Η ελληνική γλώσσα (Μέρος δεύτερο)
Θοδωρής Παπαδόπουλος, Αντιπτέραρχος (Ι) εα
2) «ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΗ ΔΟΜΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ»
Πρόκειται για κείμενα που διατείνονται ότι “Μιλώντας ελληνικά διατυπώνουμε μαθηματικές εξισώσεις” και έχουν ήδη διαγράψει εντυπωσιακή πορεία, αφού έφτασαν να δημοσιευτούν σε προβεβλημένους ιστότοπους και φυσικά έχουν αναπαραχθεί με διάφορα email’s στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κλπ. Μια αναζήτηση στο διαδίκτυο με τον παραπάνω τίτλο θα σας το επιβεβαιώσει.
Στην αρχή, οi συντάκτες τους διατείνεται ότι:
Η ελληνική γλώσσα δεν είναι τυχαία γλώσσα. Χτίστηκε πάνω στα μαθηματικά, και αυτό που ελάχιστοι ακόμα ξέρουν είναι ότι κάθε λέξη στην ελληνική έχει μαθηματικό υπόβαθρο.
Η πιο σημαντική τους ιδιότητα είναι ότι το κάθε γράμμα έχει μια αριθμητική τιμή/αξία, κάθε γράμμα είναι ένας αριθμός.
Σίγουρα θα έχετε ξαναδιαβάσει για τους λεξάριθμους, αλλά βέβαια εδώ έχουμε μια θεμελιώδη παρεξήγηση:
Το γεγονός ότι στην αρχαία Ελλάδα χρησιμοποιήθηκαν τα γράμματα του αλφαβήτου ως σύμβολα αναπαράστασης των αριθμών, σε ένα όχι και πολύ βολικό αριθμητικό σύστημα (δοκιμάστε να κάνετε πράξεις και θα δείτε πόσο δύσκολο, αν και όχι αδύνατο, είναι), δεν σημαίνει ότι τα γράμματα είχαν εγγενώς αυτή την ιδιότητα, εννοώ την αριθμητική αξία. Αυτό είναι αντιστροφή της πραγματικότητας. Την αριθμητική αξία την προσλάβανε τα γράμματα μόνο αφού έγινε η αντιστοίχιση τους, δεν την είχαν ανέκαθεν.
Όπως διατυπώνει και ξεκαθαρίζει, ο Νίκος Σαραντάκος.
Στον πιο κάτω πίνακα, φαίνεται η αριθμητική αξία κάθε γράμματος:
Οι συντάκτες των «επιτευγμάτων» αυτών υποστηρίζουν όμως ότι υπάρχει μια τεράστια γνώση κλειδωμένη-κωδικοποιημένη μέσα σε λέξεις λόγω της μαθηματικών τιμών που έχουν.
Και για να το αποδείξει, φέρνει, μεταξύ άλλων, το εξής παράδειγμα:
ΑΛΦΑ = 1+30+500+1= 532 =>5+3+2= 10 => 1+0= 1
Αν όμως δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι το άλφα, ως πρώτο γράμμα, έχει λεξάριθμο που οδηγεί τελικά στο 1, κάτι ανάλογο θα έπρεπε να συμβαίνει και με τα επόμενα γράμματα, έτσι δεν είναι;
Για να δούμε….
ΒΗΤΑ = 2+8+300+1 = 311, 3+1+1 = 5. Θα περιμέναμε 2 και όμως βγήκε 5
ΓΑΜΜΑ= 3+1+40+40+1 = 85 = 13 = 4. Θα περιμέναμε 3, αλλά βγήκε 4
ΔΕΛΤΑ = 4+5+30+300+1 = 340 = 7 Εδώ έπρεπε να βγει 4, αλλά βγήκε 7.
Και ούτω καθεξής στα επόμενα:
ΕΨΙΛΟΝ = 5+700+10+30+70 + 50 = 865 = 19 = 1
ΖΗΤΑ = 7+8+300+1 = 316 = 10 = 1
ΗΤΑ = 8+300+1 = 309 = 12 = 3
ΘΗΤΑ = 9+8+300+1 = 318 = 12 = 3
ΙΩΤΑ = 10+800+300+1 = 1111 = 4
Από τα εννιά πρώτα γράμματα, ένα μόνο έχει λεξάριθμο που να συνδέεται με τη σειρά του στο αλφάβητο, 1/9 δεν είναι και πολύ σπουδαίο σκορ, ακριβώς ίδιο με τη μαθηματική ελπίδα όταν διαλέγουμε τυχαία έναν αριθμό από τους εννιά μονοψήφιους. (το μηδέν εδώ εξαιρείται, αφού δεν μπορεί να είναι άθροισμα ακεραίων).
