Από τον Ψυχρό Πόλεμο στη Μεγάλη Επανεκκίνηση

Της Χριστίνας Μπαρμπαρούση

Τα τέλη του 20ου και οι αρχές του 21ου αιώνα έχουν καταγραφεί στην Ιστορία ως εποχές, κατά τις οποίες οι εθνικές κοινωνίες στράφηκαν προς το κίνημα του παραλόγου. Σημειώνεται έντονα ένας διαλεκτικός ανταγωνισμός ανάμεσα στις δύο απόλυτες μορφές οργάνωσης και συμπεριφοράς των κρατών: δηλαδή, τα εθνικά κράτη μετέβησαν σταδιακά από τον απόλυτο διχασμό και τις πολεμικές συγκρούσεις (απολυταρχισμός – Παγκόσμιοι Πόλεμοι) στον ακραίο ενωτισμό με τάσεις εξάρτησης του ενός από το άλλο (ομοσπονδοποίηση – Ευρωπαϊκή Ένωση). Βέβαια, η εξέλιξη έδειξε ότι τα κράτη δεν παρέμειναν πιστά σε αυτές τις αρχές, καθότι τα δύο άκρα τείνουν πάντοτε να μοιάζουν μεταξύ τους.

Συνεπώς, η ροή της Ιστορίας, όπως εξελίχθηκε, μπορεί να απεικονιστεί σχηματικά ως ακόλουθα:

Παγκόσμιοι Πόλεμοι (Διακρατικοί Πόλεμοι) + Εμφύλιοι Πόλεμοι (Εσωτερικοί Πόλεμοι) –> αποσταθεροποίηση παγκόσμιου οικονομικού – κοινωνικού – πολιτικού περιβάλλοντος (εθνικών και υπερεθνικών οντοτήτων) –> έξοδος από τα απολυταρχικά καθεστώτα –> ενδυνάμωση κομμουνιστικών καθεστώτων με ταυτόχρονη πόλωση των δύο (απολυταρχικών – κομμουνιστικών κινημάτων) –> ψυχρός πόλεμος, που οδήγησε στην άνοδο ιμπεριαλιστικών – επεκτατικών δυνάμεων) –> ανάγκη φεντεραλιστικής μορφής ένωσης και οργάνωσης υπερεθνικών ενοτήτων – ομοσπονδιοποίηση.

Εδώ, η σχέση έξοδος από τα απολυταρχικά καθεστώτα => άνοδος και πτώση κομμουνιστικών κινημάτων => ενδυνάμωση ιμπεριαλιστικών πολιτικών διακρίνεται από εξίσωση των δύο άκρων, γεγονός που υπογραμμίζει τον κυκλικό χαρακτήρα της Ιστορίας. Στο τέλος της εξίσωσης και λίγο πριν ή/και ταυτόχρονα με την ενδυνάμωση των ιμπεριαλιστικών πολιτικών, τοποθετείται η δημιουργία της ΕΟΚ/ΕΕ, δηλώνοντας πως τα ιδρυτικά κράτη έχουν πλέον κατανοήσει ότι η επικράτηση του ενός επί του άλλου δεν επιτυγχάνεται με συμβατικά όπλα που πυροδοτούν σφαίρες και εξοντώνουν τους αντιπάλους, αλλά με αθόρυβα, ψυχροπολεμικά οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά, γεωστρατηγικά εργαλεία, που πυροδοτούν καταστάσεις, εξουθενώνουν και εξαρτούν τον αδύναμο αντίπαλο από τον ισχυρό. Άλλωστε, και το περιφερειακό πρόβλημα ως πρόβλημα ανισοτήτων του χώρου, οξύνθηκε ιδιαιτέρως εξαιτίας του ψυχρού πολέμου, ωθώντας την ΕΕ στη διαμόρφωση της περιφερειακής πολιτικής ως βασικής πολιτικής επενδύσεων και ως απάντηση στο πιο ισχυρό της αντίπαλο: τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.

