας τις ευθύνες τους, για τις δικές τους κακές επιχειρηματικές επιδόσεις. Πολύ περισσότερο, όταν: οι τιμές του τουρισμού στη Τουρκία -συγκρινόμενες με τις αντίστοιχες δικές μας: “μέσες κατά κεφαλή τουριστικές δαπάνες (ΜΚΚΤΔ)- δεν φαίνονται να είναι καθόλου χαμηλότερες, τουλάχιστον μέχρι και το 2019. Αλλά να είναι από 15%, μέχρι και 20%, υψηλότερες, με βάση διαθέσιμα στοιχεία, που υπάρχουν, με τη στάθμιση και με τις ισοτιμίες τους.

Άλλωστε, μην μας παραπλανούν. Αυτή η υποτιμολόγηση, στην αγορά του ελληνικού τουριστικού μας προϊόντος, διαμορφώνεται κυρίως, στην εγχώρια τουριστική μας αγορά. Κι οπωσδήποτε, στηρίζεται στην εγχώρια, εδώ, λειτουργία της. Η επιρροή της, βασικά, έχει μια εμβέλεια, μόνο για τον ελλαδικό χώρο. Όπως, εγχωρίως “δουλεύει“, επίσης κι ο “νόμος της προσφοράς και ζήτησης” της, στην τουριστική Ελλάδα. Με τιμές, που είναι συμπιεσμένες, από τις αθέμιτες παρεμβάσεις ή και τις παραβατικές συμπεριφορές της TUI. Με τη συνεχώς υποδαυλιζόμενη διόγκωση, στην προσφορά του τουριστικού μας προϊόντος, ως συνέπεια κι αποτέλεσμα, των συστηματικά ασκούμενων μεθοδεύσεών της. Μέσα και από επενδύσεις παγίων στοιχείων της, σε μεγάλα ξενοδοχεία, της ίδιας, αλλά και τρίτων, συνεργών της. Μα και με δικά της ξενοδοχεία, με τα οποία έφτασε, σε αριθμό, τις 50 ξενοδοχειακές μονάδες στη χώρα, σε πεντάστερα και τετράστερα ξενοδοχεία. Μέσω των οποίων, όμως, κατάφερε, ως κι αυτόν τον “νόμο, της ζήτησης και προσφοράς“, στην αγορά του τουρισμού, να τον καταστήσει -όχι “ολίγον έγκυο“, όπως λένε, αστειευόμενοι κάποιοι, μα- ως το: “πιο σύντομο ανέκδοτο”! Το ανέκδοτο του: “Γιάννης κερνά και Γιάννης πίνει“!!! Και τη γερμανική TUI, να βρίσκεται & στις δυο όχθες του ανταγωνισμού. Στις δυο πλευρές, της πλάστιγγας διαμόρφωσης των τιμών στην τουριστική μας αγορά. Όπου, οι τιμές του τουρισμού μας, μπορούν και να “ισορροπούν” κοντά στις επιθυμίες των Tour Operators… Κι ενώ εξακολουθούν να υλοποιούν επενδύσεις τους, μεγάλης κλίμακας, ακόμα και μέσω αντιπροσώπων της, τρίτων ή και αφανών συνεργατών της, μέσα στην κρίση της πανδημίας του Covid και του παγώματος της τουριστικής κίνησης..