Συμπέρασμα; Καμιά «νομοτέλεια» δεν υπάρχει στο παράδειγμα
ΑΛΦΑ = 532 = 1, πρόκειται για απλή σύμπτωση.
3) «Η ΜΟΝΗ ΠΟΥ ΕΧΕΙ «ΝΟΗΜΑΤΙΚΟ» ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ»
Τι ισχυρίζονται οι αρχαιολάτρες:
Απόσπασμα κειμένου που, με διάφορες παραλλαγές, κυκλοφορεί σε έντυπη και ηλεκτρονική μορφή:
«Το ενδιαφέρον για την Ελληνική προέκυψε από τη διαπίστωση των επιστημόνων πληροφορικής και υπολογιστών ότι οι Η/Υ προχωρημένης τεχνολογίας δέχονται ως «νοηματική» γλώσσα μόνον την Ελληνική. Όλες τις άλλες γλώσσες τις χαρακτήρισαν «σημειολογικές».
«Νοηματική γλώσσα» θεωρείται η γλώσσα στην οποία το «σημαίνον» δηλαδή η λέξη και το «σημαινόμενο» δηλαδή αυτό που η λέξη εκφράζει (πράγμα, ιδέα, κατάσταση), έχουν μεταξύ τους πρωτογενή σχέση. Ενώ «σημειολογική» είναι η γλώσσα στην οποία αυθαιρέτως ορίζεται ότι το α’ «πράγμα» (σημαινόμενο) εννοείται με το α’ (σημαίνον).
Με άλλα λόγια, η Ελληνική γλώσσα είναι η μόνη γλώσσα της οποίας οι λέξεις έχουν «πρωτογένεια», ενώ σε όλες τις άλλες, οι λέξεις είναι συμβατικές, σημαίνουν κάτι απλά επειδή έτσι συμφωνήθηκε μεταξύ εκείνων που τη χρησιμοποιούν. Π.χ. στην Ελληνική, η λέξη ενθουσιασμός = εν-Θεώ, εδώ υπάρχουν πολλά παραδείγματα. Έχουμε δηλαδή αιτιώδη σχέση μεταξύ λέξεως- πράγματος, πράγμα ανύπαρκτο στις άλλες γλώσσες».
Ποια είναι όμως η αλήθεια; Τι λένε οι γλωσσολόγοι; Ας δούμε:
Οι θέσεις των γλωσσολόγων:
Κατ’ αρχήν, στη γλωσσολογία το σημαίνον δεν είναι η λέξη ούτε το σημαινόμενο ορίζεται όπως παραπάνω. Αξίζει να δούμε τη σημασία των δύο αυτών όρων στη σύγχρονη επιστήμη της γλώσσας.
Το σημαινόμενο και το σημαίνον, δηλ. τα μέρη που απαρτίζουν το γλωσσικό σημείο, αποτελούν εσωτερικές, ψυχικές οντότητες. Το σημαινόμενο είναι η γνώση για τη σημασία μιας λέξης, ενώ το σημαίνον η γνώση για τη φωνολογική της έκφραση (με φωνήματα), που διαφέρει από την ηχητική της πραγμάτωση με φθόγγους.
Κατά τον Φερντινάντ ντε Σωσσύρ (γαλλικά: Ferdinand de Saussure) (26 Νοεμβρίου, 1857 − 22 Φεβρουαρίου, 1913) «το γλωσσικό σημείο ενώνει όχι ένα πράγμα και ένα όνομα, αλλά μια ιδέα και μια ακουστική εικόνα. Αυτή η τελευταία δεν είναι ο υλικός ήχος, πράγμα καθαρά φυσικό, αλλά το ψυχικό αποτύπωμα του ήχου αυτού, η παράσταση που μας δίνει γι’ αυτόν η μαρτυρία των αισθήσεών μας……… Ο ψυχικός χαρακτήρας των ακουστικών μας εικόνων φαίνεται καθαρά, όταν παρατηρούμε τον δικό μας λόγο. Χωρίς να κινούμε τα χείλη ούτε τη γλώσσα, μπορούμε να μιλάμε στον εαυτό μας ή να απαγγέλλουμε ένα αριθμό στίχων». Άρα, ο δεσμός σημαινομένου – σημαίνοντος αποτελεί συμβατική σχέση δύο εσωτερικών στοιχείων.
