Εμπορικός Προστατευτισμός: ‘Ζωοδόχος Θεός’ ή Ζόμπι;
Ο εμπορικός προστατευτισμός, που συχνά καταρρίφθηκε και φαινομενικά εγκαταλείφθηκε, επιστρέφει πάντα σαν ζόμπι. Είναι όντως η εισαγωγή προϊόντων μια πραγματική απειλή, την οποία πρέπει να καταπολεμήσει η όποια κυβέρνηση; Ή μήπως τα Κινέζικα – για παράδειγμα – προϊόντα, αποτελούν σωτηρία για τους Έλληνες καταναλωτές; Για να πάρουμε θέση σε αυτό το θέμα, θα πρέπει να αναγνωρίσουμε κατ’ αρχάς ότι κάθε κυβερνητική δράση σημαίνει εξαναγκασμό. Όταν κάποιος καλεί την κυβέρνηση να παρέμβει, σημαίνει πως την καλεί να χρησιμοποιήσει βία για να εμποδίσει το ειρηνικό εμπόριο.
Προνόμια σε ανεπαρκείς παραγωγούς
Ξετυλίγοντας το κουβάρι των ισχυρισμών του προστατευτισμού, θα πρέπει να εστιάσουμε σε δύο βασικά σημεία:
- ο προστατευτισμός σημαίνει βίαιο περιορισμό του εμπορίου
- το κλειδί των συμπερασμάτων, είναι να διαπιστώσουμε το τι συμβαίνει στον καταναλωτή.
Βέβαια, θα διαπιστώσουμε ότι οι μερκαντιλιστές (προστατευτιστές) στοχεύουν στο να βλάψουν, να εκμεταλλευτούν και να επιβάλουν σοβαρές απώλειες κυρίως στους Έλληνες καταναλωτές. Και επειδή κάθε ένας από εμάς είναι καταναλωτής, αυτό σημαίνει ότι ο προστατευτισμός στοχεύει να επιβάλει κυρώσεις σε όλους μας, προς όφελος κάποιων ελάχιστων επιδοτούμενων προνομιούχων.
Ο προστατευτισμός, επιδιώκει να επιδοτήσει από το υστέρημα των καταναλωτών, κάποιους ελάχιστους οι οποίοι αποτυγχάνουν να τα καταφέρουν σε μια ελεύθερη και ανόθευτη αγορά. Πάρτε, για παράδειγμα, την υποτιθέμενη Κινεζική απειλή. Το σύνολο του εμπορίου είναι αμοιβαία επωφελές και για τα δύο μέρη. Οι Κινέζοι παραγωγοί και οι Έλληνες καταναλωτές, δεν θα συμμετείχαν διαφορετικά σε αυτή την ανταλλαγή. Προσπαθώντας να εμποδίσουν αυτό το εμπόριο, οι προστατευτιστές προσπαθούν να σταματήσουν τους Έλληνες καταναλωτές από το να απολαμβάνουν καλύτερο βιοτικό επίπεδο αγοράζοντας φτηνά Κινέζικα προϊόντα. Σύμφωνα με την μερκαντιλιστική οπτική, πρέπει να αναγκαστούμε από την κυβέρνηση να αγοράσουμε ανεπαρκή και ακριβότερα προϊόντα που έχουμε ήδη απορρίψει στην διαδικασία της αγοράς. Με λίγα λόγια, οι αναποτελεσματικοί παραγωγοί, προσπαθούν να μας στερήσουν όλα τα προϊόντα που επιθυμούμε, έτσι ώστε να χρειαστεί να στραφούμε σε αναποτελεσματικές επιχειρήσεις. Οι Έλληνες καταναλωτές πρέπει να λεηλατηθούν για να ευνοηθεί μια ιδιαίτερα εσφαλμένη αντίληψη περί «εθνικής παραγωγής».