Κι όλα αυτά, μέσω εφαρμογής ευφάνταστων έμμεσων μεθόδων εξαναγκασμού, που εξασκεί, η TUI, για: υποτιμολόγηση των τιμών στα τουριστικά μας πακέτα. Υπό την αβέβαιη υπόσχεση και το πρόσχημα της, για ευοίωνες, άλλες, μελλοντικές αποζημιώσεις της, στους -συναλλασσόμενους μαζί της- Έλληνες ξενοδόχους. Έτσι, με την ακόρεστη πλεονεξία της, πετυχαίνει τους στόχους της, κυριαρχικά, επιβάλλοντας τη βουλιμία της, με την πλήρη υποταγή της τουριστικής μας αγοράς στις ακραίες εκμεταλλευτικές της επιδιώξεις. Τελευταία, αλλάζει τις μορφές και τρόπους δράσης & συμπεριφοράς τηε. Αναδιπλώνεται απ’ τη ζημιογόνα υπερέκθεση της, στα δικά της ξενοδοχεία, ανασυντάσσεται δομικά και αναδιαρθρώνει τη διοικητική της αρχιτεκτονική δομή, με πολυσχιδείς νέες μεθόδους λειτουργίας της -τύπου franchise & hansa- και σε άλλες συνεργασίες της, με τρίτους εμπλεκόμενους μαζί της. Προβάλλοντας και κρυπτόμενη, ταυτόχρονα, τις σύγχρονες εμπορικές τεχνικές κάθε νέου “επιτυχημένου” μοντέλου εμπορικής της λειτουργίας. Μιας -δήθεν- φιλικής δράσης και επιχειρηματικής “εταιρικής” λειτουργίας, που μόνο αυτή θέλουν να βλέπει ο πελάτης τους, ως βιτρίνα που προβάλλουν, μέσω κατάλληλα εξειδικευμένης “πολιτικής μάρκετιγκ” που εφαρμόζει σχετικά. Ακολουθώντας, τις ειδικά τροποποιημένες προδιαγραφές άλλων εμπορικών προτύπων, στην εξυπηρέτηση πελατών και στη λειτουργία επιχειρήσεων. Όπως και με -τα απονεμημένα σε τρίτους- εμπορικά σήματά της, καθώς και με τις άλλες μεθόδους που ασκεί, πάντα προς συσκότιση της οπωσδήποτε αντιανταγωνιστικής της λειτουργίας στην τουριστική μας αγορά. Έχει δε ως στόχο της, τη διάχυση της εικόνας των στοιχείων λειτουργίας της, για μη εντοπισμό της ιδιοκτησίας και των πραγματικών μετόχων της εταιρίας. Σε βαθμό, μάλιστα, που έφτασε στο σημείο, να διαχέει την εικόνα της: δραστηριοποιούμενη στο χρηματιστήριο του Λονδίνου, να ανήκει ως και σε ολιγάρχη της Ρωσίας, με μεγάλο ποσοστό του μετοχικού της κεφαλαίου και ταυτόχρονα, να ενισχύεται, και να στηρίζεται, για τις ζημιές της απ’ την πανδημία, από την Γερμανική Ομοσπονδία, ισότιμα με την Lufthansa, με πολλά δισεκατομμύρια Ευρώ, για την οικονομική χρήση του 2020. Κι όλα αυτά, γίνονται για το συνδυαστικό σκοπό της σύγχυσης και του αποπροσανατολισμού, που εκπέμπει, στην παραπειστικά αντιανταγωνιστική δράση της. Για αποφυγή του εντοπισμού της, σε τυχούσα αναζήτηση των πιθανών ευθυνών και των υπευθύνων τους, στις αθέμιτες δράσεις της και συμπεριφορές της μητρικής εταιρίας, στις κατ’ εξακολούθηση παραβάσεις & παραβιάσεις της, του δίκαιου του ανταγωνισμού.

Στην επίτευξη των αποσκοπήσεων της αυτών, η TUI, χρησιμοποίησε και αξιοποίησε, μια παλαιότερη -μεγάλη & εγχώρια- παραπλάνηση, που είναι σχετική με τις εντυπώσεις που διαχέονται, συστηματικά και εσκεμμένα, για την αποδοτικότητα του ελληνικού τουρισμού. Μια παραπλάνηση που, παρέσυρε; κατά την έναρξη της πανδημίας του Covid-19, ακόμα και τους μεγαλύτερους κι εγκυρότερους διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς, όπως ήταν κι αυτός του ΟΟΣΑ. Τους οποίους κι οδήγησε να αστοχήσουν τόσο πολύ, στις αρνητικές τους προβλέψεις για την Ελλάδα. Αφού, έφτασαν να εκτιμήσουν, τον Μάρτιο του 2020, μια ύφεση, για την Ελλάδα, στο: ( -35% του Α.Ε.Π. της), για όλο το 2020. Αντί του: (-8,2%), που σημειώθηκε, τελικά. Παγιδευμένοι κι αυτοί, ίσως, απ’ την προκατάληψη της ασκούμενης παραπλάνησης, από το “στερεότυπο” που καλλιεργήθηκε, της -δήθεν- “θετικής αποδοτικότητας του ελληνικού τουρισμού“. Με τον συντελεστή του: “3“… Του λεγόμενου και “πολλαπλασιαστή ανάπτυξης του τουρισμού“, στην οικονομία μας!!!

Ιδού και η σχετική αρθρογραφία μας, από τις 14-4-2020 κιόλας:

https://new-economy.gr/…/to-amartima-ton-diethnon…/

Οι δε τιμές που μας πρόσφερε το τουριστικό μοντέλο της TUI, ήταν τόσο χαμηλές -παρ’ ότι, ανύποπτα κι ανυποψίαστα, τις αποδεχτήκαμε όλοι- ώστε, να μπορούν, στη συνέχεια, να στραγγαλίζουν, ανενόχλητοι, ως κι αυτή, την ίδια, τη γενικότερη οικονομική ανάπτυξη της χώρας. Όπως, άλλωστε, ο καθένας μας μπορεί να το αντιληφθεί, με όσα εκθέτουμε και στο -επικαλλούμενο εδώ- άρθρο μας:

https://new-economy.gr/…/17/to-touristiko-modelo-tis-tui/

Κι ενώ, τα εντεταλμένα επιστημονικά ινστιτούτα -όπως είναι κι αυτό του ΙΝΣΕΤΕ (Ινστιτούτο του ΣΕΤΕ)- πασχίζουν επίμονα, επίσης, να αποκρύψουν το πολύ χαμηλό επίπεδο των τιμών του ελληνικού τουρισμού ή -έστω- να το αμφισβητήσουν. Προκειμένου να επιτύχουν, έτσι, διαιώνιση του καθεστώτος απομύζησης της οικονομίας μας, απ’ την TUI, και να συμπράξουν σε αποπροσανατολισμό μαζί της, προς αποφυγή κάθε πιθανού ελέγχου αξιολόγηση κι αποτίμηση της αποδοτικότητας του τουριστικού μοντέλου της Tui, στο οποίο συρθήκαμε να ακολουθήσουμε. Όπως καταδείξαμε, εξάλλου και στο σχετικό άρθρο, που, αμέσως εδώ, επικολλούμε:

https://new-economy.gr/2022/02/16/epistimonikes-ergasies/

Και απεναντίας. Οι τιμές του ελληνικού τουρισμού, φαίνεται να επηρεάζονται, κυρίως -πτωτικά επίσης- από εγχώριους παράγοντες. Όπως είναι και ο παράγοντας που αφορά στον μηχανισμό του εγχώριου ανταγωνισμού, στη τουριστική αγορά, που προαναφέραμε ήδη. Δηλαδή, του “νόμου ζήτησης και προσφοράς”, της εγχώριας τουριστικής μας αγοράς…

Οι τιμές, στο τουριστικό μας προϊόν, φαίνεται πως επηρεάζονται, από την ατιθάσευτη και τη διαρκή υπερπροσφορά των νέων τουριστικών μας καταλυμάτων… Των καταλυμάτων που αυγάτισαν κι επαυξήθηκαν, από τις γιγάντιες -κι επί πολλά χρόνια τώρα- ασυγκράτητες τουριστικές μας επενδύσεις. Ιδιαίτερα μέσα στην ισχνή, οικονομικά, εκείνη περίοδο των μνημονίων. Ιδιαίτατα δε, στα χρόνια εκείνα, της θητείας της Έλενας Κουντουρά, στο Υπουργείο Τουρισμού. Όπου, με τα συνεχή Success Story, στις αφίξεις τουριστών και τις εντυπωσιακά αυξημένες κατασκευές των νέων ξενοδοχείων, είχαμε δραματικά οικονομικά αποτελέσματα στην οικονομική ευρωστία των ξενοδοχειακών μας επιχειρήσεων. Οι οποίες, ενώ ήταν ικανές, να μπορούν να απορροφήσουν, πλήρως, το επαυξημένο τουριστικό ρεύμα, προς τη χώρα, μπορούσαν, ταυτόχρονα, να αντιστρέφουν και τις αυξητικές πιέσεις των τιμών, σε πιέσεις των μεγάλων πτωτικών τους τάσεων…

Προσεγγίζοντας, ακολούθως, τις σχετικές εκτιμήσεις μας, με τη μέθοδο της, “εις άτοπον απαγωγής”, μπορούμε να σκεφτούμε ανάλογα, ως εξής.

Κι ενώ απορρίπτεται η αξιολόγηση ότι: τα Success Stories, του ελληνικού τουρισμού, μπορεί να αφορούν, όχι μόνο στα συνεχόμενα ρεκόρ αυξήσεων, σε αφίξεις τουριστών, αλλά και τις τιμές των πωληθέντων τουριστικών μας πακέτων. Δεν θα μπορούσε αυτό να γίνει καθόλου αποδεκτό. Και μόνο από την απλή θεώρηση των επικρατουσών τιμών πώλησης των τουριστικών μας πακέτων. Γιατί ; Εάν, ένα λογικό και δίκαιο “περιθώριο κέρδους”, στη τουριστική δραστηριότητα, είναι γύρω στο: 10%, κατά μ.ό., για κάθε χώρα που έχει τη δραστηριότητα να εκμεταλλεύεται τον τουριστικό της κλάδο. Τότε, γεννάται κι ο εξής αναστοχασμός. Πώς είναι ποτέ δυνατόν ένας τέτοιος συλλογισμός; Και πως μπορεί να γίνει κατανοητό, το δεδομένο, όπου: η “μέση κατά κεφαλή τουριστική δαπάνη” (ΜΚΚΤΔ), να είναι, μεγαλύτερη, σε όλες τις άλλες, γειτονικές κι ανταγωνιστικές χώρες, που υποδέχονται τουρίστες, έναντι εκείνης που καταφέρνουμε εμείς να έχουμε στην Ελλάδα;

Όταν, για το 2019 και με -κατά προσέγγιση- ελεγχόμενη εκτίμηση, έχουμε, την ΜΚΚΤΔ:

-στην Ιταλία, ήταν ανώτερη κατά 140%

-στην Ισπανία, ήταν ανώτερη κατά 125%

-στην Πορτογαλία, ήταν ανώτερη κατά 90%

-στην Κύπρο, ήταν ανώτερη κατά 65%

-στην Τουρκία, ήταν ανώτερη κατά 22% κ.ο.κ..