Επομένως, το σημαίνον δεν είναι η λέξη, όπως υποστηρίζεται από μερικούς.
Μία από τις ιδιότητες του γλωσσικού σημείου είναι η συμβατικότητά του. Ως προς τον συμβατικό χαρακτήρα της σχέσης σημαινομένου – σημαίνοντος, η Ελληνική δεν διαφέρει σε τίποτε από όλες τις γλώσσες του κόσμου. Και στην Ελληνική δηλ. η σχέση σημασίας – μορφής των λέξεων είναι συμβατική. Το παράδειγμα της ετυμολόγησης της λέξης ενθουσιασμός, αλλά και αρκετών άλλων που αναφέρονται από μερικούς, δεν αποδεικνύει σε καμιά περίπτωση ότι στην Ελληνική «έχουμε αιτιώδη σχέση μεταξύ λέξεως-πράγματος, πράγμα ανύπαρκτο στις άλλες γλώσσες». Το ρήμα ενθουσιάζω, ήδη αρχαίο, προέρχεται από το ένθεος και είχε αρχικώς τη σημασία «εμπνέομαι, κατέχομαι από θεϊκή έκσταση». Αυτή η πληροφορία δεν είναι τίποτε άλλο από την ετυμολογία του ρηματικού τύπου ενθουσιάζω – δεν αποτελεί δηλ. στοιχείο που μπορεί να οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι η σχέση σημασίας – μορφής στις λέξεις της Ελληνικής είναι αιτιακή. Με αυτήν τη λογική, αιτιακή θα έπρεπε να είναι η σχέση αυτή και στην Αγγλική, όπου η λέξη giddy «ζαλισμένος, ιλιγγιώδης, επιπόλαιος» ετυμολογείται από το god «θεός». Φυσικά, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Ούτε η Αγγλική ούτε η Ελληνική χαρακτηρίζεται από αιτιακή / φυσική / μη συμβατική σχέση σημαινομένου- σημαίνοντος, δηλ. σημασίας – μορφής των λέξεων. Τα προαναφερθέντα στοιχεία αποτελούν απλώς ετυμολογικές πληροφορίες για το ελληνικό ενθουσιάζω και το αγγλικό giddy. Εκείνο που παρατηρείται είναι η μεταβολή της σημασίας των εν λόγω τύπων, πράγμα που αποτελεί φυσιολογικό φαινόμενο όλων των γλωσσών του κόσμου.
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
«Ας υποθέσουμε ότι τα πράγματα έχουνε «φυσικά» και όχι συμβατικά ονόματα, όπως ισχυρίζονται κάποιοι. Τότε πρέπει να σκεφτούμε το εξής:
– Μήπως τελικά όλη αυτή η ιστορία με τα «αληθινά» ονόματα είναι αφελέστατα ανθρωποκεντρική σε ένα σύμπαν που δεν φτιάχτηκε για μας και του οποίου δεν είμαστε το κέντρο;
– Αν μόνο η Ελληνική έχει το προνόμιο να ξέρει τα «φυσικά» ονόματα, τότε αυτό σημαίνει ότι η Ελληνική δεν είναι η μητέρα όλων των γλωσσών. (Γιατί αν ήταν έτσι, τότε όλες οι γλώσσες θα είχαν «πρωτογενή» σχέση ανάμεσα στα ονόματα και στα πράγματα!)
– Η «πρωτογενής σχέση» τι συνδέει; Την ακουστική πλευρά της λέξης με το πράγμα ή τη γραπτή μορφή της λέξης με το πράγμα που αυτή δηλώνει; Αν συνδέει την οπτική πλευρά, τότε γιατί αλλάζουμε αλφάβητα; (Γραμμική Β’, προ-ευκλείδειο αλφάβητο, μεγαλογράμματη γραφή, μικρογράμματη κ.λπ.; ) Αν συνδέει την ακουστική πλευρά, τότε γιατί η προφορά μιας λέξης αλλάζει με τα χρόνια; (π.χ., ποια είναι η “φυσική” λέξη, το κουμπί ή το κομβίον, το κουτί ή το κυτίον; ).