Τα μάτια μας πάντα στην ευημερία της πλειοψηφίας των Ελλήνων καταναλωτών
Ο καλύτερος τρόπος να εξετάσουμε τους δασμούς, τις ποσοστώσεις εισαγωγής, ή άλλους προστατευτικούς περιορισμούς, είναι να ξεχάσουμε τα πολιτικά σύνορα. Τα πολιτικά σύνορα των εθνών μπορεί να είναι σημαντικά για άλλους λόγους, αλλά δεν έχουν κανένα νόημα στο εμπόριο, όπως εξηγεί λεπτομερώς ο Hans Hermann Hoppe. Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι κάθε ένας από τους νομούς της Ελλάδας ήταν μια ξεχωριστή χώρα. Τότε θα είχαμε άφθονες μερκαντιλιστικές επιδιώξεις. Σκεφτείτε τις πολεμικές ιαχές από τους επιχειρηματίες της κλωστοϋφαντουργίας της Πάτρας η της Θεσσαλονίκης για παράδειγμα, οι οποίοι θα διαμαρτυρόταν για τον «αθέμιτο» ανταγωνισμό από διάφορους «ξένους» από την Λάρισα η την Ξάνθη. Ευτυχώς, ο παραλογισμός της ανησυχίας για το ισοζύγιο πληρωμών – το οποίο θα εξετάσουμε παρακάτω – καθίσταται εμφανής εστιάζοντας στο εμπόριο της ενδοχώρας. Γιατί κανείς δεν ανησυχεί για το ισοζύγιο πληρωμών μεταξύ της Αθήνας και της Πάτρας, επειδή δεν υπάρχουν, ευτυχώς, τελωνειακοί υπάλληλοι που να καταγράφουν τέτοιες συναλλαγές και τέτοια ισοζύγια. Εάν το καλοσκεφτούμε, είναι σαφές ότι μια έκκληση για δασμούς από τις εταιρείες της Καρδίτσας κατά της Κομοτηνής, είναι μια καθαρή ληστεία εις βάρος των καταναλωτών της Καρδίτσας (όπως και της Κομοτηνής). Μια ωμή αρπαγή επιβεβλημένη ως ειδικό προνόμιο σε αναποτελεσματικές επιχειρήσεις . Εάν οι 51 νομοί της Ελλάδας ήταν ξεχωριστές χώρες, τότε οι προστατευτιστές θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τις παγίδες του πατριωτισμού και τη δυσπιστία έναντι των αλλοδαπών, για να καμουφλαριστούν και να λεηλατήσουν πιο εύκολα τους καταναλωτές της περιοχής τους.
Δασμοί παντού για ακόμα καλύτερες μέρες
Ευτυχώς, οι περιορισμοί στο εμπόριο ανάμεσα στους νομούς της Ελλάδας είναι αντισυνταγματικοί. Εάν οι δασμοί και οι περιορισμοί στο εμπόριο είναι καλοί για μια χώρα, τότε γιατί να μην ισχύει το ίδιο για ένα νομό ή μια κοινότητα; Η ουσία της θεωρίας είναι ακριβώς η ίδια. Γιατί λοιπόν να μην περιορίσουμε, η ακόμα και να απαγορεύσουμε το εμπόριο, δηλαδή τις «εισαγωγές», σε μια πόλη ή μια γειτονιά ή ακόμα και σε ένα οικοδομικό τετράγωνο; Η να οδηγηθούμε με αιτιολογική μερκαντιλιστική συνάφεια, σε επίπεδο οικογένειας. Γιατί η οικογένεια Παπαδόπουλου να μην εκδώσει διάταγμα, ότι από τώρα και στο εξής κανένα μέλος της οικογένειας δεν μπορεί να αγοράζει αγαθά ή υπηρεσίες που παράγονται εκτός του νοικοκυριού; Το αποτέλεσμα θα είναι, η λιμοκτονία να εξαλείψει γρήγορα αυτή τη γελοία κίνηση επιδίωξης αυτάρκειας. Και όμως πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτός ο παραλογισμός είναι εγγενής στη συλλογιστική του προστατευτισμού. Ο τυπικός προστατευτισμός είναι εξίσου παράλογος, αλλά η μασκαρεμένη εθνικιστική ρητορική περί ανάγκης εμπορικών εθνικών συνόρων, καταφέρνει διαχρονικά να αποκρύψει αυτό το ζωτικό γεγονός. Καμουφλάρει το γεγονός πως πρόκειται για ανοησίες ανεπαρκών επιχειρηματιών και παραγωγών, οι οποίοι επιδιώκουν να λεηλατήσουν τους καταναλωτές, όντας ανεπαρκείς στην διαδικασία της ειρηνικής ελεύθερης αγοράς. Είπαμε και πιο πάνω, πως τα εθνικά σύνορα δεν έχουν κανένα απολύτως νόημα όσον αφορά το εμπόριο.