Συνεπώς των προαναφερομένων. Πέραν των κατανοητών, οριακών, πάντως, κοστολογικών διαφοροποιήσεων, από χώρα σε χώρα. Μπορεί να αναστοχάται κανείς, το εξής.

Σε ποιό βαθμό, η -ποσοστιαία αυτή- τεράστια διαφορά, στην κάλυψη των τιμολογιακών χασμάτων, από χώρα σε χώρα, ως απόκλιση από μια “ΜΚΚΤΔ”, κατανέμεται;

-Μεταξύ: του υπερβάλλοντος ποσοστού της υποτιθέμενης “αισχροκέρδιας“, από την υπερτιμολόγηση των ακριβότερων χωρών, από τη μια πλευρά ;

-Και της υποτιθέμενης, “υστερούσας, με ζημία“, ποσοστιαίας, επίσης, απόκλισης, στην πώληση, κάτω του κόστους παραγωγής, του υποτιμολογημένου του τουριστικού μας προϊόντος, από την φτηνότερη χώρα, απ’ την άλλη πλευρά;

Κι ο αναστοχασμός αυτός, δεν επιτρέπει καμιά εκτίμηση υποτιμολογημένης τιμής, μικρότερη σε απόσταση, από το: 30% -ως κατώτερη τιμή- από ένα “αντικειμενικό” κόστος παραγωγής του τουριστικού μας προϊόντος…

Με δεδομένα αυτά, της τεράστιας υστέρησης μας, στις ΜΚΚΤΔ, έναντι άλλων γειτονικών χωρών, δεν μπορούν να ερμηνευτούν και να θεωρηθούν φυσιολογικές, ικανοποιητικές και ανεκτές, προς εφησυχασμό μας, οι τιμολογιακές αυτές διαφορές μας στον τουρισμό. Πλην της σοβαρής πρόβλεψης, να είναι, οι ίδιες αυτές, το αποτέλεσμα της μεγάλης και πολύ ζημιογόνου εκμετάλλευσης του τουριστικού του κλάδου στη χώρα μας…

Πολύ περισσότερο ζημιογόνος γίνεται πλέον, όταν, η “εγχώρια προστιθέμενη αξία”, που χτίζει και ενσωματώνεται στο πωλούμενο τουριστικό μας προϊόν, για το 2019, μόλις που φτάνει στο 20% περίπου, της τιμής πώλησής του. Ενώ, για τις άλλες, τις προαναφερθείσες ήδη χώρες, η ποσοστιαία συμμετοχή, της “εγχώριας προστιθέμενης αξίας”, του δικού τους τουριστικού προϊόντος, είναι έως και πολλαπλάσια, ως ποσοστό συμμετοχής, απ’ το ποσοστό που κατέχει το δικό μας τουριστικό προϊόν…

Οι απαράδεκτες αυτές επιδόσεις, της -τόσο χαρακτηριστικά μεγάλης- τιμολογιακής μας υστέρησης στον τουρισμό, έως και κάτω του κόστους παραγωγής του, όσο και η χαμηλή, “εγχώρια προστιθέμενη αξία”, στο τουριστικό μας προϊόν, διευκολύνθηκαν (διαβάζεται και επιβλήθηκαν), στο μεγαλύτερο βαθμό τους, απ’ τις ασυγκράτητες υπερεπεκτάσεις των ξενοδοχειακών μας μονάδων. Γεγονός που συγκροτεί το κυριότερο και διαχρονικό “επίτευγμα” της TUI, σε βάρος της χώρας μας! Αφού, οι ξενοδοχειακές μας υπερεπενδύσεις, ακόμα και σε εποχές κρίσης & μνημονίων, φαίνονταν, πεντακάθαρα, πια, ότι, προέρχονταν, απ’ τη δόλια προσχεδιασμένη “μόχλευσή” -με τις άδηλες χρηματοδοτήσεις και τις υπόγειες άλλες συναλλαγές και δράσεις της Tui. Καθώς και των άλλων, “καρτελοποιημένων” μαζί της- των Tour Operators, που δρούσαν, για χρόνια, στη χώρα, ασύδοτα και βλαπτικά. Με την γερμανική Tui, να κατέχει, αδιαφιλονίκητα, τη δεσπόζουσα τη θέση, ανάμεσά τους…