Ως εκ τούτου, αφού ο Ψυχρός Πόλεμος τερματίστηκε με τη δημιουργία της ΕΟΚ/ΕΕ, το περιφερειακό πρόβλημα πήρε τη θέση του, ως ο σύγχρονος Ψυχρός Πόλεμος της εποχής, ο οποίος έχει προσβάλλει και τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα διατηρεί σε μια διαρκή διαπραγμάτευση μεταναστευτικών, οικονομικών, χρηματοοικονομικών, κοινωνικών, πολιτικών, τεχνολογικών, περιβαλλοντικών ροών, με τάσεις εξάρτησης του ενός από το άλλο.

Με λίγα λόγια, ο Ψυχρός Πόλεμος υπήρξε καταλυτικής σημασίας, τόσο στη δημιουργία όσο και στην ανάπτυξη της ΕΟΚ/ΕΕ.

Σοβιετική Απειλή, Αμερικανικό Όνειρο ή Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση;

Ο Ψυχρός Πόλεμος ήταν καταλυτικής σημασίας, τόσο στη δημιουργία όσο και στην ανάπτυξη της ΕΟΚ/ΕΕ, διότι το γεωπολιτικό κλίμα που δημιουργήθηκε και επικράτησε στα επόμενα χρόνια λόγω του πρώτου και μεταξύ των τριών στρατηγικών παικτών ΗΠΑ – Δυτικών Ευρωπαϊκών Κρατών – ΕΣΣΔ, συνέστησε τις προϋποθέσεις που οδήγησαν στη δεύτερη ενώ για να επιτευχθεί, η νέα σχέση μετατράπηκε σε : «αμερικανικό όνειρο / ατομικό κέρδος» – «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση» – «σοβιετική απειλή / το καλό του συνόλου».

Ειδικότερα, ο Ψυχρός Πόλεμος θεωρείται η μεταφορά του πολέμου με συμβατικά όπλα σε ένα τεταμένο γεωπολιτικό κλίμα με αντισυμβατικά, αθόρυβα μέσα, που πυροδοτούν καταστάσεις αντί για σφαίρες και εμφανίσθηκε ως αποτέλεσμα εκσυγχρονισμού της Τέχνης του Πολέμου. Ο λόγος που θεωρείται εξίσου ως μία μορφή πολέμου οφείλεται στο γεγονός ότι οι παίκτες ως συγκρουόμενα μέρη, βρίσκονται σε διαρκή διαπραγμάτευση και επίδειξη δύναμης εντάσεως ενός βήματος πριν τον συμβατικό πόλεμο, χωρίς να καταλήγουν απαραίτητα σε αυτόν. Εν προκειμένω, ο Ψυχρός Πόλεμος συνδέει τα δύο άκρα του ατλαντικού, ΗΠΑ και ΕΕ, αφού αποτέλεσε το εργαλείο και τη δικαιολογία των πρώτων για δημιουργία της δεύτερης, σαν αντίβαρο και απάντηση στην ασθμένουσα ΕΣΣΔ και υπό το φόβο μιας νέας κομμουνιστικής αυτοκρατορίας λίγο μετά την κατάρρευσή της.

Συγκεκριμένα, τη δημιουργία της ΕΟΚ/ΕΕ με σκοπό την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ενθάρρυναν οι συνέπειες του Ψυχρού Πολέμου, οι οποίες είναι οι εξής:

Για την Ένωση Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ):

-Υπερεκτίμηση των δυνάμεών της έναντι των αντίπαλων ΗΠΑ στα πεδία ανάπτυξης του Ψυχρού Πολέμου: προκλητικές πολιτικές συγκρούσεις και στρατιωτικές εντάσεις εντυπώσεων, ισχυρό αντίβαρο στρατιωτικού συνασπισμού ΝΑΤΟ, υψηλός οικονομικός ανταγωνισμός (π.χ. δαπανηρό σχέδιο Μάρσαλ), ραγδαία εξελισσόμενος τεχνολογικός ανταγωνισμός, προπαγάνδα αμερικανικό όνειρο», «οι καλοί Αμερικανοί»), κατασκοπία (NSA, CIA), κούρσα πυρηνικών εξοπλισμών (Χιροσίμα, Ναγκασάκι), κούρσα του διαστήματος (αμερικανική προσελήνωση), περιφερειακοί πόλεμοι (οι ΗΠΑ έχουν υποκινήσει ή αναμειχθεί σε πάνω από 100 κρυφούς ή φανερούς πολέμους από την ίδρυσή τους).