Η Αλβανία του Εμβέρ Χότζα
Το συμπέρασμα είναι ότι ο προστατευτισμός δεν είναι απλά ανοησία, αλλά επικίνδυνη ανοησία, καταστροφική για όλη την οικονομική ευημερία. Δεν είμαστε, εάν ήμασταν ποτέ, ένας αγροτικός κόσμος αυτάρκειας. Η οικονομία της αγοράς είναι ένα τεράστιο πλέγμα σε όλο τον κόσμο, στο οποίο κάθε άτομο, κάθε περιοχή, κάθε χώρα, παράγει αυτό που είναι το καλύτερο, σχετικά πιο αποτελεσματικό και ανταλλάσσει αυτό το προϊόν για τα αγαθά και τις υπηρεσίες άλλων. Χωρίς τον καταμερισμό εργασίας και το εμπόριο με βάση αυτή τη διαίρεση, ολόκληρος ο κόσμος θα λιμοκτονούσε. Οι εξαναγκαστικοί περιορισμοί στο εμπόριο – όπως ο προστατευτισμός – μολύνουν, καταπνίγουν και καταστρέφουν το εμπόριο, την πηγή της ζωής και την ευημερία των λαών. Ο προστατευτισμός, είναι απλώς μια κατάσταση κατά την οποία βλάπτονται οι καταναλωτές καθώς και η γενική ευημερία του λαού. Είναι σχεδιασμένος έτσι ώστε να αποκτήσουν ιδιαίτερα προνόμια κάποιες ομάδες λιγότερο αποτελεσματικών παραγωγών, εις βάρος πιο επαρκών επιχειρήσεων και καταναλωτών. Αλλά είναι ένα ιδιόμορφα καταστρεπτικό είδος προστασίας αναποτελεσματικών ατόμων, επειδή μονίμως δεσμεύει το εμπόριο, υπό τον μανδύα του πατριωτισμού.
Θα ήταν εύλογο, να απαντήσουν οι προστατευτιστές στα εξής:
- Πως ακριβώς θα παραχθεί το οτιδήποτε στην Ελλάδα, όταν αναζητούν περιορισμούς στο εμπόριο;
- Που θα βρεθούν οι πρώτες ύλες και τα εργαλεία;
- Πως θα μπορέσει να συντηρηθεί ο πληθυσμός αν αναγκάζεται να καταναλώνει ακριβότερα η ελαττωματικά προϊόντα, ανεπαρκών εγχώριων επιχειρήσεων, επικαλούμενοι δήθεν «πατριωτισμό»; Ίσα ίσα, είναι εντελώς αντιπατριωτικό κάτι τέτοιο, αν είναι να δανειστούμε την «ένθερμη» ρητορική αυτών των άχρηστων.
- Πως θα παρακολουθήσει η χώρα τις καινοτομίες και τις εξελίξεις στις μεθόδους παραγωγής;
Θα πρέπει επίσης να αναφέρουμε πως χώρες με «εθνική αυτάρκεια», ήταν η Αλβανία του Εμβέρ Χότζα, η Ρουμανία του Τσαουσέσκου ενώ πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι η Β. Κορέα. Αν αυτές είναι χώρες πρότυπα για τους προστατευτιστές, αυτό δεν αφορά τις οικονομικές επιστήμες, αλλά αφορά μάλλον τις ιατρικές και συγκεκριμένα την ψυχιατρική.