– Ποιος τα δημιούργησε τα ονόματα;
(Απλές ερωτήσεις που πρέπει να κάνουμε, όταν μας πουλάνε φούμαρα οι εφημερίδες και τα διάφορα sites.. Είμαστε Έλληνες και δεν είναι κακό να είμαστε περήφανοι για την παράδοση και τον πολιτισμό μας. Το πρόβλημα ξεκινά όταν θεωρούμε τους άλλους κατώτερους. Ο Έλληνας έχει έναν «ορίζοντα προσδοκίας» όσον αφορά θέματα που αναφέρονται στην εθνική και θρησκευτική του ταυτότητα και έτσι υιοθετεί άκριτα ό,τι επαινεί την ιστορία, τη λογοτεχνία και τη γλώσσα του και υποβάλλει σε έντονη κριτική ό,τι δεν ανταποκρίνεται στην εικόνα μεγαλείου που έχει για την Ελλάδα και τον πολιτισμό της. Βλέπουμε το τυρί και δεν βλέπουμε τη φάκα)».
Παρασκευάς Σταυρόπουλος (γλωσσολόγος)
Άλλος:
«Δεν υπάρχουν σε καμιά επιστήμη αυτοί οι όροι, “εννοιολογική”/“σημειολογική” γλώσσα. Έτσι όπως χρησιμοποιούνται, μόνο θολές εντυπώσεις προκαλούν… Σύμφωνα με τη σύγχρονη γλωσσική θεωρία, η γλώσσα -κάθε γλώσσα- είναι ένα σημειακό (ή σημειολογικό) σύστημα, έμφυτο ως ικανότητα στον άνθρωπο, αλλά συμβατικό ως προς την αναφορά του στον κόσμο της πραγματικότητας, που έχει πρόσβαση σε 2 ειδών επιτελεστικά συστήματα του ανθρώπινου οργανισμού, τα εννοιολογικά / προθετικά και τα αρθρωτικά / αντιληπτικά.
Αυτό το αστείο παραμύθι (σχετικά με τους Η/Υ) μπορεί να ξεσηκώσει όχι μόνο τους γλωσσολόγους, αλλά και τους ειδικούς των υπολογιστών. Λέτε ότι οι υπολογιστές καταλαβαίνουν αρχαία ελληνικά; Είναι σε θέση οι υπολογιστές να καταλάβουν μια φυσική γλώσσα; Αν είναι δυνατόν να λέγονται τέτοια πράγματα. Η υπολογιστική γλωσσολογία και η επιστήμη της τεχνητής νοημοσύνης δεν στηρίζεται μόνο σε μία γλώσσα ούτε αναζητά την τέλεια γλώσσα. Κάθε φυσική γλώσσα είναι τέλεια (εφ’ όσον πληροί τις επικοινωνιακές ανάγκες των ομιλητών της), δεν υπάρχουν ανώτερες και κατώτερες γλώσσες…
Είναι γεγονός ότι η Αρχαία Ελληνική γλώσσα, λόγω της πλούσιας μορφολογίας της και της τεράστιας σημασιοσυντακτικής ποικιλίας, είναι ένα πεδίο δόξης λαμπρό, για να δοκιμαστεί η επάρκεια των υπολογιστικών εργαλείων γλωσσικής ανάλυσης, σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορεί να γίνει βάση ανάπτυξης τέτοιων προγραμμάτων.
(Τι θέλετε να μας πείτε; Ότι τα Ελληνικά είναι γλώσσα μηχανής; )».
Δημήτρης Μιχελιουδάκης (γλωσσολόγος)
Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι γλωσσολόγοι (Τζημοπούλου και άλλοι) που υποστηρίζουν αυτούς τους μύθους για …..δικούς τους λόγους…………που φυσικά έχουν απορριφθεί από τους συναδέλφους τους.
Πληθώρα τέτοιων παραδειγμάτων υπάρχουν και σε όλες τις γλώσσες αλλά είπαμε είναι δουλειά των γλωσσολόγων………
(ΥΓ) Άρθουρ Κέσλερ (1905 – 1983): Τίποτα δεν είναι ποιο οδυνηρό από το γκρέμισμα ενός μύθου.
Για να διαβάσετε το πρώτο μέρος πατήστε εδώ.