-Δυσβάσταχτο κόστος συντήρησης των ψυχροπολεμικών παιγνίων (ανθρώπινοι πόροι, τεχνολογικός εξοπλισμός – τεχνολογική απαξίωση του knowhow, παροχή υπηρεσιών, κόστος μετακινήσεων διηπειρωτικά).

-Αδυναμία παρακολούθησης των εξελίξεων στα πεδία, απώλεια ελέγχου όγκου πληροφοριών προπαγάνδας και διπλωματική εξουθένωση.

-Η ΕΣΣΔ περιελάμβανε πολλά έθνη ή κράτη με πολιτισμική ομοιογένεια, τα οποία όμως δεν μπορούν να αποφασίσουν σε ποιον πολιτισμό ανήκουν. Η εσωτερική πολυφωνία επέτρεψε στις ΗΠΑ να προσεγγίσουν κάποιους από τους πρώην σοβιετικούς δορυφόρους.

-Έτσι, είναι πολύ εύκολο η κοινωνική εξέλιξη της πραγματικότητας, η οποία προσπερνά το ψυχροπολεμικό μοτίβο, να προβάλλει ένα καινούριο, σύγχρονο, ελκυστικότερο πρότυπο ζωής, με αποτέλεσμα την απώλεια υποστηρικτών των χαμηλών κοινωνικών στρωμάτων που αποτελούσαν και την πλειοψηφία του πληθυσμού της ΕΣΣΔ (εξαμερικανισμός, στροφή στο αμερικανικό όνειρο).

Άνοδος: του «θατσερισμού» στην Ευρώπη με ταυτόχρονη παρουσία στις ΗΠΑ του Ρέιγκαν, του κινήματος αποκρατικοποιήσεων – ιδιωτικοποιήσεων κρατικής περιουσίας (απορρύθμιση δημόσιου τομέα), των υποστηρικτών του λιγότερου κράτους, δηλαδή του εκ διαμέτρου αντίθετου του σοβιετικού – κομμουνιστικού κράτους.

-Κλίμα αμφιβολίας και απόσυρση εμπιστοσύνης των κρατών – δορυφόρων της ΕΣΣΔ από την κεντρική ηγεσία της ίδιας.

Πολιτική αστάθεια του σοβιετικού μπλοκ.

-Σταδιακή απόσχιση των κρατών – δορυφόρων από τη σοβιετική υπερδύναμη και ανεξαρτητοποίηση, ευκαιρία προσέγγισής τους από τις ΗΠΑ, ανάπτυξη διπλωματικών σχέσεων ή άμεσης εμπλοκής και έμμεσης επιρροής τους στα εσωτερικά τους.

Για τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής (ΗΠΑ):

-Αυξημένο αίσθημα εσωτερικής αγωνίας για τη διατήρηση της ηγεμονικής τους δύναμης στο γεωστρατηγικό τοπίο.

-Λόγω του ως άνω, ανάμιξής της στα εσωτερικά πολιτικά, οικονομικά ευρωπαϊκά ζητήματα, πότε με νομικά μέσα (υπογραφή συνθηκών και συμφωνιών συνεργασίας), άλλοτε με οικονομικά εργαλεία (χρηματοδότηση υποδομών και δράσεων) και συχνά με κοινωνικά μέσα (διάδοση αμερικανικού τρόπου ζωής και κοινωνικών προτύπων μέσω της διαφήμισης) στην Ευρώπη.

-Διάδοση του φαινομένου της «πολιτισμικής συσπείρωσης ή σύνδρομο της αδελφής χώρας», ο πρόδρομος της συνομοσπονδιακής οργάνωσης των κρατών (δημιουργία ΕΕ κ.λπ.), αλλά και της παγκοσμιοποίησης. Ως αντίβαρο και απάντηση στη σοβιετική συσπείρωση των κρατών – δορυφόρων, την οποία και καταφέρνουν να κλονίσουν με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η κομμουνιστική απειλή έχει σχεδόν αποδυναμωθεί και το νέο ευρωπαϊκό οικοδόμημα (ΕΚΑΧ, Euratom, ΕΟΚ/ΕΕ, ΟΝΕ) μπορεί εύκολα να δεχθεί την επιρροή των ΗΠΑ (σε αντίθεση με την ΕΣΣΔ).