Επιστροφή στον μεσαίωνα
Ο προστατευτισμός είναι επίσης ιδιότροπα καταστρεπτικός καθώς προσομοιάζει με εξαναγκαστική, τεχνητή αύξηση του κόστους μεταφοράς μεταξύ διαφόρων περιοχών. Ένα από τα σπουδαιότερα χαρακτηριστικά της Βιομηχανικής Επανάστασης, ένας από τους τρόπους με τους οποίους έφερε ευημερία στις πεινασμένες μάζες, ήταν η δραστική μείωση του κόστους μεταφοράς. Η ανάπτυξη των σιδηροδρόμων στις αρχές του 19ου αιώνα, για παράδειγμα, σήμαινε ότι για πρώτη φορά στην ιστορία του ανθρώπινου είδους, τα αγαθά θα μπορούσαν να μεταφερθούν φτηνά επί της γης. Πριν από αυτό, τα ποτάμια και οι ωκεανοί, ήταν το μόνο οικονομικά βιώσιμο μέσο μεταφοράς.
Με τον μετασχηματισμό των χερσαίων μεταφορών σε προσβάσιμες και φθηνές, οι σιδηρόδρομοι επέτρεψαν στη διαπεριφερειακή διακίνηση αγαθών να διαλύσει τα ακριβά, αναποτελεσματικά τοπικά μονοπώλια. Το αποτέλεσμα ήταν μια ανεπανάληπτη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου για όλους τους καταναλωτές.
Δεν προκαλεί έκπληξη το γεγονός, ότι ο Frederic Bastiat, ο μεγάλος Γάλλος οικονομολόγος του laissez-faire των μέσων του 19ου αιώνα, αποκαλούσε τους δασμούς ως «αρνητικό σιδηρόδρομο». Οι προστατευτιστές είναι εξίσου οικονομικά καταστροφικοί όπως θα συνέβαινε αν διέκοπταν τις σιδηροδρομικές, τις αεροπορικές, η τις υπερωκεάνιες μεταφορές. Θα μας ανάγκαζαν να επιστρέψουμε στις δαπανηρές μεθόδους μεταφορών του παρελθόντος, από βουνίσια μονοπάτια , με σχεδίες ή ιστιοφόρα.
Ο μπαμπούλας του «Ντάμπινγκ»
Μια άλλη αντιφατική θέση επίθεσης των προστατευτιστών εναντίον της ελεύθερης αγοράς, υποστηρίζει ότι το πρόβλημα δεν είναι τόσο το χαμηλό κόστος που απολαμβάνουν οι ξένες επιχειρήσεις όσο η «αδικία» να πωλούν τα προϊόντα τους «κάτω από το κόστος» στους Έλληνες καταναλωτές και, συνεπώς, να ασκούν την ολέθρια και αμαρτωλή πρακτική του «ντάμπινγκ». Με το ντάμπινγκ είναι σε θέση να έχουν «αθέμιτο» πλεονέκτημα έναντι των Ελληνικών εταιρειών – οι οποίες υποτίθεται δεν συμμετέχουν ποτέ σε τέτοιες πρακτικές – και διασφαλίζουν ότι οι τιμές τους είναι πάντοτε αρκετά υψηλές ώστε να καλύπτουν το κόστος. Αλλά, αν όντως η πώληση κάτω από το κόστος είναι ένα τόσο ισχυρό όπλο, γιατί δεν το ακολουθούν ποτέ οι επιχειρήσεις σε μια χώρα; Και πάλι σε αυτή την περίπτωση, θα πρέπει να εστιάσουμε στους καταναλωτές εν γένει και τους Έλληνες καταναλωτές ειδικότερα. Γιατί θα πρέπει να αποτελεί υπόθεση καταγγελίας, όταν οι καταναλωτές απολαμβάνουν τέτοιο σαφές όφελος; Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι η Χ επιχείρηση του εξωτερικού, διατίθεται να βλάψει τους Έλληνες ανταγωνιστές της με την πώληση κρέατος προς 10 λεπτά το κιλό. Δεν πρέπει να χαρούμε για μια τέτοια παράλογη πολιτική, να υποφέρει τέτοιες σοβαρές απώλειες αυτή η εταιρεία, επιδοτώντας εμάς, τους Έλληνες καταναλωτές; Δεν θα πρέπει να πούμε: «Έλα, Χ εταιρεία, επιδότησε μας λίγο ακόμα!» Όσον αφορά τους καταναλωτές, όσο περισσότερο «ντάμπινγκ», τόσο το καλύτερο. Για δεκαετίες, όλοι οι επικριτές της ελεύθερης αγοράς, ισχυρίστηκαν ότι πολλές επιχειρήσεις απέκτησαν το ισχυρό τους πλεονέκτημα στην αγορά, με το λεγόμενο «επιθετικό μειωμένο τιμολόγιο», δηλαδή οδηγώντας τους μικρότερους ανταγωνιστές τους σε πτώχευση πωλώντας τα προϊόντα τους κάτω από το κόστος, και στη συνέχεια αποκομίζοντας την ανταμοιβή των «αθέμιτων» μεθόδων τους, αυξάνοντας τις τιμές τους και καθιερώνοντας έτσι «τιμές μονοπωλίου» στους καταναλωτές.