Της μόνης, από τους Tour Operators, που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ο “ιθύνων νους” και να τους οργανώσει, να τους συνεγείρει σε ενιαίο σχεδιασμό και δράση. Και να έχει το κύρος, να εμπνεύσει και να παρακινήσει και άλλους, και τελικά, να επιβάλει, την προμελετημένη και καλά προσχεδιασμένη (made in Germany), πολυετή μέθοδο, των επιτήδειων αθέμιτων αντιανταγωνιστικών πρακτικών και δράσεων, για την κατάκτηση και για υπόταξη της τουριστικής μας αγοράς. Ώστε, να καταφέρει να επικρατήσει και να κυριαρχήσει το υποτιμολογημένο “τουριστικό μοντέλο της TUI”, στη χώρα μας, ως αδιαμφισβήτητο καθεστώς, όχι μόνο στον τουρισμό, αλλά και πέραν αυτού. Ενώ, την ίδια στιγμή, η χώρα, φτάνει να συναγωνίζεται, σε τέτοιους ρυθμούς τουριστικής ανάπτυξης, που διαγκωνίζεται, ακόμα τους διψήφιους -ποσοστιαία- ρυθμούς της Κίνας. Δηλαδή, τους ρυθμούς, της παγκόσμιας πρωταθλήτριας στην ανάπτυξη, τα τελευταία χρόνια. Της ολοκληρωτικής Κίνας!!! Άλλωστε αυτό, το είχαμε καταδείξει και σε παλιότερα άρθρα μας. Ένα των οποίων το επικολλούμε αμέσως εδώ:

https://new-economy.gr/…/ta-aorata-success-stories-tou…/

Αναλυτικότερα, παρατηρεί επίσης κανείς -ως συνέπεια της οικονομικής μας αποδυνάμωσης και της μείωσης της ανταγωνιστικής μας θέσης- και τις εξής επιπτώσεις. Όπου, αυτή η υπερπροσφορά των νέων τουριστικών μας καταλυμάτων, υπήρξε, λειτούργησε σε τέτοια επίπεδα, που έφτανε ως την υπερκάλυψη, της αυξημένης τουριστικής ζήτησης. Ώστε να υπερκαλύπτει ακόμα και τις αυξήσεις, σε αφίξεις τουριστών, που ήταν -κατ’ έτος- διψήφιες, ποσοστιαία, στη χώρα. Και η υπερκάλυψη των αναγκών φιλοξενίας, του εκρηκτικού τουριστικού ρεύματος, που πλημμύριζε τη χώρα, ήταν το εντυπωσιακό αποτέλεσμα, κατασκευαστικής έκρηξης -με νέα ξενοδοχεία που κτίστηκαν- αλλά και των τεράστιων επενδύσεων που διατέθηκαν σχετικά και μόνο στον τουριστικό κλάδο της οικονομίας μας. Η πραγματοποίηση δε, αυτής της εκρηκτικής οικοδομικής μας μεγέθυνσης, σε τουριστικά καταλύματα, κάλυψε με υπεραπορρόφηση τις αυξημένες ανάγκες φιλοξενίας τουριστών και επέφερε νέες πιέσεις πτώσεως των τιμών στον κλάδο. Μέσα απ’ τη σκόπιμη διατάραξη της ανταγωνιστικής ισορροπίας τιμών, στην πλάστιγγα, προσφοράς & ζήτησης. Όπου, την αυξημένη τουριστική ζήτηση, την υποδέχθηκε μια περισσότερο αυξημένη προσφορά καταλυμάτων. Με συνέπεια, η υπερπροσφορά, να προκαλέσει, αντανακλαστικά, έλλειμμα στην τουριστική ζήτηση και πλεόνασμα στην προσφορά, απ’ την μείωση ποσοστών της πληρότητας τουριστικών μας καταλυμάτων, που συνεπάγονται, τάσεις και πιέσεις, για την περαιτέρω μείωση των τιμών στο τουριστικό μας προϊόν…

Και η εκρηκτική αυτή οικοδομική τουριστική μεγέθυνση, συνέβαινε, ιδίως όταν, στη χώρα, η οικονομική μας συγκυρία, διάνυε μια περίοδο παρατεταμένης κρίσης και αποεπένδυσης, που δεν συγκρατήθηκε και μήτε αναχαιτίστηκε απ’ τις -παρατεταμένα χαμηλές- οικονομικές αποδόσεις του κλάδου.