-Διάχυση κάποιας υπεροψίας, η οποία υποδαυλίζει, εξοργίζει και προβληματίζει τους μη δυτικούς πολιτισμούς (εννοούνται οι τέως σοβιετικοί).

-Ως αποτέλεσμα, οι ΗΠΑ συντηρούν και ενδυναμώνουν το διπολικό δόγμα που καθιέρωσαν απέναντι στην ΕΣΣΔ, το οποίο, όμως, τους επιτρέπει να αυξάνουν και την επιρροή τους στους τρίτους παίκτες ως ηγεμονική δύναμη (ο καλός σώζει τον αδύναμο εναντίον του κακού, βελτιώνοντας την προσωπική του θέση μέσα από τη διάσωση του αδύναμου). Ταξινόμηση εθνών – κρατών σε χώρες Πρώτου (Δυτικά), Δεύτερου (Σοβιετικά – Κομμουνιστικά), Τρίτου Κόσμου (υπανάπτυκτα, κυρίως, Αφρικανικά και αποικιοκρατούμενα λατινοαμερικανικά κράτη).

-Ως εκ τούτου, οι ΗΠΑ συνέβαλαν καθοριστικά στην όξυνση αυτού που καλείται περιφερειακό πρόβλημα (εξάρτηση του αδύναμου κράτους από το ισχυρό και τροφοδότηση του δεύτερου από το πρώτο), το οποίο είναι πρόβλημα ανισοτήτων και παρουσιάζει πολλές ομοιότητες με το κλίμα του Ψυχρού Πολέμου, αλλά με μεταφορά του στα δεδομένα του χώρου και για τη σύγχρονη εποχή.

-Συνεπώς, οι ΗΠΑ διεκδίκησαν και επέτυχαν πρωτεύοντα ρόλο στις πολιτικές, οικονομικές, κοινωνικές εξελίξεις της Ευρώπης, πρωτοστατώντας στη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (η οποία έχει φεντεραλιστική δομή και τάσεις περιφερειακού προβλήματος), έχοντας προηγουμένως παράσχει τα εργαλεία που θα οδηγούσαν σε αυτή.

Για τη σχέση ΗΠΑ – Δυτικών Ευρωπαϊκών Κρατών – ΕΣΣΔ:

-Τα Δυτικά Ευρωπαϊκά Κράτη ήταν οικονομικά εξαντλημένα από την πρόσφατη μεταπολεμική περίοδο και ήταν σε μεγάλο βαθμό εξαρτημένα – οικονομικά, πολιτικά, ιδεολογικά και στρατιωτικά – από τις ΗΠΑ.

-Η πληθυσμιακή έκρηξη σε αντιστρόφως ανάλογη σχέση με την μεταπολεμική εξαθλίωση των κοινωνικών στρωμάτων, ενέτεινε τη γεωπολιτική εξάρτηση των Δυτικών Ευρωπαϊκών Κρατών από τις ΗΠΑ, παρά τη βοήθεια των δεύτερων, ενδυναμώνοντας το περιφερειακό πρόβλημα, ενώ δημιούργησε την ανάγκη μιας ένωσής τους υπό μία και κοινή ευρωπαϊκή ιδέα, προς αποφυγή νέων πολεμικών συρράξεων μεταξύ τους.

-Συμπληρωματικά με τα ως άνω, αμφότεροι οι δύο γεωστρατηγικοί παίκτες απομακρύνονταν όλο και περισσότερο από τη σοβιετική ιδέα, θεωρώντας τη ταυτόχρονα υπαίτια των δεινών της περιόδου. Η αμερικανική προπαγάνδα απέδωσε καρπούς, ενώ οι κεντρικές κυβερνήσεις ευελπιστούσαν να αποτρέψουν μια νέα άνοδο ευρασιατικής υπερδύναμης. Ένας αποτελεσματικός τρόπος να το διασφαλίσουν αυτό ήταν η δημιουργία ενός ευρωπαϊκού αντίβαρου (ΕΟΚ/ΕΕ), το οποίο θα χρηματοδοτούν, ώστε να μπορούν να ελέγχουν. Πρόσθετα, οι ευρασιατικές υπερδυνάμεις υπερτερούν σε αριθμό έναντι των ΗΠΑ, και, συνεπώς, συγκεντρώνουν και το μεγαλύτερο ποσοστό φυσικών κοιτασμάτων του πλανήτη (δημιουργία ΕΚΑΧ και Euratom ως αντίβαρο και απάντηση στο ΝΑΤΟ).