Εικασίες και αβάσιμα επιχειρήματα
Η υπόθεση αυτή λέει ότι, ενώ οι καταναλωτές μπορεί να κερδίσουν βραχυπρόθεσμα από τον πόλεμο των τιμών, το «ντάμπινγκ» και τις πωλήσεις κάτω από το κόστος, χάνουν μακροπρόθεσμα από το υποτιθέμενο μονοπώλιο. Όμως, όπως έχει διαπιστωθεί, η οικονομική θεωρία δείχνει ότι αυτό θα ήταν ένα ανώφελο παιχνίδι. Θα οδηγήσει τις επιχειρήσεις να χάσουν χρήματα και ποτέ δεν θα πετύχουν πραγματικά μονοπωλιακή τιμή. Και ασφαλώς, η ιστορική έρευνα δείχνει πως δεν υπάρχει καμία περίπτωση «ντάμπινγκ», όταν αυτή επιδιώχθηκε, η οποία πέτυχε το σκοπό της. Για την ακρίβεια ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις που επιχειρείται τέτοια πολιτική.
Ένας άλλος ισχυρισμός, λέει ότι κάποιες ξένες εταιρείες μπορούν να αντέξουν οικονομικά να προβούν σε «ντάμπινγκ» επειδή οι κυβερνήσεις των χωρών τους επιδοτούν τις απώλειες τους. Αλλά και πάλι, θα πρέπει να καλωσορίσουμε μια τέτοια παράλογη πολιτική. Εάν η Κινέζικη κυβέρνηση, για παράδειγμα, είναι πραγματικά πρόθυμη να σπαταλήσει σπάνιους πόρους επιδοτώντας τους Έλληνες, τόσο το καλύτερο! Η πολιτική τους θα ήταν εξίσου αυτοκαταστροφική όπως και αν οι απώλειες αυτές ήταν ιδιωτικές.
Υπάρχει ακόμη ένα πρόβλημα με την κατηγορία του «ντάμπινγκ», ακόμη και όταν γίνεται από οικονομολόγους ή άλλους υποτιθέμενους «εμπειρογνώμονες» που συνεδριάζουν σε επιτροπές δασμών σε κυβερνητικά γραφεία. Δεν υπάρχει κανένας τρόπος κατά τον οποίο, οι εξωτερικοί παρατηρητές, είτε πρόκειται για οικονομολόγους, επιχειρηματίες είτε για άλλους εμπειρογνώμονες, να μπορούν να αποφασίσουν ποιο μπορεί να είναι το «κόστος» μιας άλλης επιχείρησης. Τα «κόστη» δεν είναι αντικειμενικές οντότητες που μπορούν να υπολογιστούν ή να μετρηθούν. Τα κόστη είναι υποκειμενικά για τον ίδιο τον επιχειρηματία και ποικίλλουν συνεχώς, ανάλογα με τον χρονικό ορίζοντα του επιχειρηματία και τα στάδια παραγωγής ή πώλησης που αντιμετωπίζει ανά πάσα στιγμή.