Αξίζει να συνεκτιμήσει κανείς, συγκριτικά, με την πορεία των τουριστικών μας επενδύσεων, την πορεία στην αξιοποίηση υδρογοναθράκων στην Ανατολική Μεσόγειο. Ενώ κι οι χαμηλές τιμές, στην αγορά υδρογονανθράκων, ανέκοψαν τις έρευνες ως και τις εξορύξεις, στην Ανατολική Μεσόγειο. Και ανάσχεσαν τους σχεδιασμούς ως και της κατασκευής του EAST MED. Οι χαμηλές τιμές αντίθετα, του ελληνικού τουρισμού, μήτε για μια στιγμή, δεν ανάσχεσαν την τεράστια αυτή έκρηξη των επενδύσεων, στον τουριστικό κλάδο, που βασίστηκαν, αποκλειστικά και μόνο, στις γνωστές κι επίμονα “αντιανταγωνιστικές μεθοδεύσεις” και τις ειδικές πρακτικές, που μας άσκησε, η TUI. Μα κι αυτές, οι κραυγαλέα αρνητικές οικονομικές αποδόσεις του κλάδου -όπως κι οι μεγάλες, αντίστοιχα, επενδύσεις του, σε προηγούμενες οικονομικές χρήσεις- δεν προδιέθεταν αρνητικά. Και αντίθετα. Ενώ θα όφειλαν να είχαν αποθαρρύνει μια τέτοια κούρσα τουριστικής υπερεπέκτασης, την ωθούσαν ακόμη περισσότερο. Κι ούτε μπορούν και εκ των υστέρων, να την βρουν καμιά δικαιολογία, που να μπορεί να σταθεί και να θεωρήσει κανείς, ως φυσιολογική, την τόσο μεγάλη ανάπτυξη στον τουρισμό…

Και προφανώς, η μεγάλη τουριστική κίνηση, που εκδηλώθηκε, στη συνέχεια, αντί να φέρει τα θετικά οικονομικά αποτελέσματά της, στη διαχείριση των ξενοδοχείων μας, μας οδήγησε, διαχειριστικά, σε άλλο άκρο από τον προσδοκώμενο τουριστικό μας προορισμό. Και σε πορεία, αντίθετη. Πορεία, ακύρωσης των προσδοκώμενων οικονομικών μας αποδόσεων, με τη συρρίκνωση της “κατά κεφαλή τουριστικής δαπάνης” (ΚΚΤΔ). Καθώς και με τα επαυξημένα κι επαναλαμβανόμενα διαχειριστικά ελλείμματα των τουριστικών μας επιχειρήσεων. Αλλά, ταυτόχρονα και σε μια συνεχή αύξηση, τόσο του όγκου του τραπεζικού δανεισμού, όσο και του πλήθους των μη εξυπηρετούμενων τραπεζικών δανείων, των ξενοδοχειακών επιχειρήσεων…

Μια κατάσταση, δηλαδή, που -αντικειμενικά- υπονομεύει ως και την μεσοπρόθεσμη βιωσιμότητα του κλάδου και οδηγεί σε ακόμα μεγαλύτερους κινδύνους και σε απόκρημνα μονοπάτια. Όπως είναι κι αυτά που αφορούν την απίσχανση, την αποδυνάμωση και την κατάρρευση της ίδιας της χώρας.

Κινδύνους κι αρνητικές συνέπειες που περιγράψαμε σε πρόσφατο άρθρο μας, που επικολλούμε, μόλις τώρα, εδώ:

https://new-economy.gr/…/03/04/karvouno-i-galazia-patrida/

Έτσι, με τα -εξακολουθητικώς σημειωθέντα- Success Story, στις αφίξεις τουριστών στην Ελλάδα -της “μόνης εθνικής μας βιομηχανίας” που εξαναγκαστικά διαθέτουμε, πλέον- μετατρέψαμε, τα συνεχιζόμενα νέα ρεκόρ, των αυξήσεων, στις αφίξεις τουριστών, σε μια “πύρρεια νίκη” και σε έναν -διαχειριστικό μας- “πανωλεθρίαμβό“, όπως τον έχουμε ήδη χαρακτηρίσει, σε άλλες αρθρογραφικές μας αναφορές. Σε βαθμό, μάλιστα, που -παρά τα Success Story του τουρισμού μας- να μην μπορούν να αυξάνονται και οι συνολικές πληρότητες των ξενοδοχείων κι η οικονομική τους αποδοτικότητα να παραμένει αρνητική. Κι ούτε οι συνολικές πληρότητες να φτάνουν σε επίπεδο που να μειώνουν -ποσοστιαία, μέσα στο έτος- τις αδιάθετες και προς πώληση, κλίνες, εξ αιτίας των νέων διαθεσιμότητων των νέων ξενοδοχειακών μας κλινών. Μήτε ακόμα και στην υψηλή θερινή τουριστική μας περίοδο! Έχοντας κσι επιπρόσθετα άλλα αρνητικά παρεπόμενα αποτελέσματα, στην οικονομική διαχείριση του τουριστικού μας προϊόντος. Όπως -παραδόξως- είναι κι όσα συνιστούν την ακόμα μεγαλύτερη δυσμενοποίηση των προοπτικών μιας επόμενης καλής διαπραγμάτευσης των τιμών του τουριστικού μας προϊόντος και στο μέλλον. Καθώς, επίσης, φαίνεται να μην επιτυγχάνεται και να ακυρώνεται, η διακηρυγμένη προσπάθεια, για διεύρυνση της στενής τουριστικής μας περιόδου. Ώστε να καταλήγουμε, σε ματαίωση της αύξησης του χρόνου της διαχειριστικής λειτουργίας των ξενοδοχειακών μονάδων. Και συναφώς, στην μείωση της διάρκειας, για την αποδοτική οικονομική εκμετάλλευση των ξενοδοχείων μας! Κάτι, βεβαίως, που επιδεινώθηκε, ακόμα και μέσα στη τελευταία διετία, της περιόδου της πανδημίας και της κάθετης πτώσης της τουριστικής κίνησης. Όπως διαπιστώααμε και με το πρόσφατο άρθρο μας, που εποκολλούμενο αμέσως εδώ:

https://new-economy.gr/…/oxi-allo-karvouno-ston-tourismo/

Εξάλλου, η προσυμφωνημένη αποπληρωμή των χορηγήσεων, για τις υπόγειες αυτές χρηματοδοτήσεις και των δανειοδοτήσεων, των υπερεπενδύσεων των ξενοδόχων, προς τους Tour Operators και χορηγούς τους, εξακολουθεί να διενεργείται, με τη τήρηση και σύναψη νέων, πολυετών συμφωνιών, κλεισίματος της ενοικίασης των νέων τους καταλυμάτων. Και σε πολύ χαμηλές κι ευτελείς τιμές, όπως το περιγράψαμε στο προηγούμενο μέρος.. Με συμφωνίες, ακριβώς, που μας παγιδεύουν ευρύτερα, σε τιμές και σε επίπεδα τιμών, έως και πολύ κάτω του κόστους παραγωγής του τουριστικού μας προϊόντος. Καθηλώνοντας και τη τουριστική αγορά, στο σύνολό της, σε συνεχείς αρνητικές αποδόσεις και νέα ανεξέλεκτα διαχειριστικά ελλείμματα, με πολλαπλασιαστικά αρνητικές επιπτώσεις σε πολλά επίπεδα λειτουργίας.

Και οι εξοφλητικές αυτές συμφωνίες, έναντι των χορηγηθέντων δανείων επέκτασης της τουριστικής τους δυναμικότητας, λειτουργούν κι ως, ο αναπόδραστα δεσμευτικός “οδηγός προσομοίωσης”, προς όλους τους άλλους, στην ευρύτερη τουριστική αγορά της χώρας, όπως, επίσης, υπονοήσαμε και προηγουμένως.

Παράλληλα, η αυξημένη αυτή δυναμικότητα των νέων ξενοδοχειακών κλινών, που δεν μπορεί να ικανοποιήσει τις εισροές της, απ’ την εγχώρια αγορά -την εγχώρια παραγωγική δύναμη και την εγχώρια, πρωτογενή και δευτερογενή παραγωγή μας- εκφράζεται, αγοραστικά, με μια αγωνιώδη αναζήτηση, προς ανεύρεση των παγκοσμίως, φτηνότερων παραγωγικών συντελεστών της. Ιδίως μάλιστα όταν, ενώ, η εγχώρια αγορά, αδυνατεί να καλύψει -στο μεγαλύτερό τους ποσοστό της- ανάγκες της προϋπάρχουσας δυναμικότητας λειτουργίας των ξενοδοχείων, οι νέες αυτές χαμηλότερες τιμές των τουριστικών πακέτων, μη δυνάμενες άλλο να εξυπηρετηθούν, ούτε κατ’ ελάχιστον, απ’ την εγχώρια παραγωγή, οδηγούν, επιτακτικότερα πλέον, σε περαιτέρω αύξηση των εισαγωγών τους, για τις ανάγκες λειτουργίας του κλάδου. Διερευνώντας για τα παγκοσμίως φτηνότερα προϊόντα και είδη που χρειάζονται και έχουν ανάγκη για τη λειτουργία τους τα νέα αυτά ξενοδοχεία. Παραμερίζοντας, εξ ανάγκης, τις αναστολές των αγορών τους, όταν συναντούν κακή ποιότητα στα εισαγόμενα προϊόντα που διαθέτουν στους πελάτες τους. Και τα οποία, τροφοδοτούν, στη συνέχεια, έναν “φαύλο κύκλο“, που αφορά στην ποιοτική διολίσθηση του τουριστικού μας προϊόντος και σε νέες πιέσεις για μειώσεις τιμών, στις ήδη χαμηλές τιμές του προϊόντος που προσφέρουν.