-Η σταθερότητα απέκτησε παγκόσμιο χαρακτήρα και υπό το φόβο μιας επικείμενης απειλής της, δημιουργήθηκαν φορείς διεθνούς συνεργασίας, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση. Βασικά συστατικά στοιχεία της αποτελούν η «σύγκλιση» και η «συνοχή», σύμφωνα με τα οποία, τα κράτη – μέλη της οφείλουν να συγκλίνουν προς μια οικονομική πολιτική, που θα επιφέρει την ομοιομορφία στο εσωτερικό της και θα αποτρέπει τις στρατιωτικές συρράξεις. Δεδομένων των θεμελιωδών αρχών που τη διέπουν, η επικράτηση του ενός κράτους – μέλους επί του άλλου δεν θα επιτρέπει την παντοδυναμία κανενός – εμφανές κατάλοιπο των μεταπολεμικών τραυμάτων των δυτικοευρωπαϊκών χωρών. Μια νέα έννοια τοποθετείται δίπλα στο «αμερικανικό όνειρο» και έναντι της «σοβιετικής απειλής», η «ευρωπαϊκή ολοκλήρωση».

-Η ευρωπαϊκή κυριαρχία επισφραγίστηκε με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ (1992), η οποία προέβλεπε τη δημιουργία της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης (ΟΝΕ), καθιερώνοντας ενιαίο νόμισμα (Ευρώ) στα κράτη – μέλη, έναντι του δολαρίου των ΗΠΑ. Η έκδοση νομίσματος αποτυπώνει το βαθμό εθνικής κυριαρχίας και δύναμης επιρροής στους συνδιαλεγόμενους εταίρους, πράξη η οποία αποδυνάμωσε τα ευρωπαϊκά κράτη – μέλη και πρόσθεσε άλλη μία ομοιότητα με τις ΗΠΑ στο ιστορικό της (χαρακτηριστικά ομοσπονδιακής οργάνωσης κράτους και συνομοσπονδίας κρατών).

Στο δια ταύτα, παρά τους πολύ σοβαρούς λόγους που οδήγησαν στη δημιουργία της ΕΕ, η αποστολή της, δηλαδή, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση με στόχο τη δημιουργία του Ευρωπαϊκού Κράτους ως το αντίπαλο δέος στις ΗΠΑ είναι μια διαδικασία που δεν έχει συντελεστεί και πιθανώς να μην συντελεστεί και ποτέ. Η κοινωνική και οικονομική σύγκλιση των κρατών – μελών ως το ανάλογο εργαλείο ολοκλήρωσης δεν μπορεί να επιτευχθεί (τουλάχιστον όχι υπό τη συνταγή one size fits all κατά το Σχέδιο Γιούνκερ), οπότε το μοντέλο οργάνωσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με βάση την ομοσπονδοποίηση έχει δεχθεί αμφισβητήσεις στον πυρήνα του. Βέβαια, το θέμα της συνοχής και γιατί δεν επιτυγχάνεται είναι ένα ξεχωριστό πρόβλημα και αποτελεί αντικείμενο μιας άλλης ανάλυσης.

Στο ενδιάμεσο και παράλληλα με την ομοσπονδοποίηση και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, μια άλλη διαδικασία συνέβαινε και εξακολουθεί να συμβαίνει, κατά την οποία το εθνικό μοντέλο ανάπτυξης υποχώρησε, δίνοντας τη θέση του στη  διεθνοποίηση των εμπορευμάτων που οδήγησε στη διεθνοποίηση του κεφαλαίου που οδήγησε στη διεθνοποίηση της παραγωγής (παγκοσμιοποίηση) (στην οποία έχω αναφερθεί εκτενώς εδώ). Η διεθνοποίηση δεν έχει τερματιστεί και πιθανώς να συνεχίζεται/ συνεχιστεί, αλλά με διαφορετική μορφή, γνωστή και ως Μεγάλη Επανεκκίνηση (The Great Reset).