Ας υποθέσουμε ότι, για παράδειγμα, ένας έμπορος φρούτων αγόρασε μια ποσότητα αχλαδιών για 20 ευρώ, που ανέρχεται σε 1 ευρώ το κιλό. Ελπίζει και αναμένει να πουλήσει αυτά τα αχλάδια για 1,50 ευρώ το κιλό. Αλλά κάτι έχει συμβεί στην αγορά των αχλαδιών και διαπιστώνει πως είναι αδύνατο να πουλήσει τα αχλάδια σε αυτή την τιμή. Διαπιστώνει ότι πρέπει να πουλήσει τα αχλάδια σε οποιαδήποτε τιμή μπορεί να πάρει πριν ωριμάσουν υπερβολικά. Ας υποθέσουμε ότι διαπιστώνει ότι μπορεί να πουλήσει το απόθεμα των αχλαδιών μόνο για 70 λεπτά το κιλό. Ο εξωτερικός παρατηρητής θα μπορούσε να πει ότι ο έμπορος φρούτων, ίσως «άδικα», πώλησε τα αχλάδια του «κάτω από το κόστος», εκτιμώντας ότι το κόστος του εμπόρου ήταν ένα ευρώ το κιλό.
Το ψευδο-πρόβλημα του ισοζυγίου πληρωμών
Το «ισχυρό όπλο» όμως των προστατευτιστών, επικεντρώνεται στα μυστήρια του ισοζυγίου πληρωμών. Οι προστατευτιστές επικεντρώνονται στην αμαρτία των εισαγωγών που είναι περισσότερες από τις εξαγωγές, υπονοώντας ότι εάν οι δυνάμεις της αγοράς εξακολουθήσουν να μην ελέγχονται, οι Έλληνες ενδέχεται να καταλήξουν να αγοράζουν τα πάντα από το εξωτερικό, ενώ δεν θα πουλάνε τίποτα στους αλλοδαπούς. Έτσι ώστε, τελικά, οι Έλληνες καταναλωτές θα οδηγήσουν σε καταστροφή τις Ελληνικές επιχειρήσεις .
Αλλά, αν οι εξαγωγές πέσουν πραγματικά κοντά στο μηδέν, που στον κόρακα βρίσκουν οι Έλληνες καταναλωτές τα χρήματα για να αγοράσουν αυτά τα ξένα προϊόντα; Αυτό το εξηγήσαμε σε προηγούμενο άρθρο (Κωστα κανε παραπομπή στο προηγουμενο αρθρο για το ευρω), επισημαίνοντας πως το ισοζύγιο αυτό είναι νομισματικό φαινόμενο. Το ισοζύγιο πληρωμών, διαταράχτηκε, πράγματι, λόγω του νομισματικού συστήματος της Ευρωζώνης. Δεν είναι όμως καθαυτό ένα πρόβλημα που δικαιολογεί τους περιορισμούς στο εμπόριο. Η αγορά έχει συστήματα ελέγχων και ισορροπιών τα οποία μπορούν με ευκολία να διατηρήσουν σχετική τάξη στις συναλλαγές, όταν δεν στρεβλώνονται από γραφειοκράτες και κεντρικούς τραπεζίτες. Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει έλλειμμα στο ισοζύγιο πληρωμών. Είναι αλήθεια ότι ο μέσος όρος των εισαγωγών από το 2000 ως σήμερα ξεπερνά τις εξαγωγές κατά 2,3 δισεκατομμύρια ετησίως. Το υποτιθέμενο «έλλειμμα», όμως, καταβάλλεται από αλλοδαπούς που επενδύουν στη χώρα. Το ισοζύγιο ξένων επενδύσεων είναι διαχρονικά πλεονασματικό για την Ελλάδα όπως φαίνεται στον πίνακα που παραθέτουμε.
Οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα είναι διαχρονικά και σωρευτικά πλεονασματικές. Το ίδιο ισχύει, συνήθως, για κάθε χώρα που έχει ελλειμματικό εμπορικό ισοζύγιο, όπως για παράδειγμα οι ΗΠΑ. Ένα ακόμα στοιχείο που είναι αδύνατο να καταμετρηθεί, αποτελούν τα υψηλότατα εισοδήματα από τον τουρισμό. Αν αναλογιστούμε πως – ευτυχώς, έντιμα και δικαίως – δεν κόβεται μία στις δύο αποδείξεις στα τουριστικά μέρη, τότε το υποτιθέμενο «έλλειμμα» στο ισοζύγιο πληρωμών υπερκαλύπτεται. Τα αδήλωτα εισοδήματα από τον τουρισμό, δίδουν, σε συνδυασμό με το πλεόνασμα στο ισοζύγιο ξένων επενδύσεων, πλεονασματικό ισοζύγιο πληρωμών.
Επίλογος
Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι το πλέγμα των επιχειρημάτων υπέρ του προστατευτισμού, είναι ένας ιστός εξωφρενικών σφαλμάτων. Προδίδουν πλήρη άγνοια της πιο βασικής οικονομικής ανάλυσης. Στην πραγματικότητα, μερικά από τα επιχειρήματα είναι ενοχλητικά κακέκτυπα των πιο γελοίων ισχυρισμών του μερκαντιλισμού του 17ου αιώνα. Η υπόθεση του προστατευτισμού, δεν προέρχεται από οικονομική θεωρία, αλλά από την επιδίωξη συγκεκριμένων συμφερόντων. Αναζητούν ειδικά προνόμια και περιορισμό του εμπορίου, εις βάρος των αποτελεσματικών ανταγωνιστών τους και των καταναλωτών. Αν πραγματικά υφίστανται εμπόδια σε ανταγωνιστικές, επαρκείς Ελληνικές επιχειρήσεις, αυτά δεν προέρχονται από τον διεθνή ανταγωνισμό, αλλά από τις κυβερνητικές παρεμβάσεις, τόσο της Ε.Ε. όσο και τις Ελληνικές. Η άγρια φορολογία, οι κλειστές αγορές, τα εμπόδια στις επενδύσεις από διάφορες γραφειοκρατικές υπηρεσίες και οι εξωφρενικές εισφορές, είναι μόνο κάποιες από αυτές. Αν, επίσης, απολαμβάνουν φορολογικές ελαφρύνσεις κάποιες μεμονωμένες επιχειρήσεις, είναι καιρός να απολαύσουν αυτές τις ελαφρύνσεις όλες οι επιχειρήσεις. Δεν είναι θέμα που πηγάζει από την ελεύθερη αγορά αυτό, αλλά από την κυβερνητική παρέμβαση. Επιπλέον, όπως αναφέρθηκε και στην αρχή του άρθρου, η αγορά είναι μια δημοκρατία όπου κανείς δεν εξαναγκάζει κανέναν. Όποιος θέλει να επιλέξει προϊόντα με συναισθηματικό κριτήριο επιλογής, μπορεί να το κάνει. Δεν έχει όμως κανένα δικαίωμα να επιβάλει στους υπόλοιπους τις δικές τους επιλογές δια της βίας. Η Ελλάδα, τα καταφέρνει μια χαρά στο διεθνές εμπόριο. Θα τα καταφέρει ακόμα καλύτερα, όταν βγούνε από την μέση οι κυβερνητικές παρεμβάσεις. Τα φετινά τουριστικά έσοδα, αποτελούν επίτευγμα μιας υπερπροσπάθειας των Ελλήνων καπιταλιστών. Οι εξαγωγικές επιχειρήσεις της Ελλάδας, θα τα πάνε περίφημα αν αφεθούν ήσυχες από το αδηφάγο κράτος. Από το πλήθος των ειδικών συμφερόντων που χρησιμοποιούν την πολιτική διαπλοκή για να καταστείλουν και να λεηλατήσουν τους υπόλοιπους, οι προστατευτιστές είναι από τους πιο επικίνδυνους. Είναι καιρός να τους ξεφορτωθούμε μια για πάντα και να τα τους αντιμετωπίσουμε με αγανάκτηση, όπως δικαίως τους αξίζει.