Έτσι λοιπόν, ο τουρισμός μας, το 2019, έφτασε να κατέχει το: 80%, περίπου, των εισροών του -από αυτές που “χτίζουν” το προσφερόμενο τουριστικό μας προϊόν- από εισαγωγές του απ’ το εξωτερικό. Ενώ το προερχόμενο από την εγχώρια παραγωγή, τουριστικό μας προϊόν, να αντιστοιχεί -μόλις- στο 20%, περίπου, των συνολικών εισροών του, ως η εγχώρια προστιθέμενη αξία του. Κι αυτό, είναι ένα ακόμα, πολύ αρνητικό χαρακτηριστικό, του ακολουθούμενου μοντέλου που μας επέβαλε η γερμανική Tui. Ένα τουριστικό μοντέλο που, δείχνει ότι, συγγενεύει περισσότερο με έναν ξενόφερτο, παρασιτικό κι αποικιακού τύπου, οικονομικό θύλακα, στην οικονομία της χώρας. Ενώ και το ακολουθούμενο τουριστικό μας μοντέλο, παίρνει το σχήμα που έχει κι ένα “άδειο πουκάμισο“, όπως και το σχήμα ενός τεράστιου “Τ“. Κάθε άλλο, παρά να φαίνεται ότι μοιάζει, με κάποιο, γνήσια παραγωγικό μας μοντέλο…

Μα και το ιστορικό, λοιπόν, της στρεβλής και τόσο επικίνδυνης οικονομικής μας πορείας, δεν ήταν καθόλου τυχαίο. Επηρεάστηκε αρνητικά και απ’ την μοιραία απόληξη του διατλαντικού και διηπειρωτικού εμπορικού πολέμου, των ΗΠΑ & της Ε.Ε. και του μεταξύ τους, ακραίου παραγωγικού ανταγωνισμού. Ενός παγκόσμιου φαινομένου, των παράπλευρων αστοχιών του διεθνούς συστήματος της μονεταριστικής “παγκοσμιοποίησης”. Εκείνου που ξεκίνησε, ως “το φαινόμενο της πεταλούδας”, απ’ τον ανταγωνισμό του 1995, μεταξύ, της αμερικανικής Boeing και της Ευρωπαϊκής Air Bus, όπως την περιγράψαμε στο τελευταίο κεφάλαιο του πρωτοχρονιάτικου άρθρου μας, που κι εδώ επικολλούμε αμέσως:

https://new-economy.gr/…/i-apolixi-stin-istoria-tis…/

Ενώ οι θεματοφύλακες της καθήλωσης των τιμών του ελληνικού τουρισμού, η FRAPORT και η TUI, συνεχίζουν να αγωνιούν και να ενδιαφέρονται -δήθεν- για τη διατήρηση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας των τιμών του ελληνικού τουρισμού. Οι τιμές του οποίου, εξακολουθούν να βρίσκονται στο ναδίρ και πολύ κάτω του κόστους παραγωγής τους. Όπως διαφάνηκε κι από τις υπογραμμίσεις, στο σχετικό φθινοπωρινό μας άρθρο, που κι συτό επικολλούμε εδώ:

https://new-economy.gr/…/to-monimo-ki-adiko-agxos-tis…/

* Ε π ι μ ύ θ ι ο :

_Η_Νέα_Μήδεια_Είναι_Εδώ:

«Αν, τα τόσο πολύ προβαλλόμενα Success Story, στις αφίξεις τουριστών του ελληνικού τουρισμού, είναι -περισσότερο παντός άλλου- δημιουργήματα και παιδιά της ασκηθείσας πολιτικής “αθέμιτου ανταγωνισμού” -από τις ωμές παραβάσεις όλου του θεσμικού πλαισίου που ορίζεται ως “Δίκαιο του Ανταγωνισμού”, σε ότι αφορά την οικονομία του τουρισμού στη χώρα μας. (Όπως είναι και το σύνολο των πολιτικών στις οποίες διακρίθηκε η κα Κουντουρά). Τότε κι οι μεγάλες επενδύσεις, στον ελληνικό τουρισμό -όταν συγκρίνονται ή ξεπερνούν, ώς και την “εγχώρια προστιθέμενη αξία” του τουριστικού μας προϊόντος- δεν είναι μια απλή διαστρέβλωση και μόνο, στη λειτουργία ενός κάποιου οικονομικού κλάδου της χώρας μας. Είναι κάτι πολύ περισσότερο. Είναι η υπονόμευση της εθνικής μας οικονομίας. Είναι και μια καταφάνερη “παιδοκτονία” της -με την κεταμίνη- απ’ τον ακολουθούμενο, απ’ την TUI, τουριστικό μας μοντέλο, που η ίδια, η TUI, επέλεξε και μας επέβαλε εξαναγκαστικά…»!!!

Για το πρώτο μέρος πατήστε εδώ

Για το δεύτερο μέρος πατήστε εδώ

Για άλλα άρθρα του κ. Μυλωνά πατήστε εδώ, εδώ, εδώ, εδώεδώ, εδώεδώ, εδώ, εδώ, εδώεδώεδώ, εδώ, εδώ, εδώ, κι εδώ.

Οι απόψεις των αρθρογράφων είναι προσωπικές, δημοσιεύονται στα πλαίσια της ελευθερίας του λόγου, και δεν είναι απαραίτητο να εκφράζουν κι αυτές του new-economy.gr.