Ουσιαστικά, μέχρι στιγμής, από τον ψυχρό πόλεμο και έως την παγκοσμιοποίηση, έχουμε τη μεταβίβαση της ισχύος από τα άτομα στα κράτη και από τα κράτη στην αγορά και λόγω της πανδημίας Covid-19 από την αγορά ξανά πίσω στα κράτη.

Από την Ομοσπονδοποίηση στη Μεγάλη Επανεκκίνηση

Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ, η κρίση Covid-19 και οι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές διαταραχές που προκάλεσε, αλλάζουν ριζικά το παραδοσιακό πλαίσιο για τη λήψη αποφάσεων. Οι ασυνέπειες, οι ανεπάρκειες και οι αντιφάσεις των πολλαπλών συστημάτων –από την υγεία και τα οικονομικά μέχρι την ενέργεια και την εκπαίδευση– καθιστούν τα συστήματα πιο εκτεθειμένα από ποτέ σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο ανησυχίας για τις ζωές των ανθρώπων, τα προς το ζην και τον ίδιο τον πλανήτη. Οι ηγέτες βρίσκονται σε ένα ιστορικό σταυροδρόμι, που πρέπει να διαχειριστούν τις βραχυπρόθεσμες πιέσεις ενάντια στις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες αβεβαιότητες.

Για να γίνει όμως αυτό, θα πρέπει να υποχωρήσει ένα μέρος της ισχύος των κρατών και να μεταβιβαστεί μαζί με ένα μέρος από την ισχύ των ατόμων ξανά πίσω στο σύστημα της διεθνοποίησης, αλλά αυτή τη φορά στο διοικητικό – διαχειριστικό σκέλος της, δηλαδή στην παγκόσμια διακυβέρνηση. Οι νέες διεθνείς σχέσεις όπως θα διαμορφωθούν από την ανακατανομή των μεριδίων αποφάσεων, θα οδηγήσουν στη σύναψη ενός νέου κοινωνικού συμβολαίου μεταξύ των ατόμων και μιας παγκόσμιας διαχειριστικής αρχής με απευθείας εξουσιοδότηση και χωρίς τη διαμεσολάβηση τρίτων θεσμών, όπως τα εθνικά κράτη ή οι διεθνείς επιχειρήσεις, όπως συνέβαινε μέχρι τώρα στα προαναφερθέντα συστήματα (σοσιαλιστικά/ΕΣΣΔ/το καλό του συνόλου, ελεύθερης αγοράς/ΗΠΑ/ατομικό κέρδος και μικτά/ΕΕ/ολοκλήρωση ή ενδιάμεση κατάσταση). Ειδικά σε μια εποχή που αναδύονται ρεύματα τοπικοποίησης της ανάπτυξης ως αντιστάθμισμα στην παγκοσμιοποίηση, όπως το small places matter και το the revenge of the places that don‘t matter.

Η Μεγάλη Επανεκκίνηση θεωρεί απαραίτητη τη σύναψη του νέου κοινωνικού συμβολαίου καθώς:

-Στο πολιτικό – διαχειριστικό επίπεδο, οι διαμορφωτές της δημόσιας πολιτικής, όπως οι κυβερνήσεις, τα πολιτικά πρόσωπα και τα κόμματα, αποδείχθηκαν από ανεπαρκείς έως ανίκανοι policy makers να ανταποκριθούν στην εμφάνιση της πανδημίας Covid-19. Επιπλέον, όταν η υγειονομική κρίση τελειώσει, θα αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της οργής των κοινωνιών γι’ αυτή την κακοδιαχείριση. Από αυτή θα γλιτώσουν μόνο οι χώρες που ήταν επιχειρησιακά έτοιμες για έκτακτες συνθήκες, δηλαδή όσες έχουν ένα αποτελεσματικό σύστημα υγειονομικής περίθαλψης, υψηλό βαθμό κοινωνικής εμπιστοσύνης στις εθνικές ηγεσίες τους και ανεπτυγμένο το αίσθημα της κοινωνικής αλληλεγγύης μεταξύ των πολιτών. Αλλά αυτές οι χώρες είναι ελάχιστες και δεν μπορούν να κάνουν τη διαφορά σε παγκόσμιο επίπεδο, ακόμη και αν θεωρήσουμε ότι ενώνουν τις δυνάμεις τους για να βοηθήσουν και άλλες χώρες. Ο στόχος είναι περισσότερη δύναμη και χρηματοδότηση στο θεσμό του κράτους και σταδιακή μεταβίβασή τους σε μια ενιαία παγκόσμια διαχειριστική αρχή. Διότι τα κράτη είναι εύθραυστα και οι άνθρωποι ευάλωτοι.

-Στο οικονομικό επίπεδο, ο διαρκής αγώνας των κοινωνιών υπό την τυραννία επίτευξης ενός υψηλού ΑΕΠ (tyranny of GDP growth) ως εργαλείο ποσοτικής αποτίμησης της ανάπτυξης πρέπει να σταματήσει και στη θέση του να λαμβάνονται υπ’ όψιν άλλοι ποιοτικοί προσδιοριστικοί παράγοντες της ευημερίας, όπως το επίπεδο ευτυχίας και καθημερινής διαβίωσης των ανθρώπων, που είναι και οι πραγματικοί δείκτες της κοινωνικής προόδου. Άλλωστε, η πανδημία αποκάλυψε ότι στα άυλα αγαθά βρίσκεται το νόημα της ζωής και όχι στα υλικά. Οπότε, θεωρείται ανεκτή ή/και επιθυμητή η μηδενική έως και αρνητική αύξηση του ΑΕΠ (degrowth movement), ιδιαιτέρως για τις πλούσιες χώρες. Οι εθνικές κυβερνήσεις εμφανίζουν φιλόδοξα αλλά μη ρεαλιστικά δημοσιονομικά προγράμματα και θέτουν στόχους που δεν μπορούν να επιτύχουν.

-Και ενώ τα οικονομικά και κοινωνικά συστήματα πέρασαν από την αντίδραση στην ανθεκτικότητα, στην ανταπόκριση και την αξιοπιστία (με αυτή τη σειρά), τώρα θα πρέπει να μεταβούν στην αυτάρκεια.

-Ως εκ τούτου, η ατομική ιδιοκτησία θα πρέπει να συρρικνωθεί καθώς έτσι θα ελαχιστοποιηθεί και η ανάληψη των κινδύνων που εγκυμονεί για τα άτομα η αποταμίευση και η επένδυση σε συνθήκες αβεβαιότητας. Οι άνθρωποι ως μεμονωμένα υποκείμενα δρώντα θα πρέπει να επανεξετάσουν τις αξίες και τα συλλογικά κεκτημένα (όπως η έννοια του κράτους), να αμφισβητήσουν τη λειτουργία της αγοράς (όπως και τον καταναλωτισμό) και να στραφούν σε ουδέτερες και οικολογικές μορφές συνύπαρξης (we can live better with less). Όπερ εστί, σε επόμενη πιθανή φυσική ή οικονομική καταστροφή, τα άτομα θα κινδυνεύσουν πολύ λιγότερο να χάσουν τις περιουσίες τους ή ακόμη και τη ζωή τους και οι προσδοκίες τους για την αντιμετώπιση των συνεπειών από τις κυβερνήσεις θα ελαχιστοποιηθούν, όπως και οι συνεπαγόμενες κοινωνικές συγκρούσεις.

πράσινη ανάπτυξη και η ψηφιακή οικονομία και διακυβέρνηση πρέπει να αντικαταστήσουν έννοιες όπως η παραδοσιακή διοίκηση και η συμβατική λειτουργία της αγοράς, οι σχέσεις γεωγραφικής εγγύτητας και οι βιομηχανικές σχέσεις, η κοινωνική αλληλεπίδραση και το αίσθημα του ανήκειν καθώς και τα φυσικά δίκτυα.

-Πρέπει να επανεξετασθεί η σχέση αιτίου – αιτιατού: όπως είναι γνωστό, η εμφάνιση της Επιστήμης συνέβη για έναν και μόνο λόγο, για να διαχωριστεί το αίτιο από το αιτιατό, ώστε να ερμηνεύονται με αντικειμενικά κριτήρια τα φυσικά και κοινωνικά φαινόμενα και να περιοριστούν οι κοινωνικές συγκρούσεις μεταξύ των ατόμων και των ομάδων ατόμων. Εδώ φαίνεται ότι η πανδημία επανατοποθετεί στο τραπέζι των συζητήσεων κάτι που σήμερα θεωρείται δεδομένο.

Όλη η ιδέα διαπνέεται από μια εξαιρετική απλότητα στην εφαρμογή της.

Συμπεράσματα

Το πρόσφατο καταστροφικό παρελθόν των συμβατικών πολέμων και η καχυποψία του Ψυχρού Πολέμου οδήγησαν τα Δυτικά Ευρωπαϊκά Κράτη (κυρίως Γαλλία, Γερμανία) που συμμετείχαν πρωταγωνιστικά σε αυτούς, να διατηρήσουν ενστικτωδώς την επιβίωσή τους στη γεωπολιτική σφαίρα, υπό τη συνένωσή τους κάτω από έναν κοινό ευρωπαϊκό ειρηνικό σκοπό, που θα έδινε τέλος στις μεταξύ τους στρατιωτικές συγκρούσεις. Η δημιουργία της ΕΕ αποτέλεσε μια ενστικτώδη κίνηση διατήρησης στο μέλλον της πολιτικής και οικονομικής δύναμης των άλλοτε υπερδυνάμεων (συμπεριλαμβανομένων και των νυν ισχυρών ΗΠΑ), που πρωταγωνίστησαν, αλλά και που επλήγησαν περισσότερο από το ανθρώπινο και οικονομικό κόστος των πολέμων, που οι ίδιες επέλεξαν να δώσουν. Ήταν μια ειρηνική κυριαρχία όσων συμμετείχαν επί των αντιπάλων τους, αφού ο συμβατικός πόλεμος δεν αποτελούσε πλέον προσφιλές μέσο, λόγω της οικονομικής και κοινωνικής εξουθένωσης που επέφερε στα κράτη.

Και ενώ ο Ψυχρός Πόλεμος δημιούργησε την ανάγκη πολιτισμικής συσπείρωσης και συνομοσπονδιακής οργάνωσης των κρατών, σήμερα όλα αυτά αμφισβητούνται. Θεωρείται, ότι για να αντιμετωπισθούν επαρκώς οι οικονομικές διαταραχές και οι κοινωνικές αναταραχές σε συνθήκες αβεβαιότητας, δεν χρειάζονται τα εθνικά κράτη ούτε οι ομοσπονδίες κρατών· και η διαδικασία λήψης δημόσιων αποφάσεων θα πρέπει να απλοποιηθεί ως προς τα στάδια και τα επίπεδα εξουσίας, περνώντας με απευθείας εξουσιοδότηση από τα άτομα σε μία και μόνο αρχή παγκόσμιας διακυβέρνησης.

Κατά αυτό τον τρόπο, πιστεύεται, ότι μειώνοντας το μέγεθος της διοίκησης των διεθνών υποθέσεων, μειώνεται το κόστος των διαδικασιών και ο χρόνος ανταπόκρισης στους κινδύνους, καθιστώντας την κοινωνία παγκόσμια, αλλά –παραδόξως– ανθεκτική, αφού έτσι δεν θα κινδυνεύει από απειλές.

Παρόλα αυτά, από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου έως και τη Μεγάλη Επανεκκίνηση, κανένα σύστημα δεν κατόρθωσε να δώσει μια ικανοποιητική απάντηση στο ποιος αποφασίζει και γιατί, ποιος σχεδιάζει και με ποια κριτήρια, αν γνωρίζει όλες τις πληροφορίες που χρειάζονται και πώς νομιμοποιείται…

_______

Πηγές

Schwab, K. and Malleret, T., (2020). COVID-19: The Great Reset, Forum Publishing.

World Economic Forum, (2020). Podcasts: The Great Reset.

World Economic Forum, (2020). The Great Reset official initiative website.

Ιωάννου, Χ. και Κοντός, Μ., (2016). Ευρωπαϊκή Ένωση: Προκλήσεις και Περιορισμοί, Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.

αναδημοσίευση από το http://www.cbarbarousi.com

Photo by Markus Spiske on Unsplash

new-economy.gr